""...άνδρες μεν πόλεις, ου τείχη, ουδέ νήες ανδρών κεναί..."" (Θουκυδίδης Ολόρου Αλιμούσιος)
ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΣΤΡΑΤΟΥ
▼
27 Μαΐου 2017
22 Μαΐου 2017
ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΕΝΩΣΕΩΝ ΑΠΟΣΤΡΑΤΩΝ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΩΝ
ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΕΝΩΣΕΩΝ ΑΠΟΣΤΡΑΤΩΝ
ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΩΝ
Ν Π Δ Δ
Γραφεία: Ι. Παπαρρηγοπούλου & Π.Π. Γερμανού
Πλατεία Κλαυθμώνος – 105 61 Αθήνα
Τηλ.: 210 33 10 430 –210 33 10 431 – FAX: 210 33 10 429
16-05-2017
Α Ν Α Κ Ο Ι Ν Ω Σ Η ΥΠ. ΑΡΙΘ. 2/17
1.-Το Συντονιστικό Συμβούλιο των τριών Ενώσεων Αποστράτων καλεί τα Μέλη των τριών Ενώσεων Αποστράτων να λάβουν μέρος στις ακόλουθες κινητοποιήσεις που θα γίνουν στα πλαίσια της ψήφισης του νέου Μνημονίου και των αντιδράσεων κατά του ασφαλιστικού νόμου :
α.-Την Τετάρτη 17η Μαϊου και ώρα 17.00 στην Πλατεία Κολοκοτρώνη στην Πανελλαδική συγκέντρωση διαμαρτυρίας των Ομοσπονδιών των Σωμάτων Ασφαλείας.
β.-Την Πέμπτη 18η Μαϊου και ώρα 20.30 στην Πλατεία Συντάγματος σε καθιστική διαμαρτυρία κατά την ψήφιση του νέου Μνημονίου από την Βουλή των Ελλήνων.
γ.-Την Τρίτη 30η Μαϊου και ώρα 17.00 στην Πλατεία Κλαυθμώνος κατά του άρθρου 12 του ν.4387/16 που αφορά τις συντάξεις χηρείας.
δ.-Την Παρασκευή 2α Ιουνίου και ώρα 08.30 έξω από το ΣτΕ κατά την εκδίκαση της προσφυγής μας κατά των διοικητικών πράξεων του Ν.4387/16.
2.-Η αθρόα συμμετοχή θα δείξει ότι δεν παραδινόμαστε σε παράλογες απαιτήσεις και ότι ο αγώνας μας θα συνεχιστεί σε όλα τα επίπεδα μέχρι την δικαίωσή μας.
Αντιστράτηγος .ε.α. Β. Ροζής Πρόεδρος ΕΑΑΣ
Υποστράτηγος ε.α. Ι.Δεβούρος Διευθύνων Σύμβουλος ΕΑΑΣ
Αντιναύαρχος Π.Ν. ε.α.Σπ.Περβαινάς Πρόεδρος ΕΑΑΝ και του Συντονιστικού
Αντιπλοίαρχος (Ε)Π.Ν.ε.α.Γρ.Γεωργακόπουλος Διευθύνων Σύμβουλος ΕΑΑΝ
Αντιπτέραρχος (Ι) Π.Α. ε.α. Σ.Καββούρης Πρόεδρος ΕΑΑΑ
Αντισμήναρχος (Ρ) Π.Α.ε.α. Ι.Κρανιάς Διευθύνων Σύμβουλος ΕΑΑΑ
17 Μαΐου 2017
ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ ΒΙΒΛΙΟΥ
Το ΕΛΙΣΜΕ, με την συνδρομή των Εκδόσεων
«Ινφογνώμων» (Φιλλελήνων 14, Αθήνα 105 57, Τηλέφωνο: 210
3241861), κυκλοφορεί τον Συλλογικό Τόμο: «Τα Βαλκάνια μεταξύ Δύσης και Ρωσίας» (Σελ.: 286), στην τιμή των 15 € (ISBN: 978-618-5219-18-5), που μπορεί να παραγγελθεί και τηλεφωνικά με τον Κωδ.: 86979Π22
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ του Τόμου:
1. ΣΥΝΤΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΣΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΥΣ ΠΟΛΕΜΟΥΣ (1912—13) ΕΩΣ ΤΟ 1990, Συντάκτης: Απόστολος Τσομπάνης-Νότιος
2. ΤΑ ΜΕΤΑΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ ΩΣ ΤΜΗΜΑ ΤΗΣ ΔΥΣΗΣ, Συντάκτης: Γεώργιος Χρηστίδης
3. ΟΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΥΡ. ΕΝΩΣΗΣ – ΡΩΣΙΑΣ ΚΑΙ Ο ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ, Συντάκτης: Κέλλυ Παναγιωτίδη
4. ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ: ΣΟΒΙΕΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ – ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΠΡΟΣΔΟΚΙΕΣ – ΑΥΡΙΑΝΟΙ ΚΙΝΔΥΝΟΙ, Συντάκτης: Χρήστος Κατσάνης
5. ΤΟ ΣΚΟΠΙΑΝΟ ΑΙΝΙΓΜΑ – Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ – ΕΚΔΟΧΕΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΩΝ, Συντάκτης: Ιπποκράτης Δασκαλάκης
6. Η ΣΕΡΒΙΑ ΩΣ ΜΗΛΟ ΤΗΣ ΕΡΙΔΟΣ ΜΕΤΑΞΥ ΔΥΣΗΣ ΚΑΙ ΡΩΣΙΑΣ, Συντάκτες: Φίλιππος Δευτεραίος, Ευστάθιος Κουτσουράκης
7. Ο ΑΛΒΑΝΙΚΟΣ ΠΑΡΑΓΩΝ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΣΤΙΣ ΒΑΛΚΑΝΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟ ΔΥΣΗΣ – ΡΩΣΙΑΣ, Συντάκτης: Δημήτριος Σκαρβέλης
8. Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ ΣΤΑ ΑΥΡΙΑΝΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ ΚΑΙ Η ΜΟΛΔΑΒΙΚΗ ΠΡΟΕΚΤΑΣΗ, Συντάκτης: Νίκος Παπαπροκοπίου
9. Ο ΤΟΥΡΚΙΚΟΣ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΔΙΕΙΣΔΥΣΗ ΣΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ, Συντάκτης: Παναγιώτης Λεονάρδος
10. Η ΕΛΛΑΔΑ ΣΤΟΝ ΧΩΡΟ ΤΩΝ ΒΑΛΚΑΝΙΩΝ. ΑΠΕΙΛΕΣ – ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ – ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ – ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ, Συντάκτης: Βασίλειος Μαρτζούκος
11. ΒΑΛΚΑΝΙΚΟ ΟΡΑΜΑ ΕΙΡΗΝΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ –ΟΥΤΟΠΙΑ Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ; Συντάκτης: Γεώργιος Δουδούμης
1. ΣΥΝΤΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΣΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΥΣ ΠΟΛΕΜΟΥΣ (1912—13) ΕΩΣ ΤΟ 1990, Συντάκτης: Απόστολος Τσομπάνης-Νότιος
2. ΤΑ ΜΕΤΑΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ ΩΣ ΤΜΗΜΑ ΤΗΣ ΔΥΣΗΣ, Συντάκτης: Γεώργιος Χρηστίδης
3. ΟΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΥΡ. ΕΝΩΣΗΣ – ΡΩΣΙΑΣ ΚΑΙ Ο ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ, Συντάκτης: Κέλλυ Παναγιωτίδη
4. ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ: ΣΟΒΙΕΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ – ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΠΡΟΣΔΟΚΙΕΣ – ΑΥΡΙΑΝΟΙ ΚΙΝΔΥΝΟΙ, Συντάκτης: Χρήστος Κατσάνης
5. ΤΟ ΣΚΟΠΙΑΝΟ ΑΙΝΙΓΜΑ – Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ – ΕΚΔΟΧΕΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΩΝ, Συντάκτης: Ιπποκράτης Δασκαλάκης
6. Η ΣΕΡΒΙΑ ΩΣ ΜΗΛΟ ΤΗΣ ΕΡΙΔΟΣ ΜΕΤΑΞΥ ΔΥΣΗΣ ΚΑΙ ΡΩΣΙΑΣ, Συντάκτες: Φίλιππος Δευτεραίος, Ευστάθιος Κουτσουράκης
7. Ο ΑΛΒΑΝΙΚΟΣ ΠΑΡΑΓΩΝ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΣΤΙΣ ΒΑΛΚΑΝΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟ ΔΥΣΗΣ – ΡΩΣΙΑΣ, Συντάκτης: Δημήτριος Σκαρβέλης
8. Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ ΣΤΑ ΑΥΡΙΑΝΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ ΚΑΙ Η ΜΟΛΔΑΒΙΚΗ ΠΡΟΕΚΤΑΣΗ, Συντάκτης: Νίκος Παπαπροκοπίου
9. Ο ΤΟΥΡΚΙΚΟΣ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΔΙΕΙΣΔΥΣΗ ΣΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ, Συντάκτης: Παναγιώτης Λεονάρδος
10. Η ΕΛΛΑΔΑ ΣΤΟΝ ΧΩΡΟ ΤΩΝ ΒΑΛΚΑΝΙΩΝ. ΑΠΕΙΛΕΣ – ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ – ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ – ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ, Συντάκτης: Βασίλειος Μαρτζούκος
11. ΒΑΛΚΑΝΙΚΟ ΟΡΑΜΑ ΕΙΡΗΝΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ –ΟΥΤΟΠΙΑ Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ; Συντάκτης: Γεώργιος Δουδούμης
09 Μαΐου 2017
08 Μαΐου 2017
Ο Ιταλο-τουρκικός Πόλεμος του 1911
«Τά ἔθνη
δὲν ἔχουν σταθερούς φίλους ἤ ἐχθρούς. Ἔχουν μόνο σταθερά συμφέροντα».
Λόρδος Ἐρρίκος Πάλμερστον, Βρετανός
πρωθυπουργός(1859-1865).
Την 29η Σεπτεμβρίου 1911, η Ιταλία με πρόσχημα την προάσπιση του εμπορίου της, κήρυξε τον πόλεμο κατά της Τουρκίας, σκοπεύοντας στην προσάρτηση της Τριπολίτιδας και της Κυρηναϊκής (σημερινή Λιβύη),[1] των τελευταίων επαρχιών της Οθωμανικής αυτοκρατορίας στην Βόρειο Αφρική. Η χρονική συγκυρία ευνόησε την ενέργεια της Ιταλίας την οποία αποδέχθηκαν η Γερμανία, η Ρωσία και η Αυστροουγγαρία, όπως επίσης το Ηνωμένο Βασίλειο που κηδεμόνευε την Αίγυπτο και η Γαλλία που κατείχε την Τυνησία, την Αλγερία και μέρος του Μαρόκου. Η ανάδειξη του Βασιλείου της Ιταλίας σε πρωτοκλασάτη δύναμη στην Ευρώπη, περνούσε από την απόκτηση κτήσεων στις αφρικανικές ακτές της Μεσογείου.
Ο Πόλεμος και η Κατάληψη των Δωδεκανήσων
Η Ιταλία υπερέχοντας συντριπτικά της Τουρκίας σε πολεμικά πλοία, αποβίβασε σε πρώτη φάση 20.000 στρατιώτες και κατέλαβε τις παραλιακές πόλεις Τρίπολη, Βεγγάζη, Ντέρνα και Τομπρούκ. Οι τουρκικές δυνάμεις αποχώρησαν στην ενδοχώρα, χωρίς όμως να παραδοθούν. Από κακή εκτίμηση και άστοχους χειρισμούς οι Ιταλοί απέτυχαν να πείσουν τις σκληροτράχηλες πολεμικές αραβικές φυλές να συμμαχήσουν μαζί τους. Οι αραβοτουρκικές δυνάμεις που ανήρχοντο σε 40.000 άνδρες νίκησαν κατ’ επανάληψη τις δυνάμεις του ιταλικού εκστρατευτικού σώματος το οποίο ενισχύθηκε με άλλους 100.000 άνδρες. Ο λοχαγός Μουσταφά Κεμάλ, μετέπειτα Ατατούρκ, διακρίθηκε στις επιχειρήσεις εναντίον των Ιταλών. Για πρώτη φορά παγκοσμίως οι Ιταλοί πραγματοποίησαν αναγνώριση και βομβαρδισμό με αεροσκάφος, το οποίο στην συνέχεια κατέρριψαν οι Τούρκοι. Η παράταση του πολέμου και η άρνηση της Τουρκίας να συνθηκολογήσει, ανάγκασαν την Ιταλία να μεταφέρει τον πόλεμο σε άλλα μέτωπα. Το ιταλικό ναυτικό εισήλθε στα στενά των Δαρδανελίων, ενώ ο ιταλικός στρατός κατέλαβε τα Δωδεκάνησα, υπό τους πανηγυρισμούς των Ελλήνων κατοίκων τους. Η Ιταλία καθησύχασε τις ευρωπαϊκές δυνάμεις ότι πρόκειται για προσωρινή ενέργεια, προκειμένου να πιέσει την Τουρκία για την υπογραφή συνθήκης ειρήνης. Η νέα κατάσταση σε συνδυασμό με τις ιταλικές νίκες στην Ντέρνα και το Σίντι Μπιλάλ, αλλά κυρίως η έναρξη του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου την 5η Οκτ. 1912, άλλαξαν τα δεδομένα. Την 15η Οκτ . 1912, η Υψηλή Πύλη υποχρεώθηκε να υπογράψει συνθήκη, στο κάστρο του Ουσύ(Ouchy) της Λωζάννης,[2] με την οποία αναγνώρισε την ιταλική κατοχή της Λιβύης. Οι Ιταλοί μέτρησαν 6.000 νεκρούς και τραυματίες, ενώ οι αντίπαλοι τους 24.000. Η Ιταλία συμφώνησε να επιστρέψει τα Δωδεκάνησα στην Οθωμανική αυτοκρατορία, μετά την αποχώρηση όλων Τούρκων δημοσίων υπαλλήλων από την Λιβύη. Δεν το έπραξε, παρά μόνο μετά την λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου το 1947, τα οποία παρέδωσε στην Ελλάδα.
Η Ελλάς Έναντι του Πολέμου
Ο
Ιταλοτουρκικός πόλεμος επηρέασε τις εξελίξεις στην χώρα μας και στα Βαλκάνια,
επισπεύδοντας την έναρξη του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου. Ο πρωθυπουργός της Ελλάδος
Ελ. Βενιζέλος επιθυμώντας να επωφεληθεί της συρράξεως, πρότεινε στον Ιταλό
πρωθυπουργό Τζιοβάνι Τζιολίτι( Giovanni
Giolitti), να αποστείλει 150.000 στρατιώτες
στην Θεσσαλία, προκειμένου να επιτεθούν μαζί με τον ελληνικό στρατό εναντίον
των τουρκικών δυνάμεων. Ο Τζιολίτι απέρριψε την πρόταση του Βενιζέλου και του
συνέστησε αυτοσυγκράτηση και σύνεση. Όπως αναφέρει ο Ιωάννης Μεταξάς-υπασπιστής
του Ελευθερίου Βενιζέλου- στο ημερολόγιο του, η κατάληψη των Δωδεκανήσων από
την Ιταλία ήταν ιδέα του Έλληνα πρωθυπουργού, την οποία μετέφερε στον Ιταλό
ομόλογο του. Πρότεινε επιπροσθέτως, μετά το κλείσιμο της ειρήνης να μην
αποδώσουν τα νησιά στην Τουρκία, αλλά να τα κηρύξουν αυτόνομα, υπό την
προστασία της Ιταλίας ή και της Ευρώπης. Οι Συνθήκες Ειρήνης
Η πραγματικότητα απέδειξε ότι η Ιταλία, αλλά και οι άλλες ευρωπαϊκές δυνάμεις ενδιαφερόντουσαν μόνο για τα δικά τους συμφέροντα. Η Ρωσία, η Μεγάλη Βρετανία και η Γαλλία υπέγραψαν μυστική συμφωνία με την Ιταλία, στο Λονδίνο τον Απρ. του 1915, με την οποία αποδέχθηκαν την προσάρτηση των Δωδεκανήσων, με αντάλλαγμα την συμπαράταξη της με την Αντάντ[3] εναντίον των Κεντρικών δυνάμεων στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η ιταλική κατοχή των Δωδεκανήσων αναγνωρίσθηκε από την Τουρκία με την συνθήκη της Λωζάννης(Ιουλ. 1923).Υπήρξε ευτύχημα η μη εμπλοκή της Ελλάδος στον Ιταλοτουρκικό πόλεμο. Η ατμόσφαιρα που δημιουργήθηκε βοήθησε την σύμπραξη της Ελλάδος με την Σερβία, την Βουλγαρία και το Μαυροβούνιο. Η συμμαχία οδήγησε στην απελευθέρωση της Μακεδονίας και της Ηπείρου από τους Τούρκους και ολοκληρώθηκε με τη νίκη επί της Βουλγαρίας, κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους.
Παπάγου
26 Απρ. 2017
Αντγος
ε.α. Ιωάννης Κρασσάς
α. Σπύρου Β. Μαρκεζίνη, Πολιτική Ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδος, ΠΑΠΥΡΟΣ ΓΡΑΦΙΚΑΙ ΤΕΧΝΑΙ Α.Ε Αθήνα
1966.
β. ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΟΣ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΧΡΥΣΟΣ
ΤΥΠΟΣ, Αθήνα 1968.
γ. Ιωάννης Μεταξάς, Το Προσωπικό του Ημερολόγιο, Εκδόσεις
ΓΚΟΒΟΣΤΗΣ ΕΚΔΟΤΙΚΗ Α.Β.Ε.Ε, Αθήνα 1962.
[1] Το 1934
οι Ιταλοί μετονόμασαν την Τριπολίτιδα και Κυρηναϊκή σε Λιβύη, λέξη την οποία
χρησιμοποιούσαν οι Αρχαίοι Έλληνες για
να περιγράψουν την περιοχή.
[2] Η
συμφωνία αναφέρεται επίσης ως «Η πρώτη συνθήκη της Λωζάννης».
[3]
Αντάντ ή «Εγκάρδια Συνεννόηση» (Entente Cordiale)
ονομάζεται η συμμαχία μεταξύ Γαλλίας και Η. Βασιλείου κατά τον Α΄ Παγκόσμιο
Πόλεμο, στην οποία προσχώρησε κατόπιν και η Ρωσία.
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΤΕΝΩΠΟ ΡΟΥΠΕΛ
Η Μάχη στο Οχυρό Ρούπελ.
Α' Παγκόσμιος πόλεμος
Πολύ
γνωστή από τους δύο παγκοσμίους πολέμους είναι η οχυρή στενωπός του
Ρούπελ, που σχηματίζεται μεταξύ του όρους Αγκίστρου και των
ανατολικών προσβάσεων του Μπέλες, (μέσα από τη στενωπό αυτή ρέει ο
ποταμός Στρυμόνας και κοντά στη βόρεια έξοδο της βρίσκεται η
ελληνοβουλγαρική μεθόριος). Λόγω της στρατηγικής της σημασίας μετά
τον Β' Βαλκανικό Πόλεμο κατασκευάσθηκε στη θέση αυτή ανασχετικό
σύστημα οχυρών, από το οποία ισχυρότερο ήταν αυτό του Ρούπελ, που
βρίσκεται προς τη βόρεια έξοδο της στενωπού.
|
Κατά τον Α'
Παγκόσμιο Πόλεμο καταλήφθηκε στις 26 Μαΐου 1916 από τις
βουλγαρογερμανικές δυνάμεις, κάτω από τις εξής συνθήκες: Στις 9.45'
ώρα ο Διοικητής του οχυρού ταγματάρχης Μαυρουδής ανέκοψε την
προέλαση 2 βουλγαρικών συνταγμάτων της 7ης Μεραρχίας, τα οποία αφού
πέρασαν το πρωί τη μεθόριο, προήλασαν προς το οχυρό. Ο ταγματάρχης
Μαυρουδής εκτελώντας διαταγές άρχισε να βάλλει με το πυροβολικό κατά
των συνταγμάτων αυτών, με αποτέλεσμα να ανακόψει την κίνηση τους.
Στη συνέχεια όμως μετά από συνεννόηση με τον Υπουργό Στρατιωτικών
διατάχθηκε να παραδώσει το φρούριο, εφ' όσον το επιτιθέμενο
στράτευμα βρισκόταν υπό τη διοίκηση Γερμανού αξιωματικού. Έτσι το
οχυρό παραδόθηκε μαζί με το βαρύ οπλισμό του στο Γερμανό
αξιωματικό Τιλ.
Β' Παγκόσμιος πόλεμος
6 Απριλίου |
H
γερμανική επίθεση εκδηλώθηκε στις 05.15 της 6ης Απριλίου. Για τον
κανονισμό των βολών πυροβολικού είχε μεταφερθεί στα
βόρεια του Στρυμόνα ένα δέσμιο στη γη αερόστατο, η
παρουσία του ήταν προκλητική καθώς η ελληνικές δυνάμεις στερούσαν
από αεροπορική κάλυψη. Ελάχιστα λεπτά αργότερα άρχισαν οι
επιθέσεις από αεροσκάφη στούκας, στόχος τους εκτός από το
οχυρό ήταν και το Κέντρο Αντίστασης Καπίνας.
Η γερμανική επίθεση στα ανατολικά του Ρούπελ
Στα ανατολικά
του αριστερού υποτομέα του Συγκροτήματος Σιδηροκάστρου έδρασαν τα
τάγματα ΙΙ/125 & ΙΙΙ/125, όπου σύμφωνα με το σχέδιο της
επίθεσης έπρεπε πρώτα να καταλάβουν το ύψωμα 350 στο
διάκενο των οχυρών Ρούπελ-Καρατάς. Για να μην
καταληφθεί το ύψωμα πολέμησαν, η διμοιρία του
φυλακίου Κούλας, και του 3ου λόχου προκάλυψης. Το ΙΙ/125
τάγμα πλησίασε, στις 06.40, το ύψωμα 350 και το κατέλαβε
με αιφνιδιαστική επίθεση, ακολουθούμενο από το ΙΙΙ/125.
|
Επίθεση του ΙΙΙ/125 γερμανικού τάγματος
Εκμεταλλευόμενοι
τις πτυχώσεις του εδάφους, οι Γερμανοί έφθασαν σε απόσταση
200 μ. από τα έργα του οχυρού Ρούπελ. Οι υπερασπιστές
του οχυρού μαζί με την βοήθεια του Καρατάς και του πυροβολικού κατάφεραν
να αποκρούσουν και της τρεις επιθέσεις του τάγματος.
Διείσδυση του ΙΙ/125 γερμανικού τάγματος στα νώτα του Ρούπελ
Οι Γερμανοί
του ΙΙ/125 τάγματος υποβλήθηκαν σε παρόμοιες δοκιμασίες, αλλά ήταν
ο μόνος πραγματικός κίνδυνος για τις ελληνικές δυνάμεις καθ’όλοι την
διάρκεια του αγώνα. Από τους 100 άντρες πέρασαν οι 60 με μια ομάδα
βαρέων πολυβόλων και μια ομάδα διαβιβαστών. Οι υπόλοιποι λόχοι του
τάγματος γνώρισαν την καταστροφή. Ο 5ος λόχος σχεδόν διαλύθηκε. Ο 8ος
κατάφερε να περάσει το βράδυ της 6-7/4 και ενώθηκε με τα υπόλοιπα
τμήματα το μεσημέρι της 7/4 με πολύ μεγάλες απώλειες.
7 Απριλίου |
Την
αυγή του 7ης Απριλίου συγκροτήθηκαν τρεις περίπολοι του Ρούπελ με
αποστολή την εκκαθάριση της περιοχής από τους εχθρούς και
την αποκατάσταση της τηλεφωνικής επικοινωνίας.
Αποτέλεσμα αυτής της περιπολίας ήταν η σύλληψη 14
αιχμαλώτων με 3 συσκευές ασυρμάτου και 2 όλμους. Επίσης δεν έλειψαν οι
αεροπορικοί βομβαρδισμοί, μάλιστα στις 7-8/4 τα στούκας
χρησιμοποίησαν βόμβες
500 κιλών. Η υποχώρηση των Γερμανών και οι μικρές
απόλυες των Ελλήνων υπερασπιστών ανύψωσαν το ηθικό των
Ελλήνων. Ο Παπακωνσταντίνου σημειώνει χαρακτηριστικά: "Το ηθικών των στρατιωτών υπέροχον. Τους βομβαρδισμούς και την
κόλασιν πυρός υποδέχοντο με ζητωκραυγάς".
Αγώνες εναντίον των Γερμανών στα νώτα του Ρούπελ
Η παρουσία των
Γερμανών στα νότια του οχυρού Ρούπελ απασχόλησε τις ελληνικές
δυνάμεις. Η διμοιρία αρμάτων που θα ενεργούσε με το απόσπασμα του
Παπαχατζή δεν χρησιμοποιήθηκε λόγω εδαφικών δυσχερειών.
Εναντίων των Γερμανών που είχαν καταλάβει το παρατηρητήριο
της 7ης πυροβολαρχίας στο ύψωμα Τεπελάρ κινήθηκαν δύο
διμοιρίες του 3ου λόχου υπό των Νιάνου και Παπαχατζή υπό
τον ανθυπολοχαγού Καρατζά. Μετά από ολοήμερη μάχη, οι ελληνικές
δυνάμεις κατάφεραν να απωθήσουν τους Γερμανούς στο ύψωμα Γκολιαμά
ανάμεσα στο χωριό Κλειδί και το λόφο Λουτρών.
|
8 Απριλίου |
Στις
6:00 το πρωί της 8ης Απριλίου το οχυρό Ρούπελ δέχτηκε νέο σφοδρό
βομβαρδισμό από την αεροπορία και το πυροβολικό, που συνεχίστηκε όλη
την ημέρα. Οι Γερμανοί του ΙΙΙ/125 τάγματος ετοιμάστηκαν για νέα
επίθεση με τρεις ομάδες εδάφους και μία διμοιρία σκαπανέων. Για το
σκοπό αυτό ενισχύθηκε με δύο διμοιρίες του 13ου και 14ου λόχου.Οι
απώλειες του οχυρού την ημέρα αυτή ήταν ένας νεκρός και τέσσερις
τραυματίες οπλίτες ενώ οι υλικές ήταν ελάχιστες. Σημαντικές, αντίθετα,
ήταν οι απώλειες του εχθρού. Ενέργειες για την εξουδετέρωση των Γερμανών
στα νώτα του Ρούπελ. Πιο σοβαρή ήταν η κατάσταση στα νότια του οχυρού
αφού το ΙΙ/125 τάγμα ενισχύθηκε από την κάθοδο των γερμανών δυνάμεων
της 5ης Ορεινής Μεραρχίας στα δυτικά του Στρυμόνα.
|
Η
κατάσταση χειροτέρεψε για την ελληνική πλευρά γιατί η Ομάδα Μεραρχιών
διέταξε τα τάγματα του 41 Συντάγματος Πεζικού να
επιστρέψουν στης αρχικές τους θέσεις μάχης. Η κατάσταση
ήταν κρίσιμη καθώς η επόμενη προγραμματισμένη ενέργεια ήταν η
διάβαση του Στρυμόνα από την 5η Ορεινή Μεραρχία.
9 Απριλίου |
Το
οχυρό Ρούπελ υπέστη βομβαρδισμούς πυροβολικού και αεροπορίας και την
ημέρα αυτή. Μέχρι το μεσημέρι οι βομβαρδισμοί ήταν μικρής έντασης αλλά
από τις 14:00 μετατράπηκαν σε σφοδρούς. Στις 12:30, όμως, όταν
επρόκειτο να εφορμήσουν τα τμήματα κρούσης, το ελληνικό πυροβολικό
εξαπέλυσε στους χώρους εξόρμησης το φονικό πυρ και προκλήθηκαν πολλές
και βαριές απόλυες στους Γερμανούς. Μετά από αυτό τα γερμανικά τμήματα
άρχισαν να οπισθοχωρούν. Οι απόλυες του οχυρού ήταν πέντε νεκροί και
έντεκα τραυματίες. Στις 17:00 προσήλθαν Γερμανοί κήρυκες για να
γνωστοποιήσουν την συνθηκολόγηση του ΤΣΑΜ ζητώντας την παράδοση του
οχυρού.
|
Ο
διοικητής του, Ταγματάρχης Γεώργιος Δουράτσος απάντησε ότι τα οχυρά δεν
παραδίδονται αλλά καταλαμβάνονται και ότι θα συνεχίσει τον αγώνα
στερούμενος άλλων διαταγών. Ο κήρυκας διαβεβαίωσε στην στρατιωτική του
τιμή ότι δεν επρόκειτο για απάτη και όρισε συνάντηση για την 6:00 της
επόμενης 10/4. Το οχυρό επικοινώνησε με τη Μεραρχία όπου κοινοποίησε
την συνθηκολόγηση. Η αντίδραση των ανδρών του οχυρού ήταν ότι ο αγώνας
έπρεπε να συνεχιστή. Την επομένη 10 Απριλίου 1941 έλαβε χώρα η παράδοση
του οχυρού. Τα γερμανικά τμήματα "μας εσεβάσθησαν και μας ετίμησαν",
σύμφωνα με την έκθεση Πλευράκη. Έξω από το οχυρό ήταν παραταγμένο
γερμανικό τμήμα και απέδωσαν τιμές. Ο εντεταλμένος για την παραλαβή του
οχυρού Γερμανός αξιωματικός συγχάρηκε τον διοικητή του, Ταγματάρχη
Γεώργιο Δουράτσο, διαβεβαιώνοντας τα συγχαρητήρια και το θαυμασμό των
ανωτέρων του. Τόνισε μάλιστα ότι για τους Γερμανούς αποτελούσε τιμή και
υπερηφάνεια ότι είχαν ως αντίπαλο έναν τόσον ηρωικό στρατό. Σχετικά με
τις απόλυες των εμπολέμων στον αριστερό υποτομέα του Συγκροτήματος
Σιδηροκάστρου, ο Πλευράκης σημειώνει στην έκθεση του: "Αι απώλειαι
ασήμαντοι έναντι τοιούτου αγώνος ώστε περιορισθεί σε 4 νεκρούς
αξιωματικούς και 40 άνδρες τραυματίες 2 αξιωματικοί και 150 άνδρες.
Απεναντίας του αντιπάλου βαρύτατε ως μαρτυρούν τα υπάρχοντα νεκροταφεία
και ας αποσιωπώ δια λόγους σκοπιμότητος".
|
|
06 Μαΐου 2017
Υπολογίστε τις μειώσεις των 2019 και 2020 στις Συντάξεις (Αφορά ΕΔ και ΣΑ) του Σχη εα Απ. Παπαπαρίση
Θεωρώ ότι οι υπολογισμοί που κάνει ο συνάδελφος Αχιλλέας Καρασαβίδης
στον τομέα των συντάξεων των στελεχών των ΕΔ και των ΣΑ είναι μακράν
πιο αξιόπιστοι από οποιοδήποτε άλλου που προσπαθεί να υπολογίσει τι
μέλλει γενέσθαι. Δεν είναι τυχαίο ότι υπάρχει μονίμως στο προσωπικό μου
blog εικόνα σε εμφανή θέση που να παραπέμπει στο site του (κάτω δεξιά).
Υπήρχε και στο παλαιό blog της ΕΑΑΣ Λάρισας.
Ο καθένας μας λοιπόν μπορεί με απλά βήματα να υπολογίσει
τη δική του σύνταξη αλλά και τις μειώσεις που θα έχει με την εφαρμογή
των μέχρι σήμερα γνωστών στοιχείων λόγω νόμου 4387/2016 αλλά και με βάση
τις διαρροές κυβερνητικών πηγών ως επιπρόσθετες πληροφορίες. Ας δούμε
τα βήματα.
1ο βήμα: Διαβάστε [ΕΔΩ] με προσοχή τις αναλυτικές οδηγίες.
2ο βήμα: Πατήστε [ΕΔΩ] για συμπλήρωση των προσωπικών σας στοιχείων. Θα δείτε και πόσο είναι η προσωπική σας διαφορά. Θα δείτε ακόμη ότι σε πολλους από εμάς δεν θα υπάρχει ΕΑΣ, λόγω νέας βασικής σύνταξης μικρότερης των 1.400 ευρώ. Το σημαντικότερο θα δείτε
ποιο θα είναι το καθαρό ποσό της σύνταξης που θα κατατίθεται στο
λογαριασμό σας, το 2019 αλλά και το 2020, αν βέβαια δε συμβεί κάτι ακόμα
χειρότερο.
ΣΥΜΒΟΥΛΗ:
Σώστε σε εικόνα ή άλλη μορφή τα αποτελέσματα για το έτος 2014, 2017,
2019, 2020 για να μπορείτε να τα επεξεργαστείτε με την ησυχία σας.
Αποτέλεσμα προσωπικό: Το έκανα και βρήκα ότι το 2019 σε σχέση με σήμερα θα έχω μια μείωση 180 ευρώ στο καθαρό ποσό της σύνταξης, η οποία το 2020 θα αυξηθεί και θα φτάσει τα 220 ευρώ.
Αποστόλης Παπαπαρίσης
Υ.Γ.1 Επαληθεύονται με απίστευτη ακρίβεια τα αναγραφόμενα στην από 11/10/2016 ανάρτηση Σοκ για νέους συνταξιούχους - Αρμαγεδδών η «προσωπική διαφορά» ως
προς τα αποτελέσματα με μία μόνη διαφορά. Την προσωπική διαφορά τελικά
την υπολόγισαν αφού αφαίρεσαν τους μνημονιακούς νόμους, γεγονός που
ουδόλως επηρεάζει τη νέα βασική σύνταξη αλλά ούτε και το καθαρό ποσό της
σύνταξης. Είχα
υπολογίσει με τα τότε ελλιπή στοιχεία ότι η νέα βασική σύνταξη
μου από 2.145 ευρώ μικτά θα γινόταν 1.291 ευρώ μικτά και τώρα βρίσκω ότι
θα είναι 1.320 ευρώ μικτά (απόκλειση 29 ευρώ).
Υ.Γ.2 Αν θέλετε ενημερώστε με για τα αποτελέσματα των υπολογισμών σας.
04 Μαΐου 2017
02 Μαΐου 2017
Η Μάχη των Οχυρών (06 - 10 Απρ 1941)
Ύστερα
από την απρόκλητη ιταλική επίθεση της 28ης Οκτωβρίου, οι ενδείξεις για
άμεση επέμβαση της Βουλγαρίας ήταν συγκεχυμένες, μέχρι το τέλος του
1940. Εξάλλου, η σαφής δήλωση της Τουρκίας ότι θα αντιμετώπιζε τη
Βουλγαρία, αν αυτή ενεργούσε εναντίον της Ελλάδας και η διαβεβαίωση της
Γερμανίας ότι δεν είχε πρόθεση να επιτεθεί εναντίον της, έδωσαν στην
Ελλάδα τη δυνατότητα να μετακινήσει δυνάμεις, από το θέατρο επιχειρήσεων
προς τη Βουλγαρία, στο αλβανικό μέτωπο. Έτσι, στην ανατολική Μακεδονία
και Θράκη είχαν απομείνει ελάχιστες δυνάμεις, όταν από τον Ιανουάριο του
1941 αντιμετωπιζόταν η πιθανότητα γερμανικής επιθέσεως.
Πράγματι, από το Νοέμβριο του 1940 οι
Γερμανοί, αν και εξακολουθούσαν να παρέχουν διαβεβαιώσεις έναντι της
Ελλάδας, είχαν αποφασίσει να επιτεθούν εναντίον της, αφού είχαν ήδη
εξασφαλίσει τη σιωπηρή συγκατάθεση της Ρωσίας. Στις 13 Δεκεμβρίου 1940 ο
Χίτλερ εξέδωσε γενικές οδηγίες, στις οποίες η προβλεπόμενη επίθεση
εναντίον της Ελλάδας για το Μάρτιο αναφέρεται για πρώτη φορά με το
συνθηματικό όνομα «ΜΑΡΙΤΑ». Στις 2 Μαρτίου 1941, η 12η Γερμανική Στρατιά
άρχισε να εισέρχεται στο βουλγαρικό έδαφος και στις 9 Μαρτίου οι
εμπροσθοφυλακές των εμπρός Μεραρχιών είχαν φθάσει στα ελληνοβουλγαρικά
σύνορα.
Η Ελλάδα δεν ήταν δυνατό να αντισταθεί
μόνη της και με επιτυχία εναντίον και της δεύτερης αυτοκρατορίας. Η
βρετανική κυβέρνηση είχε όλη την καλή διάθεση να ενισχύσει την Ελλάδα
δεν είχε όμως τη δυνατότητα. Μετά απ’ αυτό στις συσκέψεις της 15ης και
16ης Ιανουαρίου 1941, στις οποίες έλαβε μέρος και ο Αρχιστράτηγος των
βρετανικών δυνάμεων στη Μέση Ανατολή, Στρατηγός Γουέϊβελ (Wavel), ο
Πρόεδρος της Ελληνικής Κυβερνήσεως απέκρουσε τη βρετανική πρόταση
αποστολής στην Ελλάδα ανεπαρκών δυνάμεων που δεν θα πρόσφεραν τίποτα το
αξιόλογο στην ελληνική αντίσταση και οπωσδήποτε θα επιτάχυναν την κάθοδο
των Γερμανών και θα επηρέαζαν, ίσως, δυσμενώς τη στάση της Τουρκίας και
της Γιουγκοσλαβίας. Ο Πρωθυπουργός εξάλλου, πήρε την απόφαση να καλέσει
τους Βρετανούς να αποβιβαστούν στην Ελλάδα, μόλις τα γερμανικά
στρατεύματα θα εισέρχονταν στη Βουλγαρία, οπότε οι γερμανικές προθέσεις
θα αποκαλύπτονταν οριστικά. Μετά απ’ αυτό η βρετανική συνδρομή
περιορίσθηκε στην προστασία με το στόλο και σε ασθενή αεροπορική
βοήθεια. Μετά το θάνατο του Πρωθυπουργού Ι. Μεταξά, ο Αλεξ. Κορυζής που
τον διαδέχθηκε επανέλαβε στις 8 Φεβρουαρίου τη δήλωση προς τη βρετανική
κυβέρνηση για την απόφαση της Ελλάδας να αμυνθεί κατά των Γερμανών και
πρότεινε και πάλι να μην αποσταλούν βρετανικά στρατεύματα στη Μακεδονία,
αν οι Γερμανοί δεν εισέρχονταν στη Βουλγαρία.
Οι ενισχύσεις των Βρετανών μαζί με τις
διατιθέμενες ελληνικές δυνάμεις στη Μακεδονία και τη Θράκη δεν
επαρκούσαν για την άμυνα της Ανατολικής Μακεδονίας και πολύ περισσότερο
και της Δυτικής Θράκης. Από στρατιωτικής απόψεως ήταν σκόπιμη η έγκαιρη
εκκένωση της οχυρωμένης τοποθεσίας και η μεταφορά της άμυνας στην
οικονομικότερη και «φύσει οχυρά» τοποθεσία
Καϊμακτσαλάν-Βέρμιο-Αλιάκμονας. Η εγκατάλειψη όμως της Θράκης και του
μεγαλύτερου μέρους της Μακεδονίας με τη Θεσσαλονίκη, πέρα από την
ψυχολογική πλευρά και τον ηθικό αντίκτυπο στον ελληνικό πληθυσμό, θα
συνδεόταν και με τη στάση της Τουρκίας και της Γιουγκοσλαβίας. Η
τελευταία που επηρέαζε και άμεσα την άμυνα της Ελλάδας δεν αποσαφήνιζε
την εξωτερική της πολιτική. Έτσι, κατ’ ανάγκη, τα στρατηγικά σχέδια για
την άμυνα του ελληνικού χώρου θεμελιώθηκαν σε προϋποθέσεις, σχετικά με
τη στάση της Γιουγκοσλαβίας ως εξής:
- Με τη Γιουγκοσλαβία σύμμαχο της Μεγάλης Βρετανίας και της Ελλάδας, ο αγώνας έπρεπε να διεξαχθεί επί της οχυρωμένης τοποθεσίας από Κερκίνη (Μπέλες) μέχρι το Νέστο, γνωστής ως «Γραμμής Μεταξά».
- Αν όμως η Γιουγκοσλαβία επέτρεπε τη διέλευση γερμανικών στρατευμάτων από το έδαφός της, τότε ούτε η γραμμή των οχυρών αλλά ούτε και αυτή του Καϊμακτσαλάν-Βέρμιο-Αλιάκμονας δεν προσφερόταν ως τοποθεσία αντιστάσεως κατά της γερμανικής εισβολής.
- Η μόνη πλέον καταλληλότερη γραμμή άμυνας ήταν: Ελληνοαλβανική μεθόριος-Σμόλικας όρος-Αλιάκμονας ποταμός-Όλυμπος, στην οποία είχαν αρχίσει να εκτελούνται αμυντικά έργα.
Στις 22 Φεβρουαρίου έφθασαν μυστικά στην
Αθήνα ο Βρετανός Υπουργός Εξωτερικών Άντονυ Ήντεν, ο Αρχηγός του
βρετανικού Επιτελείου, Στρατάρχης Ντηλ, ο Στρατάρχης της αεροπορίας
Λόγκμορ και ο Πλοίαρχος Ντίκι, αντιπρόσωπος του Ναυάρχου Κάνιγγαμ. Σε
σύσκεψη που έγινε υπό την προεδρία του Βασιλιά, ο Αρχιστράτηγος Αλ.
Παπάγος δέχθηκε καταρχήν την εκκένωση ολόκληρης της ελληνικής περιοχής
ανατολικά του Αξιού και τη μεταφορά δυνάμεων στην τοποθεσία Βερμίου,
στην οποία όμως θα τάσσονταν και οι βρετανικές ενισχύσεις, εφόσον όμως
θα είχε χαθεί και η τελευταία ελπίδα εξόδου της Γιουγκοσλαβίας στον
πόλεμο, στο πλευρό των Συμμάχων. Μετά την είσοδο όμως των Γερμανών στη
Βουλγαρία, στις 2 Μαρτίου, η εκκένωση της περιοχής αυτής κρίθηκε πλέον
από τον Έλληνα Αρχιστράτηγο ως άκαιρη και ασύμφορη και για τον πρόσθετο
λόγο ότι και η στάση της Γιουσγκοσλαβίας δεν είχε ακόμη αποσαφηνισθεί.
Έτσι, κατά τη διάρκεια αλλεπάλληλων
συσκέψεων που έλαβαν χώρα από 2-4 Μαρτίου για την εξέταση της
καταστάσεως, ενώ τα γερμανικά στρατεύματα διέσχιζαν τη Βουλγαρία, το
Ελληνικό Επιτελείο πρότεινε να διατεθούν όλες οι ελληνοβρετανικές
δυνάμεις στην οχυρωμένη τοποθεσία Κερκίνη (Μπέλες). Προ της επιμονής
όμως των Βρετανών, οι οποίοι υποστήριζαν την εγκατάλειψη της τοποθεσίας
Κερκίνης (Μπέλες) και την κατάληψη της τοποθεσίας Βερμίου, ο Έλληνας
Αρχιστράτηγος υπέβαλε συμβιβαστική πρόταση που έγινε αποδεκτή από τους
Βρετανούς και είχε ως εξής:
- Η Δυτική Θράκη θα εκκενωνόταν και θα παρέμεναν σ’ αυτή μόνο οι δυνάμεις των Οχυρών Εχίνου και Νυμφαίας και μερικοί λόχοι Προκαλύψεως.
- Οι εξοικονομούμενες ελληνικές δυνάμεις
μαζί με εκείνες της Ανατολικής Μακεδονίας θα κατανέμονταν σε δύο
κλιμάκια, προοριζόμενα να αμυνθούν σε δύο τοποθεσίες:
- Στην οχυρωμένη «Γραμμή Μεταξά» τρεις μεραρχίες, μία ταξιαρχία και οι δυνάμεις των Οχυρών.
- Στην τοποθεσία Βερμίου η 12η και 20η Μεραρχίες Πεζικού, η 19η Μηχανοκίνητη Μεραρχία και οι βρετανικές δυνάμεις που θα έφταναν στον Πειραιά και θα προωθούνταν στη συνέχεια στην τοποθεσία αυτήν.
Η κατάτμηση των ελληνοβρετανικών δυνάμεων
σε δύο τοποθεσίες αποτελούσε, όπως ήταν φυσικό, σοβαρό μειονέκτημα. Οι
δυνάμεις αυτές που ήταν ανεπαρκείς για την αποτελεσματική αντιμετώπιση
του εχθρού σε μία τοποθεσία, βρέθηκαν στην ανάγκη, για γενικότερους
πολιτικο-στρατιωτικούς λόγους, να κατατμηθούν σε δύο τοποθεσίες.
Ιδιαίτερα, επισφαλής ήταν η θέση των δυνάμεων του Τμήματος Στρατιάς
Ανατολικής Μακεδονίας (ΤΣΑΜ) που ήταν εκτεθειμένο στον κίνδυνο της
αποκοπής των δυνάμεών, στην περίπτωση υπερκερωτικής ενέργειας του εχθρού
από τα δυτικά. Ο Διοικητής του ΤΣΑΜ, προ της διαφαινόμενης γερμανικής
επιθέσεως, με έκθεσή του προς το Γενικό Στρατηγείο, στις 5 Μαρτίου,
ζητούσε τη διάθεση σοβαρών ενισχύσεων για την άμυνα της τοποθεσίας
Κερκίνης (Μπέλες) – Νέστος. Μετά από αλλεπάλληλες μελέτες και ανταλλαγές
απόψεων μεταξύ Γενικού Στρατηγείου και ΤΣΑΜ, έγινε τελικά στις 25
Μαρτίου στη Θεσσαλονίκη σύσκεψη υπό την προεδρία του Διοικητή του ΤΣΑΜ,
στην οποία συμμετείχαν ο αντιπρόσωπος του Γενικού Στρατηγείου, ένας
βρετανός Ταξίαρχος και ο Διευθυντής του 3ου Γραφείου του Τμήματος
Στρατιάς Κεντρικής Μακεδονίας (ΤΣΚΜ). Κατά τη σύσκεψη ο Διοικητής του
ΤΣΑΜ υποστήριξε την ανάγκη συνενώσεως των δυνάμεων των δύο τοποθεσιών
και υπέδειξε ως καταλληλότερη την τοποθεσία Κερκίνη-Νέστος. Ο Βρετανός
Αντιπρόσωπος, αντίθετα, υποστήριξε τη μεταφορά των δυνάμεων στη γραμμή
Βερμίου. Ο εκπρόσωπος του Γενικού Στρατηγείου δήλωσε ότι οι κινήσεις
προς τα πίσω δεν μπορούσαν να γίνουν, γιατί δεν υπήρχε πια ο
απαιτούμενος χρόνος και συνεπώς το ΤΣΑΜ έπρεπε να αμυνθεί στην τοποθεσία
Κερκίνη-Νέστος, στην οποία άλλωστε και βρισκόταν ήδη αναπτυγμένο.
Η ημέρα της ενάρξεως της επιχειρήσεως του
σχεδίου «ΜΑΡΙΤΑ» πλησίαζε, χωρίς η Γιουγκοσλαβία να έχει καθορίσει τη
θέση της. Για την εκτέλεση όμως του σχεδίου ήταν απαραίτητη η
χρησιμοποίηση της σιδηροδρομικής γραμμής
Βελιγραδίου-Νύσσας-Θεσσαλονίκης. Έτσι, ασκήθηκε πίεση και εξαναγκάσθηκε η
Γιουγκοσλαβία να υπογράψει στις 25 Μαρτίου (την ημέρα που συζητούνταν
στη Θεσσαλονίκη η συνένωση των ελληνοβρετανικών δυνάμεων σε μία
τοποθεσία) πρωτόκολλο προσχωρήσεώς της στο τριμερές σύμφωνο
(Γερμανία-Ιταλία-Ιαπωνία).
Σε νέα σύσκεψη που έγινε στην Αθήνα την
επομένη 26 Μαρτίου, ο Διοικητής του ΤΣΚΜ υποστήριξε τη μεταφορά των
δυνάμεων του ΤΣΑΜ στην τοποθεσία Βερμίου. Την άποψη αυτή τελικά δέχθηκε
και ο Διοικητής του ΤΣΑΜ, εξαιτίας των γνωστών αντιρρήσεων των Βρετανών
και κυρίως γιατί, την προηγούμενη ημέρα, η Γιουγκοσλαβία είχε
προσχωρήσει στον Άξονα με αντάλλαγμα την υπόσχεση για παραχώρηση της
Θεσσαλονίκης. Έφτασε όμως στο μεταξύ η πληροφορία για επικείμενο
πραξικόπημα στη Γιουγκοσλαβία προς ανατροπή της κυβερνήσεως Τσβέτκοβιτς
που είχε υπογράψει σύμφωνο με τη Γερμανία και ύστερα απ’ αυτό
αποφασίστηκε οριστικά η παραμονή και ενίσχυση του ΤΣΑΜ στην τοποθεσία
Κερκίνη (Μπέλες)-Νέστος.
Πράγματι τη νύχτα 26/27 Μαρτίου
εκδηλώθηκε πραξικόπημα στη Γιουγκοσλαβία, ανέτρεψε την Κυβέρνηση,
κατήγγειλε τις συμφωνίες με τη Γερμανία και κήρυξε γενική επιστράτευση.
Έτσι, οι προθέσεις της ελληνικής ηγεσίας εντοπίσθηκαν στην ενίσχυση των
δυνάμεων της Ανατολικής Μακεδονίας, ώστε να εξασφαλισθεί η οχυρωμένη
τοποθεσία Κερκίνη-Νέστος και απέβλεπαν στην προώθηση προς την Ανατολική
Μακεδονία των ελληνικών Μεραρχιών της τοποθεσίας Βερμίου, μόλις θα
συγκεντρώνονταν εκεί οι βρετανικές δυνάμεις. Αρχή της προωθήσεως ήταν η
διάθεση της ΧΙΧ Μηχανοκίνητης Μεραρχίας στο ΤΣΑΜ.
Αντίθετα,
η κατάσταση που δημιουργήθηκε στη Γιουγκοσλαβία, αναστάτωσε τους
Γερμανούς που σχεδίαζαν να αρχίσουν την επιχείρηση «ΜΑΡΙΤΑ» στις 28
Μαρτίου. Το νέο γερμανικό σχέδιο, για την παράλληλη επίθεση κατά της
Ελλάδας και της Γιουγκοσλαβίας εκπονήθηκε μέσα σε 24 ώρες και προέβλεπε
να εφαρμοστεί η μέθοδος της «διαδοχικής εξορμήσεως» (FLYING START), λόγω
της μη ολοκληρώσεως της στρατηγικής συγκεντρώσεως των δυνάμεων που θα
ενεργούσαν κατά της Γιουγκοσλαβίας. Οι ημερομηνίες ενάρξεως των
επιχειρήσεων καθορίσθηκαν στη συνέχεια και είχαν ως εξής :
- Οι γερμανικές δυνάμεις κατά μήκος των ελληνικών και νοτιοανατολικών γιουγκοσλαβικών συνόρων θα ενεργούσαν στις 6 Απριλίου προς Θεσσαλονίκη και Σκόπια.
- Οι τεθωρακισμένες δυνάμεις της περιοχής Σόφιας στις 8 Απριλίου προς Νύσσα-Βελιγράδι.
- Οι δυνάμεις της περιοχής Ρουμανίας-Ουγγαρίας και Γκρατς, στις 10 Απριλίου προς Ζάγκρεμπ και Βελιγράδι. Επιπλέον, προωθημένα τμήματα της 2ης Στρατιάς θα προέλαυναν για να καταλάβουν τις γέφυρες και σήραγγες στα σύνορα Αυστρίας-Γιουγκοσλαβίας, για να διευκολύνουν την παραπέρα προέλαση της Στρατιάς.
Το αρχικό σχέδιο του Χίτλερ για την
επιχείρηση «ΜΑΡΙΤΑ» προέβλεπε ότι για την κατάληψη της Ελλάδας και τη
συγκράτηση της Τουρκίας θα διατίθονταν 24 Μεραρχίες. Απ’αυτές οι 17
βρίσκονταν στη Βουλγαρία από τις 17 Μαρτίου. Για την αντιμετώπιση και
της Γιουγκοσλαβίας το Γερμανικό Επιτελείο συγκρότησε τη 2η Στρατιά,
αποτελούμενη από 9 Μεραρχίες και διέθεσε από τη 12η Στρατιά την
Τεθωρακισμένη Ομάδα Κλάιστ, η οποία προοριζόταν αρχικά για τις
επιχειρήσεις εναντίον της Ελλάδας.
Περιγραφη του Πεδιου Μαχης
Η
περιοχή επιχειρήσεων της Ανατολικής Μακεδονίας εκτεινόταν από τον
ποταμό Αξιό μέχρι τον ποταμό Νέστο. Έτσι, η κοιλάδα του Αξιού στο
ελληνικό έδαφος αποτελεί άξονα εισβολής από το γιουγκοσλαβικό έδαφος
προς τη Θεσσαλονίκη και αντίστροφα.
Ανατολικότερα ο ποταμός Στρυμόνας
διέρχεται τη στενωπό του Ρούπελ, ρέει προς τα νότια διαμέσου των
πεδιάδων Σερρών και Νιγρίτας και εκβάλλει στο Αιγαίο. Η κοιλάδα του
αποτελεί τη συντομότερη οδό από το υψίπεδο της Σόφιας προς το Αιγαίο και
αντίστροφα. Εξαιτίας όμως της φύσεως του εδάφους που σχηματίζει πολλές
στενωπούς (Ρούπελ, Κρέσνας και Τζουμαγιάς), οι επιχειρήσεις στον άξονα
αυτό δυσχεραίνονται, γιατί προσκρούουν σε φυσικές ισχυρές γραμμές.
Ο ποταμός Νέστος, κατά τη ροή του από τα
βόρεια προς τα νότια, συσφίγγεται μεταξύ ορεινών όγκων με κάθετες όχθες
σχεδόν και στις δύο πλευρές του. Η κοιλάδα του συνεπώς δεν προσφέρεται
ως άξονας προελάσεως από τα βόρεια προς τα νότια ή και αντίστροφα.
Αντίθετα, αποτελεί σοβαρό αμυντικό κώλυμα για την απόκρουση επιθέσεων
κατά της Ανατολικής Μακεδονίας από τα βορειανατολικά και ανατολικά.
Χαρακτηριστικό σημείο της όλης περιοχής
αποτελεί η οροσειρά της Κερκίνης, της οποίας η στενότατη κορυφογραμμή
χρησιμεύει και ως οροθετική γραμμή. Η άμυνα επί της Κερκίνης είναι
προβληματική, αν όχι αδύνατη, χωρίς την κατάληψη και χρησιμοποίηση
μέρους τουλάχιστον των βόρειων κλιτύων της.
Στο βόρειο τμήμα της υπόψη περιοχής και
κατά μήκος της ελληνοβουλγαρικής μεθορίου και μερικώς της
ελληνογιουγκοσλαβικής μεθορίου, είχε κατασκευασθεί από το 1936-1940 η
οχυρωμένη τοποθεσία της «Γραμμής Μεταξά». Αυτή στοιχιζόταν με τα μόνιμα
οχυρά που είχαν κατασκευασθεί για την απαγόρευση κυρίως των διαβάσεων
επί και μεταξύ των ορεινών όγκων Κερκίνης (Μπέλες), Τσιγκέλι, υψίπεδο
Κάτω Νευροκοπίου και Μποζ Νταγ. Από τις αρχές 1939 η τοποθεσία
επεκτάθηκε προς τα ανατολικά στη δυτική όχθη του Νέστου, από το
Παρανέστι μέχρι τις εκβολές του, ενώ από τις αρχές του 1941, όταν
διαφάνηκε η γερμανική απειλή, επεκτάθηκε και προς τα δυτικά μεταξύ του
Αξιού ποταμού και της λίμνης Δοϊράνης.
Σκοπός της οργανώσεως της παραπάνω
τοποθεσίας ήταν να καλύψει αρχικά την επιστράτευση και τη στρατηγική
συγκέντρωση στην περιοχή αυτή, ενώ στη συνέχεια να αποτελέσει την κύρια
αμυντική τοποθεσία του Ελληνικού Στρατού και τη βάση εξορμήσεως για τις
επιθετικές επιχειρήσεις, εφόσον δημιουργούνταν ευνοϊκές συνθήκες. Η
γραμμή αυτή παρουσίαζε αξιόλογη αμυντική ισχύ, της οποία η αξία ασφαλώς
θα ήταν πολλαπλάσια αν επανδρωνόταν, όπως είχε αρχικά προβλεφθεί, με
επαρκή τμήματα επιφανείας για την κάλυψη των πλευρών των οχυρών και την
εκτέλεση αντεπιθέσεων. Τα τμήματα όμως είχαν αισθητά μειωθεί προς όφελος
του αλβανικού μετώπου.
Τα οχυρά που είχαν κατασκευασθεί στην παραπάνω τοποθεσία ήταν τα εξής:
- Στην Κερκίνη: Ποποτλίβιτσα, Ιστίμπεη, Κελκαγιά, Παλιουριώνες, Αρπαλούκι.
- Στην περιοχή Αγκίστρου: Ρούπελ, Καρατάς, Κάλη.
- Μεταξύ Αλή Μπουτούς και Μαύρο Βουνό: Το Οχυρό Περσέκ.
- Στο υψίπεδο Κάτω Νευροκοπίου: Μπαμπαζώρα, Μαλιάγκα, Περιθώρι, Παρταλούσκα, Ντάσαβλη, Λίσσε, Πυραμιδοειδές.
- Στην περιοχή Βώλακα: Καστίλο, Άγιος Νικόλαος, Μπαρτίσεβα.
- Στην περιοχή Δυτικής Θράκης: Εχίνος, Νυμφαία.
Συνολικά είχαν κατασκευασθεί 21 οχυρά, τα οποία προβλεπόταν σε περίπτωση πολέμου να επανδρωθούν με δύναμη 10.000 ανδρών.
Κάθε οχυρό αποτελούσε στο σύνολό του
περίκλειστο έργο από ένα ή περισσότερα στεγανά συγκροτήματα, ικανό να
αμυνθεί προς κάθε κατεύθυνση και περιλάμβανε ενεργητικά σκέπαστρα
(πυροβολεία, πολυβολεία, παρατηρητήρια, οπτικούς σταθμούς) καθώς και
εξόδους για τον ανεφοδιασμό και την εκτέλεση αντεπιθέσεων.
Διάφορες άλλες κατασκευές συμπλήρωναν το
συγκρότημα κάθε οχυρού, όπως υπόγειοι θάλαμοι ανδρών, αποθήκες με επαρκή
εφόδια για την κάλυψη αναγκών 15 ημερών άμυνας, σταθμοί διοικήσεως,
σταθμοί επιδέσεως, χώροι υγιεινής, μαγειρεία, θέσεις υδροληψίας κτλ.
Ο αερισμός και ο φωτισμός των υπόγειων
χώρων εξασφαλιζόταν στα μεγάλα συγκροτήματα οχυρών με ηλεκτρικές
εγκαταστάσεις, ενώ στα μικρότερα και με χειροκίνητους ανεμιστήρες και
λάμπες πετρελαίου.
Μεταξύ της μεθορίου και της οχυρωμένης
τοποθεσίας είχαν κατασκευασθεί πρόχειρα έργα εκστρατείας για την
επιβράδυνση του εχθρού. Από τα σύνορα και σε σημαντικό βάθος στο
εσωτερικό της τοποθεσίας, είχαν κατασκευασθεί, επίσης, ισχυρά παθητικά
αντιαρματικά κωλύματα, καθώς και έργα ενεργών αντιαρματικών μέσων,
πλήρες σύστημα καταστροφών, άρτιο οδικό δίκτυο και πολλαπλά δίκτυα
τηλεπικοινωνιών.
Αξίζει να σημειωθεί ότι τόσο η Γερμανική,
όσο και η Βουλγαρική Υπηρεσία Πληροφοριών δεν είχαν επαρκή στοιχεία
για τις θέσεις, τον οπλισμό και τη δύναμη των οχυρών. Γενικά, νόμιζαν
ότι ήταν εγκατεσπαρμένα σκυρόδετα σκέπαστρα, γι’ αυτό η αποκάλυψη της
μορφής των οχυρών μετά την επίθεση αποτέλεσε γι’ αυτούς μεγάλη έκπληξη.
Επειδή ολόκληρη η τοποθεσία
Κερκίνη-Νέστος διέτρεχε τον κίνδυνο υπερκεράσεως από το αριστερό πλευρό
της, που στηριζόταν στον Αξιό ποταμό, όπου η οργάνωση του εδάφους δεν
είχε φθάσει σε ικανοποιητικό βαθμό, είχε οργανωθεί μία δεύτερη αμυντική
τοποθεσία, η «Τοποθεσία Κρουσίων», μεταξύ των λιμνών Δοϊράνης και
Κερκίνης.
Η οργάνωση της παραπάνω δεύτερης γραμμής
επιβλήθηκε και από το γεγονός ότι η τοποθεσία στην Κερκίνη παρουσίαζε
σχετικά μειωμένη αμυντική ισχύ, επειδή η οχύρωση είχε γίνει σε πολύ
μικρή απόσταση από τα σύνορα και έτσι μπορούσε ο εχθρός να εξουδετερώσει
τα μετωπικά όργανα πυρός με όπλα ευθυτενούς τροχιάς. Εξάλλου, δεν
υπήρχε το αναγκαίο βάθος στη τοποθεσία για ελιγμό προς άμυνα, καθόσον οι
πλαγιές της Κερκίνης κατέρχονται απότομα προς το ελληνικό έδαφος. Η
αλυσίδα των οχυρών συμπληρωνόταν με την οργάνωση έργων εκστρατείας σε
δευτερεύουσες κατευθύνσεις, οι οποίες θα καταλαμβάνονταν από μονάδες του
στρατού εκστρατείας.
Δυναμεις και Διαταξη Γερμανων
Έναντι των ελληνικών δυνάμεων η Γερμανία
είχε συγκεντρώσει στη Βουλγαρία και τη Ρουμανία τη 12η Στρατιά υπό το
Στρατάρχη Φον Λιστ. Αυτή περιλάμβανε αρχικά 10 Μεραρχίες Πεζικού, από
τις οποίες 2 μηχανοκίνητες, 5 Τ/Θ Μεραρχίες, 3 Ορεινές Μεραρχίες, 1
μηχανοκίνητη Ταξιαρχία, 2 ανεξάρτητα ενισχυμένα Συντάγματα και 7
Στρατηγεία Σωμάτων Στρατού. Η Στρατιά αυτή είχε αναλάβει τις
επιχειρήσεις της Ελλάδας και της νότιας Γιουγκοσλαβίας. Ειδικότερα, οι
δυνάμεις της 12ης Γερμανικής Στρατιάς που διατέθηκαν για τις
επιχειρήσεις κατά της Ελλάδας ήταν οι εξής:
- Το 18ο Ορεινό Σώμα Στρατού, αποτελούμενο από τη 2η Τεθωρακισμένη Μεραρχία, τις 5η και 6η Ορεινές Μεραρχίες, το 125ο Ανεξάρτητο Ενισχυμένο Σύνταγμα Πεζικού και την 72η Μεραρχία Πεζικού, αναπτυγμένο από το Πετρίτσι μέχρι το Νευροκόπι.
- Το 30ο Σώμα Στρατού, αποτελούμενο από τις 164η και 50η Μεραρχίες Πεζικού, αναπτυγμένο στις περιοχές Πασμακλή και Κίρτζαλη.
- Το 40ο Τεθωρακισμένο Σώμα Στρατού, αποτελούμενο από την 9η Τεθωρακισμένη Μεραρχία, την 73η Μεραρχία Πεζικού και τη «Σωματοφυλακή SS Αδόλφος Χίτλερ», συγκεντρωμένο στην περιοχή Ντούμπνιτσας. Το Σώμα αυτό χρησιμοποιήθηκε αρχικά εναντίον της Γιουγκοσλαβίας, μετά την κατάληψη όμως των Σκοπίων, στις 8 Απριλίου, στράφηκε προς τα νότια στην κατεύθυνση Μοναστήρι-Φλώρινα-Αμύνταιο και επιτέθηκε εναντίον των ελληνοβρετανικών δυνάμεων. Στις δυνάμεις αυτές προστέθηκε αργότερα και η 5η Τεθωρακισμένη Μεραρχία της Ομάδας Κλάιστ, η οποία είχε αρχικά ενεργήσει προς Νύσσα.
- Μία από τις δύο μεραρχίες Πεζικού που διέθετε η Στρατιά στην περιοχή Φιλιππουπόλεως, ως εφεδρεία.
Την προκάλυψη όλου του μετώπου διατήρησαν οι Βούλγαροι με τρεις μεραρχίες τους.
Το σύνολο των γερμανικών δυνάμεων που
διατέθηκαν εναντίον της Ελλάδας ήταν 3 Τ/Θ Μεραρχίες, 2 Ορεινές, 4
Πεδινές και 1 εφεδρική, 2 ανεξάρτητα ενισχυμένα Συντάγματα που
αντιστοιχούσαν σε μία Μηχανοκίνητη Μεραρχία και 3 Στρατηγεία Σωμάτων
Στρατού με τις Μη Μεραρχιακές Μονάδες. Διατέθηκε, επίσης, εναντίον της
Ελλάδας ο όγκος του Πυροβολικού, Μηχανικού, αντιαρματικού και άλλων
μέσων της Στρατιάς.
Επίσης οι Γερμανοί διέθεσαν για τις επιχειρήσεις κατά της Ελλάδας και της Γιουγκοσλαβίας τις εξής αεροπορικές δυνάμεις:
- Το 8ο Σώμα Αεροπορίας, υπό τον Πτέραρχο Ριχτχόφεν, το οποίο είχε διατεθεί εξαρχής στη 12η Στρατιά και περιλάμβανε 650 αεροσκάφη (280 βομβαρδιστικά, 150 κάθετης εφορμήσεως «Στούκας», 90 διώξεως μονοκινητήρια, 90 διώξεως και βομβαρδισμού δικινητήρια και 40 αναγνωρίσεως).
- Τον 4ο Αεροπορικό Στόλο, ο οποίος συγκροτήθηκε μετά τη γιουγκοσλαβική μεταπολίτευση και περιλάμβανε 744 αεροσκάφη διαφόρων τύπων.
Δυναμεις και Διαταξη Ελληνων
Οι ελληνικές και βρετανικές δυνάμεις, που
προορίζονταν να αντιμετωπίσουν τη γερμανική εισβολή, είχαν κλιμακωθεί
στην οχυρωμένη τοποθεσία της «Γραμμής Μεταξά» και στην τοποθεσία Βερμίου
και ήταν οι ακόλουθες:
Στην Ανατολική Μακεδονία, δηλαδή στην οχυρωμένη τοποθεσία Κερκίνη-Νέστος, βρισκόταν αναπτυγμένο το ΤΣΑΜ υπό τον Αντιστράτηγο Μπακόπουλο Κωνσταντίνο, έχοντας υπό τις διαταγές του:
-Την Ομάδα Μεραρχιών, υπό τον Αντιστράτηγο Δέδε Παναγιώτη, αποτελούμενη από τις 18η και 24η Μεραρχίες Πεζικού με διάταξη ως ακολούθως:
–Η 24η Μεραρχία, υπό τον Υποστράτηγο Στεργιόπουλο Λεωνίδα, κατείχε τον ορεινό όγκο της Κερκίνης από το Τριεθνές μέχρι το Στρυμόνα ποταμό και διέθετε 7 τάγματα Πεζικού και τα τμήματα 5 Οχυρών. Για να καλύψει το αναπτύγματος 40 περίπου χιλιομέτρων μέτωπό της, η Μεραρχία είχε κατανείμει τις δυνάμεις της σε τρεις υποτομείς:
- Τον Υποτομέα Ροδοπόλεως: 70ό ΣΠ (2 ΤΠ συν λόχος).
- Τον Υποτομέα Ρουπέσκο: Τάγμα του 70ού ΣΠ συν λόχος και το Οχυρό Ποποτλίβιτσα.
- Τον Υποτομέα Θύλακα: 91ο ΣΠ (2 ΤΠ συν λόχος) και τα Οχυρά Ιστίμπεη, Κελκαγιά, Αρπαλούκι και Παλιουριώνες.
- Το Συγκρότημα Σιδηροκάστρου: 41ο ΣΠ (3 ΤΠ), τα Οχυρά Ρούπελ, Καρατάς, Κάλη και 3 λόχοι Προκαλύψεως.
- Το Συγκρότημα Καραντάγ: 73ο ΣΠ (3 ΤΠ) και τα Οχυρά Περσέκ, Μπαμπαζώρα, Μαλιάγκα, Περιθώρι και Παρταλούσκα.
- Εφεδρεία της XIV Μεραρχίας 2 λόχοι Προκαλύψεως.
- Εφεδρεία της Ομάδας Μεραρχιών ένα τάγμα του 81ου ΣΠ μείον λόχος.
- Την 7η Μεραρχία, υπό τον Υποστράτηγο
Ζωιόπουλο Χρίστο, η οποία ήταν αναπτυγμένη από τη διάβαση Λιμπάχοβο
μέχρι το Κουσλάρ όρος και διέθετε 10 τάγματα Πεζικού, 2 λόχους
Προκαλύψεως και τα τμήματα 6 Οχυρών. Η ζώνη της Μεραρχίας είχε συνολικό
ανάπτυγμα 85 περίπου χιλιόμετρα και είχε διαιρεθεί σε τρεις τομείς:
- Τον Τομέα Φαλακρού: 26ο ΣΠ (4 ΤΠ) και τα Οχυρά Λίσσε, Πυραμιδοειδές, Ντάσαβλη, Καστίλο, Άγιος Νικόλαος και Μπαρτίσεβα.
- Τον Τομέα Τουλουμπάρ: 92ο ΣΠ (3 ΤΠ).
- Τον Τομέα Παρανεστίου: 71ο ΣΠ (3 ΤΠ).
- Την Ταξιαρχία Νέστου, υπό το Συνταγματάρχη Καλή Αναστάσιο, η οποία ήταν εγκαταστημένη στη δυτική όχθη του Νέστου ποταμού από το χωριό Πασχαλιά μέχρι τις εκβολές και διέθετε 5 τάγματα Πεζικού, μία ομάδα Αναγνωρίσεως και το Οχυρό Εχίνος.
- Τη 19η Μηχανοκίνητη Μεραρχία, υπό τον Υποστράτηγο Λιούμπα Νικόλαο, η οποία βρισκόταν στην περιοχή Κιλκίς με το 191ο ΣΠ στην περιοχή Σιδηροκάστρου (στη διάθεση της Ομάδας Μεραρχιών), το 192ο ΣΠ στην περιοχή Ευκαρπίας-Κιλκίς και το 193ο ΣΠ στην περιοχή Καλίνδριας-Χέρσου.
- Το Απόσπασμα Κρουσίων: Διοίκηση 81ου ΣΠ, σύνταγμα Ιππικού, τάγμα Ασφαλείας και λόχος Προκαλύψεως.
- Ένα ενισχυμένο τάγμα Πεζικού στην περιοχή Θεσσαλονίκης για την άμυνα κατά της δράσεως αλεξιπτωτιστών.
Στην τοποθεσία Βερμίου βρισκόταν αναπτυγμένο το Ελληνοβρετανικό Συγκρότημα «W», υπό το Στρατηγό Ουΐλσων, το οποίο υπαγόταν απευθείας στον Έλληνα Αρχιστράτηγο και αποτελούνταν από το Τμήμα Στρατιάς Κεντρικής Μακεδονίας (ΤΣΚΜ) και το Βρετανικό Εκστρατευτικό Σώμα.
Το Τμήμα Στρατιάς Κεντρικής Μακεδονίας, υπό τον Έφεδρο Αντιστράτηγο Κωτούλα Ιωάννη (στις 8-4-41 αντικαταστάθηκε από τον Υποστράτηγο Καράσσο Χρήστο), κατείχε το αριστερό (βόρειο) τμήμα της τοποθεσίας και διέθετε:
- Την 20ή Μεραρχία, υπό τον Υποστράτηγο Καράσσο Χρίστο (στις 8-4-41 αντικαταστάθηκε από το Συνταγματάρχη Παπακωνσταντίνου Μιλτιάδη), με τρία ΣΠ και ένα λόχο Προκαλύψεως. Αποστολή της ήταν η εξασφάλιση των διαβάσεων του βόρειου Βερμίου, της διαβάσεως Έδεσσας-Κέλλης και των ορεινών διαβάσεων της λίμνης Βεγορίτιδας μέχρι τα ελληνογιουγκοσλαβικά σύνορα στο Καϊμακτσαλάν.
- Τη 12η Μεραρχία, υπό το Συνταγματάρχη Καραμπάτο Γεώργιο, η οποία διέθετε τέσσερα ΣΠ των δύο ταγμάτων το καθένα και μία ομάδα Αναγνωρίσεως και ήταν αναπτυγμένη νοτιοανατολικά της 20ής Μεραρχίας μέχρι τη στενωπό της Χάδοβας.
- Το 10ο Συνοριακό Τομέα, υπό τον Έφεδρο Συνταγματάρχη Σέργιο Αριστοτέλη, με τρεις λόχους Προκαλύψεως από τη Γευγελή μέχρι το Καϊμακτσαλάν.
- Το Βρετανικό Εκστρατευτικό Σώμα, υπό το
Στρατηγό Ουΐλσον, ήταν αναπτυγμένο στο υπόλοιπο τμήμα της τοποθεσίας
Βερμίου και διέθετε:
- Το 1ο Αυστραλιανό Σώμα Στρατού, υπό τον Αντιστράτηγο Μπλάμεϋ, που περιλάμβανε την 6η Αυστραλιανή Μεραρχία υπό τον Υποστράτηγο Μακέυ και τη 2η Νεοζηλανδική Μεραρχία υπό τον Υποστράτηγο Φρέυμπεργκ. Η 6η Αυστραλιανή Μεραρχία διέθετε τις 16η και 19η Ταξιαρχίες και κατείχε τη στενωπό Χάδοβας. Η 2η Νεοζηλανδική Μεραρχία διέθετε τις 4η, 5η και 6η Ταξιαρχίες και κατείχε τον παραλιακό τομέα Κατερίνης.
- Την 1η Τεθωρακισμένη Βρετανική Ταξιαρχία υπό τον Ταξίαρχο Τσάριγκτον, στην περιοχή Έδεσσας, με απόσπασμα Καταστροφών στα δυτικά του Αξιού ποταμού.
- Στο αριστερό της τοποθεσίας και πίσω από την 20ή Μεραρχία είχε συγκροτηθεί το Απόσπασμα Αμυνταίου, που αποτελούνταν από βρετανικές δυνάμεις.
- Η Βρετανική Αεροπορία διέθετε στην Ελλάδα 4 μοίρες βομβαρδιστικών, 4 καταδιωκτικών και 1 μοίρα συνεργασίας. Οι δυνάμεις αυτές ήταν οργανωμένες σε δύο πτέρυγες για την υποστήριξη του Αλβανικού Μετώπου και της Μακεδονίας, αντίστοιχα. Συνολικά υπήρχαν 80 αξιόμαχα αεροπλάνα, που όμως ήταν ανεπαρκή για την κάλυψη όλων των αποστολών υποστηρίξεως. Ελληνική Αεροπορία στην ουσία δεν υπήρχε, μετά τις επιχειρήσεις στο Αλβανικό μέτωπο.
Σχεδια και Αποστολες Γερμανων
Ο γενικός ελιγμός της 12ης Γερμανικής Στρατιάς, που θα ενεργούσε κατά της Ελλάδας, σε γενικές γραμμές ήταν:- Επίθεση δυτικά για την κατάληψη της Νότιας Γιουγκοσλαβίας με το XL Σώμα Στρατού, το οποίο, αφού θα συνδεόταν με τους Ιταλούς στην Αλβανία και θα επιτύγχανε το διαχωρισμό των γιουγκοσλαβικών και των ελληνικών δυνάμεων, θα στρεφόταν προς τα νότια κατά τον άξονα Μοναστήρι-Φλώρινα-Κιρλί Δελβέν-Γρεβενά για να απειλήσει τις ελληνικές δυνάμεις του μετώπου Αλβανίας και τις ελληνοβρετανικές επί της τοποθεσίας Βερμίου από τα νώτα. Έτσι, πραγματοποιώντας ευρεία υπερκέραση της οχυρωμένης τοποθεσίας Κερκίνη-Νέστος και της τοποθεσίας Βερμίου, θα συνέχιζε την ενέργειά του προς το εσωτερικό της χώρας.
- Διάσπαση της «Γραμμής Μεταξά» με τον όγκο των δυνάμεων του 18ου Σώματος Στρατού στην κοιλάδα του Στρυμόνα και διάνοιξη της στενωπού Ρούπελ με ταυτόχρονη υπερκέραση της οχυρωμένης αυτής τοποθεσίας με τη 2η Τεθωρακισμένη Μεραρχία από τα δυτικά, διαμέσου των κοιλάδων Στρούμνιτσα και Αξιού, για την κατάληψη της Θεσσαλονίκης και την απομόνωση ολόκληρης της Ανατολικής Μακεδονίας.
- Κατάληψη της ακτής της Δυτικής Θράκης και των νησιών του Βορείου Αιγαίου με το 30ο Σώμα Στρατού, το οποίο στη συνέχεια θα στρεφόταν προς τα δυτικά και διαβαίνοντας το Νέστο θα ενεργούσε προς τη Θεσσαλονίκη για τη υποβοήθηση των εκεί διεξαγόμενων επιχειρήσεων.
Το σχέδιο επιχειρήσεων της Στρατιάς στην
κατεύθυνση της κύριας προσπάθειας, όπου ενεργούσε το 40ο Τεθωρακισμένο
Σώμα Στρατού, βασιζόταν, παρά τις δυσχέρειες του ορεινού εδάφους, στη
μεγάλη ταχυκινησία των τεθωρακισμένων και μηχανοκίνητων μονάδων.
Ως ημερομηνία ενάρξεως της εισβολής ορίσθηκε η 6η Απριλίου.
Σχεδια και Αποστολες Ελληνων
Οι αποστολές των ελληνικών και βρετανικών δυνάμεων είχαν καθορισθεί ως εξής:
- Το ΤΣΑΜ να αμυνθεί της οχυρωμένης τοποθεσίας Κερκίνη-Νέστος. Σε περίπτωση αδυναμίας και εφόσον εξαντληθεί κάθε προσπάθεια για την εξασφάλιση της παραπάνω τοποθεσίας, σύμπτυξη των δυνάμεών του, με ταυτόχρονη πείσμονα διεκδίκηση του εδάφους, αναλόγως των συνθηκών προς τη Θεσσαλονίκη και στη συνέχεια δυτικά του Αξιού ή προς την Καβάλα και την Αμφίπολη, προκειμένου να μεταφερθούν με θαλάσσια μέσα και να χρησιμοποιηθούν σε άλλη περιοχή.
- Το απόσπασμα Κρουσίων είχε ως αποστολή να καταλάβει την τοποθεσία ανασχέσεως Κρουσίων και να απαγορεύσει την εχθρική προέλαση προς τη Θεσσαλονίκη σε περίπτωση διαρρήξεως της τοποθεσίας Κερκίνη.
- Η Ταξιαρχία Έβρου να επιδιώξει να εξασφαλίσει το προγεφύρωμα Πυθίου. Σε περίπτωση αδυναμίας διατηρήσεώς του, να συμπτυχθεί προς το τουρκικό έδαφος.
- Το Ελληνοβρετανικό Συγκρότημα «W» να απαγορεύσει κάθε εχθρική προσπάθεια προελάσεως δυτικά και νότια της γενικής τοποθεσίας Καϊμακτσαλάν-Βέρμιο-Αλιάκμονας ποταμός.
Διεξαγωγη της Μαχης
Στις 0515 της 6ης Απριλίου, χωρίς να
τηρηθούν τα συνήθη διπλωματικά έθιμα του τελεσιγράφου και της παροχής
προθεσμίας για απάντηση, τα γερμανικά στρατεύματα εισέβαλαν ταυτόχρονα
στο ελληνικό έδαφος και στη Νότια Γιουγκοσλαβία. Στις 0530 της ίδιας
μέρας, ο Γερμανός Πρεσβευτής στην Αθήνα επέδωσε στον Έλληνα Πρωθυπουργό
διακοίνωση, με την οποία διατυπώνονταν αστήριχτοι ισχυρισμοί παραβιάσεως
της ουδετερότητας και αναγγελόταν η γερμανική εισβολή.
Η κύρια προσπάθεια των Γερμανών
εκδηλώθηκε προς το αριστερό της οχυρωμένης τοποθεσίας και κυρίως κατά
της Κερκίνης και του Οχυρού Ρούπελ, ενώ ανατολικότερα στο υψίπεδο
Νευροκοπίου και στη Δυτική Θράκη η γερμανική επίθεση ήταν μικρότερης
εντάσεως.
Στη ζώνη της Ταξιαρχίας Έβρου (Τομέας
Έβρου), η γερμανική επίθεση εκδηλώθηκε στις 0505 με την 50ή Μεραρχία
στον άξονα Κίρτζαλη-Νυμφαία-Κομοτηνή. Τα τμήματα προκαλύψεως της
Ταξιαρχίας Έβρου συμπτύχθηκαν επιβραδύνοντας τον εχθρό σύμφωνα με το
υφιστάμενο σχέδιο. Το Οχυρό Νυμφαία στις 0700 δέχθηκε δραστικά πυρά
πυροβολικού στα φατνώματα και τις εξόδους από απόσταση 600-1.500 μέτρων
και στις 1100 είχε περικυκλωθεί. Προσπάθειες των Γερμανών να ανέβουν
στην επιφάνεια του Οχυρού αναχαιτίστηκαν από τα δραστικά πυρά. Το
σφυροκόπημα του Οχυρού τόσο από το μεγαλύτερο μέρος του πυροβολικού του
30ο Σώματος Στρατού, όσο και από την αεροπορία συνεχίσθηκε με την
αυτήν ένταση μέχρι τις οκτώ το βράδυ.
Στη ζώνη της Ταξιαρχίας Νέστου (περιοχή
Ξάνθης), οι Γερμανοί επιτέθηκαν από τις 0515 με την 164η Μεραρχία στον
άξονα Πασμακλή-Μελίβοια-Εχίνος-Ξάνθη. Αφού ανέτρεψαν τα συνοριακά
φυλάκια, έλαβαν τις απογευματινές ώρες επαφή με την κύρια τοποθεσία
αντιστάσεως και το Οχυρό Εχίνος, όπου και καθηλώθηκαν από τα πυρά του
Οχυρού.
Στη
ζώνη της 7η Μεραρχίας (Τομείς Φαλακρού-Τουλουμπάρ-Παρανεστίου)
επιτέθηκε από τις 0515 η 72η Γερμανική Μεραρχία, η οποία άσκησε σοβαρή
πίεση, κυρίως, στον Τομέα Φαλακρού, ενώ στους υπόλοιπους τομείς
περιορίσθηκε στην απώθηση των τμημάτων προκαλύψεως. Περί τις 1100, μετά
την ανατροπή των τμημάτων προκαλύψεως και των τμημάτων της προωθημένης
τοποθεσίας αντιστάσεως, αμέσως βόρεια του Κάτω Νευροκοπίου, ο εχθρός
προσπάθησε να κινηθεί μεταξύ των Οχυρών Πυραμιδοειδές και Λίσσε και να
παραβιάσει τη στενωπό Γρανίτη, χωρίς όμως επιτυχία, εξαιτίας της
αποτελεσματικότητας των πυρών των προαναφερόμενων Οχυρών και, ιδιαίτερα,
του δευτέρου. Στη συνέχεια τα γερμανικά τμήματα προσπάθησαν να
διεισδύσουν μεταξύ των Οχυρών Περιθώρι και Λίσσε, αλλά και πάλι
αποκρούστηκαν. Ταυτόχρονη προσπάθεια των Γερρμανών να υπερκεράσουν τη
στενωπό Γρανίτη από τα ανατολικά, καταλαμβάνοντας το ύψ. Ουσόγια,
απέτυχε και αυτή και τα τμήματά τους καθηλώθηκαν προ του υψώματος με
σοβαρές απώλειες.
Στη ζώνη της 14ης Μεραρχίας (Τομείς Σιδηροκάστρου και Καραντάγ):
Η γερμανική επίθεση εκδηλώθηκε, επίσης,
στις 0515 με εξαιρετική σφοδρότητα, ιδιαίτερα στο αριστερό του
Συντάγματος Σιδηροκάστρου κατά του Οχυρού Ρούπελ, ενώ τα Οχυρά Καρατάς
και Κάλης δέχτηκαν μόνο πυρά πυροβολικού και αεροπορικό βομβαρδισμό.
Την επίθεση κατά του Οχυρού Ρούπελ
ενήργησε το 125ο Ανεξάρτητο Σύνταγμα Πεζικού, που είχε χρησιμοποηθεί και
εναντίον της γραμμής Μαζινώ στη Γαλλία, ενισχυμένο με τάγμα της 5ης
Ορεινής Μεραρχίας.
Η επίθεση άρχισε με ισχυρή υποστήριξη
πυροβολικού και συνεχίσθηκε με βομβαρδισμό αεροπλάνων κάθετης εφορμήσεως
«Στούκας», τα οποία κατά τις καθόδους τους χρησιμοποιούσαν ειδικές
σειρήνες για να κλονίζουν το ηθικό των αντιπάλων. Στις 0600 τμήματα
μηχανοκίνητου Πεζικού, πυροβόλων εφόδου και μοτοσυκλετιστών πέρασαν σε
πυκνές μάζες τη μεθόριο και κατευθύνθηκαν προς το Οχυρό, ενώ πυροβόλα
ευθυτενούς τροχιάς από κατάλληλες θέσεις άρχισαν να βάλλουν κατά των
θυρίδων των έργων του. Ταυτόχρονα, 18 βάρκες εφόδου εμφανίσθηκαν να
κατέρχονται προς τη γέφυρα Σιδηροκάστρου. Η προπομπός, αποτελούμενη από
τρεις βάρκες, μπλέχτηκε σε εγκατεστημένο κάτω από την επιφάνεια του
νερού συρμάτινο πλέγμα και καθηλώθηκε. Τα πληρώματα εξουδετερώθηκαν από
τα πυρά των οχυρών και οι βάρκες βυθίστηκαν.
Στις 1100 περίπου, μετά τη σύμπτυξη των
προφυλακών, οι επιτιθέμενοι πλησίασαν τα οχυρά, αλλά η προέλασή τους
ανακόπηκε από τα αμυντικά πυρά και μόνο μικρά τμήματα κατόρθωσαν να
ανέλθουν προς στιγμή στην επιφάνεια του Έργου «Μολών Λαβέ» του Οχυρού
Ρούπελ. Ενώ όμως οι μετωπικές επιθέσεις των Γερμανών αποκρούστηκαν,
δύναμη τάγματος κατόρθωσε να διεισδύσει μεταξύ των Οχυρών Ρούπελ και
Καρατάς. Από εκεί τμήμα εφόδου, δυνάμεως λόχου, εκμεταλλευόμενο την
κάλυψη καπνού, περέκαμψε έξι πολυβολεία και κατευθύνθηκε στα νώτα της
τοποθεσίας, όπου στις 1600 κατέλαβε το χ. Κλειδί. Τα υπόλοιπα τμήματα
του παραπάνω Τάγματος είχαν σοβαρές απώλειες και ελάχιστοι μόνο άντρες
του κατόρθωσαν να περάσουν το φραγμό πυρός και να κινηθούν προς το
Κλειδί.
Την επίθεσή τους οι Γερμανοί υποστήριζαν
συνεχώς με αεροπορία και πυροβολικό. Όλη τη μέρα 100-200 αεροπλάνα
πετούσαν πάνω από το Ρούπελ. Εναντίον τους έβαλε το μοναδικό
αντιαεριπορικό του Οχυρού, από τα πυρά του οποίου καταρρίφθηκαν τρία από
αυτά.
Έτσι, έληξε η πρώτη μέρα της επιθέσεως των Γερμανών κατά του Ρούπελ, χωρίς αυτοί να πετύχουν το σκοπό τους.
Ανατολικότερα , στον Τομέα του
Συγκροτήματος Καραντάγ, η προσπάθεια της 72ης Μεραρχίας στράφηκε κυρίως
κατά των Οχυρών Περιθώρι-Μαλιάγκα και Μπαμπαζώρα, προ των οποίων και
καθηλώθηκε, ενώ το Οχυρό Παρταλούσκα αντιμετώπισε μόνο τη δράση μικρών
περιπόλων.
Η κύρια προσπάθεια εδώ εφαρμόστηκε στο Οχυρό Περιθώρι, όπου έγινε σκληρή πάλη, χωρίς οι Γερμανοί να πετύχουν την εκπόρθησή του.
Η γερμανική επίθεση κατά της τοποθεσίας
της 18ης Μεραρχίας (Κερκίνη) άρχισε στις 0515 με την υποστήριξη μεγάλου
αριθμού αεροπλάνων κάθετης εφορμήσεως και σφοδρών πυρών πυροβολικού. Ο
αγώνας που επακολούθησε ήταν σκληρός και εξελίχθηκε ως εξής κατά
υποτομέα από τα δυτικά προς τα ανατολικά:
- Στον Υποτομέα Ροδοπόλεως ενήργησε η 6η Ορεινή Μεραρχία, η οποία εκδήλωσε την επίθεσή της κατά των υψωμάτων Ντεμίρ Καπού και Καλέ Μπαΐρ και κατέλαβε μέχρι τις 0700 την κύρια γραμμή αντιστάσεως επί της κορυφογραμμής της Κερκίνης. Στη συνέχεια διέσπασε την τοποθεσία ανασχέσεως στο αριστερό του Υποτομέα και περί τις 1100 τα τμήματά της κατέλαβαν τα χωριά Πλατανάκια και Καλοχώρι, συλλαμβάνοντας στο μεταξύ και πολλούς αιχμαλώτους. Η δύναμη του Υποτομέα, αφού επιβράδυνε τα γερμανικά τμήματα μέχρι τις βραδινές ώρες, συμπτύχθηκε στη διάρκεια της νύχτας στην τοποθεσία Κρουσίων.
- Ανατολικότερα στους Υποτομείς Ρουπέσκο και Θύλακα, ενήργησε η 5η Ορεινή Μεραρχία. Η επίθεσή της υποστηρίχθηκε από 165 πυροβόλα διάφορων διαμετρημάτων και μεγάλο αριθμό αεροπλάνων.
Το
Οχυρό Ποποτλίβιτσα, παρά το σφοδρό βομβαρδισμό, αντιστάθηκε όλη την
ημέρα και μόνο κατά τη διάρκεια της νύχτας ο εχθρός πέτυχε να επικαθήσει
στην επιφάνειά του. Από τα αντιαεροπορικά πυρά του Οχυρού καταρρίφθηκαν
δύο εχθρικά αεροπλάνα.
Το βάρος της γερμανικής επιθέσεως
δέχθηκαν τα Οχυρά Ιστίμπεη και Κελκαγιά, τα οποία αποτελούσαν και το
«κλειδί» της τοποθεσίας. Η επίθεση εναντίον των δύο αυτών Οχυρών
εκδηλώθηκε ταυτόχρονα στις 0700, αφού προηγήθηκε σφοδρός βομβαρδισμός με
πυρά πεζικού, πυροβολικού και αεροπορίας. Στις 0800 τμήματα του εχθρού
κατόρθωσαν να επικαθήσουν στην επιφάνεια του Οχυρού Ιστίμπεη. Ο
Διοικητής του ζήτησε να εκτελεσθεί βολή πυροβολικού στην επιφάνεια του
Οχυρού και να γίνει αντεπίθεση από το εφεδρικό τμήμα του Υποτομέα για
την απελευθέρωση της επιφάνειας. Η αντεπίθεση εκτοξεύθηκε λίγο πριν το
μεσημέρι, αλλά αποκρούσθηκε από τους Γερμανούς, οι οποίοι στο μεταξύ
είχαν ενισχυθεί και καταλάβει και άλλα υψώματα ανατολικότερα, μεταξύ του
Ιστίμπεη και Κελκαγιά.
Στις 1300, τμήματα του εχθρού επικάθησαν
στην επιφάνεια και του Οχυρού Κελκαγιά και προσπάθησαν να καταπνίξουν
την αντίσταση των υπερασπιστών του, χωρίς αποτέλεσμα. Αντεπίθεση με
τμήμα από τη φρουρά του Οχυρού σημείωσε προσωρινή μόνο επιτυχία.
Το Οχυρό Αρπαλούκι δέχθηκε μόνο πυρά
πυροβολικού και αεροπορίας, ενώ στο Οχυρό Παλιουριώνες έγιναν διάφορες
απόπειρες διεισδύσεως, οι οποίες όμως αποκρούστηκαν με σοβαρές απώλειες
για τους επιτιθεμένους.
Η κατάληψη του δυτικού τμήματος της
κορυφογραμμής της Κερκίνης και η διείσδυση γερμανικών τμημάτων στην
κοιλάδα Ροδοπόλεως, δημιούργησε κίνδυνο για όλη την τοποθεσία
Κερκίνη-Νέστος. Η διοίκηση του ΤΣΑΜ, για την αντιμετώπιση της
καταστάσεως, στις 1030 έδωσε διαταγή στη 19η Μηχανοκίνητη Μεραρχία
(μείον το 191ο Σύνταγμα), στην οποία διέθεσε και το Απόσπασμα Κρουσίων,
να καταλάβει την τοποθεσία από τη λίμνη Δοϊράνης μέχρι τη λίμνη
Κερκίνης.
Κατά τις βραδινές ώρες οι γερμανικές
δυνάμεις ξεχύθηκαν στην κοιλάδα Ροδοπόλεως και έλαβαν επαφή με την
τοποθεσία Κρουσίων, ενώ τα οχυρά επί της Κερκίνης εξακολουθούσαν να
αμύνονται. Ανατολικά του Στρυμόνα και μέχρι το Νέστο οι Γερμανοί
βρίσκονταν σε επαφή με την κύρια τοποθεσία αντιστάσεως, η οποία παρέμενε
αρραγής. Ανατολικότερα, στην περιοχή Ξάνθης και Κομοτηνής τα γερμανικά
τμήματα, αφού παρέκαμψαν τα οχυρά, κατευθύνθηκαν προς τα νότια.
Μετά από αυτήν την εξέλιξη το ΤΣΑΜ
διέταξε τη σύμπτυξη της 18ης Μεραρχίας στην τοποθεσία Στρυμόνας-λίμνη
Κερκίνης, σε σύνδεσμο με την τοποθεσία Κρουσίων. Το μεγαλύτερο μέρος του
41ου Συντάγματος, που βρισκόταν στο Αχλαδοχώρι, τάχθηκε στο τμήμα της
ανατολικής όχθης του Στρυμόνα από τη γέφυρα του Σιδηροκάστρου μέχρι
Ρούπελ, για να επιτευχθεί η συνέχεια του μετώπου. Παράλληλα, τα οχυρά
διατάχθηκαν να αμυνθούν «μέχρις εσχάτων».
Στις 7 Απριλίου ο αγώνας συνεχίσθηκε ως εξής:
Στον Τομέα Έβρου, τα τμήματα προκαλύψεως
(100 περίπου αξιωματικοί και 2.000 οπλίτες), αφού συμπτύχθηκαν σύμφωνα
με το υφιστάμενο σχέδιο, πέρασαν στο τουρκικό έδαφος όπου και
αφοπλίσθηκαν, εκτός από ένα μικρό τμήμα που συμπτύχθηκε προς τη Μάκρη
και στη συνέχεια με ατμόπλοιο μεταφέρθηκε στο εσωτερικό της χώρας.
Ο Διοικητής της Ταξιαρχίας Υποστράτηγος
Ζήσης Ιωάννης, φέροντας βαρέως τον αφοπλισμό της Ταξιαρχίας του,
αυτοκτόνησε στις 9 Απριλίου στα Ύψαλα της Ανατολικής Θράκης. Οι
περισσότεροι αξιωματικοί και 1.300 οπλίτες από αυτούς που κατέφυγαν στην
Τουρκία πήγαν στη Μέση Ανατολή τον Ιούλιο του 1941, ενώ οι υπόλοιποι
επέστρεψαν στην Ελλάδα το Φεβρουάριο του 1942.
Τα γερμανικά τμήματα, στο μεταξύ, παρέκαμψαν το Οχυρό Νυμφαία και στη διάρκεια της νύχτας 6/7 Απριλίου έφτασαν στην Κομοτηνή.
Το Οχυρό Νυμφαία μολονότι ήταν
απομονωμένο σε μία περιοχή ελεγχόμενη απόλυτα από τους Γερμανούς, που
επείγονταν να διανοίξουν τις κατευθύνσεις προελάσεως προς την
Αλεξανδρούπολη και την Καβάλα, συνέχιζε να αντιστέκεται. Παρά τις
νυκτερινές επιθέσεις, το σφυροκόπημα του πυροβολικού, τις αλλεπάλληλες
εφόδους πεζικού και το σφοδρό αεροπορικό βομβαρδισμό, οι Γερμανοί δεν
κατόρθωσαν καθ’όλη τη διάρκεια της ημέρας (7η Απριλιου) να ανέλθουν στην
επιφάνεια του Οχυρού. Αργά το βράδυ περί τις 2100, ύστερα από δραστική
βολή εκατό και πλέον πυροβόλων κάθε διαμετρήματος εναντίον των
φατνωμάτων του Οχυρού και την καταστροφή των οργάνων πυρός και των
εξόδων του, οι Γερμανοί κατόρθωσαν να επικαθήσουν στην επιφάνειά του.
Παρ’ όλα αυτά το Οχυρό συνέχισε να αμύνεται μέχρι τις 2330, οπότε
υποχρεώθηκε να συνθηκολογήσει, αφού είχε πλέον δημιουργηθεί αποπνικτική
ατμόσφαιρα στο εσωτερικό του από τις καπνογόνες ύλες που έριξαν οι
Γερμανοί μέσα από τις καταστρεμμένες θυρίδες των πολυβολείων.
Στην περιοχή Ξάνθης (Ταξιαρχία Νέστου),
τα τμήματα προκαλύψεως, αφού εκτέλεσαν τις προβλεπόμενες καταστροφές και
ανατίναξαν τη μεγάλη γεφυρα των Τοξοτών στο Νέστο, συμπτύχθηκαν
κανονικά στην τοποθεσία αντιστάσεως. Το Οχυρό Εχίνος, παρόλο που δέχθηκε
ισχυρή πίεση και διαδοχικούς βομβαρδισμούς, κατόρθωσε να αναχαιτίσει
τους επιτιθέμενους Γερμανούς καθ’ όλη τη διάρκεια της 7ης Απριλίου.
Ανατολικότερα, στη ζώνη ενέργειας της 7ης
Μεραρχίας, η 72η Γερμανική Μεραρχία συνέχισε την κύρια προσπάθειά της
κατά του Τομέα Φαλακρού, ενώ τα τμήματα προκαλύψεως των Τομέων
Παρανεστίου και Τουλουμπάρ συμπτύσσονταν κανονικά προς την τοποθεσία
αντιστάσεως. Οι Γερμανοί κατά τη διάρκεια της νύχτας 6/7 Απριλίου
συγκέντρωσαν αρκετές δυνάμεις και από το πρωί έβαλλαν με πυροβόλα κατά
των φατνωμάτων του Οχυρού Λίσσε. Οι δυνάμεις αυτές, υποστηριζόμενες από
πυροβόλα εφόδου και εκμεταλλευόμενες την υπάρχουσα ομίχλη, επιτέθηκαν
περί τις 1000 κατά του Οχυρού Ντάσαβλη, χωρίς όμως επιτυχία.
Ανατολικότερα, γερμανικό τμήμα, που
πέτυχε να διεισδύσει από την κοιλάδα Γιάννεν, κατέλαβε περί τις 1600 το
ύψ. Ουσόγια. Ελληνική αντεπίθεση, που εκτοξεύθηκε κατά τη διάρκεια της
νύχτας 7/8 Απριλίου για την ανακατάλυψη του υψώματος απέτυχε.
Εξάλλου, στον πεδινό διάδρομο μεταξύ των
Οχυρών Ντάσαβλη και Περιθώρι, ισχυρή γερμανική δύναμη, εκμεταλλευόμενη
την ομίχλη και το θαμνώδες έδαφος, πλησίασε και επιτέθηκε εναντίον του
υψ. Κρέστη (προ της διαβάσεως Καλαποτίου), το οποίο και κατέλαβε περί
τις 1400. Για την αντιμετώπιση της απειλής που δημιουργήθηκε, η 7η
Μεραρχία συγκρότησε ένα απόσπασμα (απόσπασμα Καλαποτίου), στο οποίο
ανέθεσε την εξασφάλιση του αυχένα Καλαποτίου και την ανακατάληψη του υψ.
Κρέστη το πρωί της επόμενης μέρας.
Στη ζώνη ενεργείας της XIV Μεραρχίας η γερμανική προσπάθεια, παρά τον ομιχλώδη και βροχερό καιρό, υπήρξε αμείωτη.
Στον Τομέα Σιδηροκάστρου η προσπάθεια
του 125ου Γερμανικού Συντάγματος στράφηκε και πάλι προς το Οχυρό Ρούπελ,
το οποίο συνέχιζε την ηρωική αντίστασή του. Όμως τα εχθρικά τμήματα,
που είχαν διεισδύσει από την προηγούμενη ημέρα στα νώτα του (περίπου 200
άνδρες), εγκαταστάθηκαν στο υψ. Γκολιάμα όπου, αφού οργάνωσαν κυκλική
άμυνα, πέτυχαν εκτός από την παρενόχληση και τη διακοπή των επικοινωνιών
του Οχυρού, να υποδείχνουν και στόχους στην Αεροπορία τους.
Προσπάθεια
της XIV Μεραρχίας για την εξουδετέρωση των παραπάνω τμημάτων απέτυχε.
Στον Τομέα Καραντάγ, οι Γερμανοί
επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά και κατέλαβαν το ύψ. Σταυρός, από το οποίο
εκδιώχθηκαν αργότερα κατόπιν αντεπιθέσεως, που υποστηρίχθηκε με πυρά από
το Οχυρό Μαλιάγκα. Άλλα γερμανικά τμήματα κατόρθωσαν περί τις 0900 να
επικαθήσουν προσωρινά στην επιφάνεια του Οχυρού Περιθώρι και να
εισέλθουν στις υπόγειες στοές, μέσα στις οποίες ο αγώνας έλαβε δραματική
μορφή και παρουσίασε εικόνα αληθινής κόλασης. Η φρουρά του Οχυρού
αγωνίσθηκε επί δίωρο με αυτοθυσία και ηρωισμό και πέτυχε να εξοντώσει
όλους τους Γερμανούς που είχαν διεισδύσει σ’ αυτό. Ταυτόχρονα,
εκτοξεύθηκε και αντεπίθεση από μικρό τμήμα εναντίον των Γερμανών που
είχαν επικαθήσει στην επιφάνεια του Οχυρού. Ύστερα από σκληρό αγώνα οι
Γερμανοί υποχρεώθηκαν να υποχωρήσουν με σοβαρές απώλειες.
Στις 1630 νέα ισχυρή επίθεση δυνάμεως
περίπου συντάγμα-τος απέτυχε και πάλι. Την ίδια τύχη είχαν και οι
απόπειρες καταστροφής του Οχυρού με πυροβόλα εφόδου και μικρές ομάδες
διεισδύσεων.
Στον Τομέα της Κερκίνης, η 18η Μεραρχία
άρχισε από το πρωί να συμπτύσσεται στην τοποθεσία μεταξύ της γέφυρας του
Σιδηροκάστρου και της λίμνης Κερκίνης, ενώ τα οχυρά συνέχιζαν τον
αγώνα, χωρίς καμιά πλέον εξωτερική υποστήριξη.
Στο Οχυρό Κελκαγιά οι Γερμανοί κατά τη
διάρκεια της νύχτας έφραξαν τα φατνώματα και διοχέτευσαν αποπνικτικά
αέρια και πυκνό καπνό μέσα στις στοές, πράγμα που υποχρέωσε τη φρουρά
στις 1130 να παραδοθεί.
Το Οχυρό Αρπαλούκι, χωρίς την προστασία
πια του Κελκαγιά, άρχισε να περισφίγγεται επικίνδυνα. Τη νύχτα 7/8
Απριλίου η φρουρά, ανερχόμενη σε 200 περίπου άντρες, αποχώρησε
ανενόχλητη και έφτασε στις γέφυρες του Στρυμόνα τις οποίες βρήκε
καταστρεμμένες. Εκεί, ενώ επιχειρούσε με πρόχειρα μέσα να διαβεί τον
ποταμό, δέχθηκε επίθεση και μετά από τρίωρο σκληρό αγώνα υπέκυψε και
παραδόθηκε στους Γερμανούς, εκτός από ελάχιστους άντρες που κατόρθωσαν
να διαφύγουν.
Η φρουρά του Οχυρού Ιστίμπεη, εξαιτίας
των αποπνικτικών αερίων και της φλεγόμενης βενζίνης που χρησιμοποιούσαν
οι Γερμανοί, υποχρεώθηκε στις 1600 να παραδοθεί.
Το Οχυρό Ποποτλίβιτσα και τα μόνιμα
πολυβολεία στον Υποτομέα Ρουπέσκο εξακολούθησαν την αντίσταση καθ’ όλη
τη διάρκεια της 7ης Απριλίου.
Στον Τομέα της 19ης Μηχανοκίνητης
Μεραρχίας δεν έλαβαν χώρα σημαντικά γεγονότα, άρχισε όμως να διαφαίνεται
η άσχημη τροπή της καταστάσεως.
Οι Γερμανοί προσπάθησαν να παραβιάσουν
την άμυνα στην τοποθεσία του πεδινού διαδρόμου στα ανατολικά της λίμνης
Δοϊράνης και πέτυχαν προς στιγμή τη δημιουργία ρήγματος, το οποίο όμως
αποκαταστά-θηκε αμέσως με αντεπιθέσεις λόχου και διμοιρίας αρμάτων.
Περί τις 12.30 η Μεραρχία πραγματοποίησε
επαφή με τους Γιουγκοσλάβους στο φυλάκιο Δοϊράνης κατά την οποία
καθορίστηκε σημείο κοινού συνδέσμου καθώς και η ενδεχόμενη ενέργεια στο
σημείο αυτό. Επιπλέον, πληροφορήθηκε ότι και η 2η Γερμανική
Τεθωρακισμένη Μεραρχία είχε ήδη καταλάβει τη Στρώμνιτσα και ενεργούσε
επιθετικά προς Κωστουρίνο-Βαλάντοβο. Οι Γιουγκοσλάβοι ζήτησαν να σταλούν
επειγόντως τμήματα του Ελληνικού Στρατού ή μηχανοκίνητα των Βρετανών
και αντιαρματικά πυροβόλα στο Βαλάντοβο. Ζήτησαν, επίσης, να προσβάλλει η
Αεροπορία τις γερμανικές φάλαγγες στην κοιλάδα του Στρούμνιτσα, αίτηση
που ικανοποιήθηκε τις απογευματινές ώρες από τη Βρετανική Αεροπορία.
Στις 1700 οι Γιουγκοσλάβοι ειδοποίησαν
ότι θα συπτύσσονταν δυτικά του Αξιού ποταμού. Ύστερα απ’ αυτά το ΤΣΑΜ
διέταξε τη 19η Μηχανοκίνητη Μεραρχία να επεκτείνει το αριστερό της μέχρι
την ανατολική όχθη του Αξιού, αφού προηγουμένως την ενίσχυσε με τον ΧΙ
Συνοριακό Τομέα (2 λόχοι Προκαλύψεως), με μία διλοχία του Τάγματος
Ασφαλείας Θεσσαλονίκης και τη 19η Μηχανοκίνητη Ομάδα Αναγνωρίσεως. Η
τελευταία βρισκόταν στην περιοχή του χ. Λαϊνά και προερχόταν από τη
Δράμα. Το κέντρο βάρους των δυνάμεων της Μεραρχίας, με βάση τη νέα
αποστολή της, μεταφερόταν πλέον στη ζώνη μεταξύ της λίμνης Δοϊράνης και
του Αξιού ποταμού, όπου και διέθεσε το ένα από τα δύο συντάγματά της και
την ομάδα Αναγνωρίσεως.
Στο μεταξύ γερμανική μηχανοκίνητη φάλαγγα
κατέλαβε τα χωριά Βαλάντοβο και Φούρκα και κατευθυνόταν προς τον πεδινό
δρόμο μεταξύ της λίμνης Δοϊράνης και του υψ. Ντουμ. Δυτικότερα οι
Γερμανοί κατέλαβαν τη Γευγελή.
Κατά την τρίτη ημέρα της επιθέσεως, 8
Απριλίου, οι Γερμανοί, παρά την προσπάθεια, δεν κατόρθωσαν να διασπάσουν
την οχυρωμένη τοποθεσία.
Η ταχεία όμως κατάρρευση της
γιουγκοσλαβικής αντιστάσεως -ιδιαίτερα στην περιοχή της κοιλάδας του
Αξιού – και η ανυπαρξία διαθέσιμων δυνάμεων για την κάλυψη του αριστερού
πλευρού της οχυρωμένης τοποθεσίας δημιουργούσε σοβαρότατη κατάσταση για
όλη την τοποθεσία, η οποία κινδύνευε να αποκοπεί από τον κορμό της
χώρας. Έτσι, η 2η Γερμανική Τεθωρακισμένη Μεραρχία εισέβαλε στο ελληνικό
έδαφος από το διάδρομο του Αξιού. Ειδικότερα, ο αγώνας κατά την ημέρα
αυτή εξελίχθηκε ως εξής:
Στον Τομέα της Ταξιαρχίας Νέστου, η 164η
Γερμανική Μεραρχία έλαβε επαφή με την τοποθεσία αντιστάσεως επί του
Νέστου ποταμού στην περιοχή της Σταυρουπόλεως, ενώ το Οχυρό Εχίνος
συνέχιζε να αμύνεται παρόλο που είχε περικυκλωθεί και δεχόταν πυρά από
παντού. Περί τις 2100 οι Γερμανοί κατόρθωσαν να ανέλθουν στην επιφάνεια
του Οχυρού και να διοχετεύσουν καπνό και διάφορα αποπνικτικά αέρια μέσα
στις στοές με αποτέλεσμα η φρουρά του, η οποία αποτελούνταν από 18
αξιωματικούς και 550 οπλίτες, να εγκαταλείψει το Οχυρό και να κινηθεί
προς τη δυτική όχθη του Νέστου. Φτάνοντας στο χ. Κένταυρος, γύρω στις
0300 της 9ης Απριλίου, η φρουρά πληροφορήθηκε ότι οι Γερμανοί είχαν ήδη
καταλάβει την Ξάνθη και την Κομοτηνή. Ύστερα απ’ αυτό, μη διαθέτοντας
πια οδό διαφυγής, παραδόθηκε στους Γερμανούς.
Στον Τομέα της 7ης Μεραρχίας, η 72η
Γερμανική Μεραρχία προσπάθησε και πάλι να εκπορθήσει τα Οχυρά
Πυραμιδοειδές, Λίσσε και Ντάσαβλη χωρίς όμως αποτέλεσμα. Δυτικότερα, οι
Γερμανοί διατήρησαν τις θέσεις τους επί του υψ. Κρέστη, παρά τις
προσπάθειες της 7ης Μεραρχίας για την ανακατάληψή του με το Απόσπασμα
Καλαποτίου.
Στον
Τομέα της 14ης Μεραρχίας ο αγώνας συνεχίσθηκε με αμείωτη ένταση. Οι
Γερμανοί προσπάθησαν να διασπάσουν την τοποθεσία στα Οχυρά Ρούπελ και
Καρατάς, αλλά αποκρούσθηκαν με σοβαρές απώλειες, ενώ καταρρίφθηκαν και
τρία γερμανικά αεροπλάνα. Τα τμήματα όμως του 125ου Γερμανικού
Συντάγματος -που είχαν εγκατασταθεί στο ύψωμα Γκολιάμα- και παράλληλα η
κάθοδος της 5ης Ορεινής Μεραρχίας στην κοιλάδα Ροδοπόλεως άρχισαν να
δημιουργούν σοβαρότατη απειλή στο αριστερό της XIV Μεραρχίας. Για την
αντιμετώπιση της καταστάσεως ενισχύθηκε το αριστερό της υπόψη Μεραρχίας
από την Ομάδα Μεραρχιών, με δύο τάγματα Πεζικού, μία ίλη ελαφρών αρμάτων
(Κάριερς) και με αριθμό πυροβόλων διαφόρων διαμετρημάτων.
Ανατολικότερα, προσπάθειες των Γερμανών
κατά τη διάρκεια της νύχτας να εκπορθήσουν τα Οχυρά Μαλιάγκα και
Περιθώρι απέτυχαν. Αντεπίθεση, που εκτοξεύθηκε κατά των τμημάτων που
είχαν επικαθήσει στην επιφάνεια του Οχυρού Περιθώρι, προσέλαβε μορφή
αγώνα σώματος προς σώμα και τελικά οι Γερμανοί υποχώρησαν άτακτα. Από
τις 1245 το Οχυρό καθώς και τα παρακείμενα υψώματα δέχθηκαν επίθεση δύο
περίπου συνταγμάτων Πεζικού, τα οποία μετά από τρίωρο αγώνα καθηλώθηκαν
με σημαντικές απώλειες.
Στις 8 Απριλίου, τρίτη μέρα της
γερμανικής επιθέσεως, στον Τομέα της Κερκίνης οι Γερμανοί προωθήθηκαν
και τις μεσημβρινές ώρες έλαβαν επαφή με τα τμήματα της 18ης Μεραρχίας
στην περιοχή της γέφυρας Μεγαλοχωρίου, ενώ τα οχυρά που δεν είχαν
υποκύψει, συνέχιζαν τον αγώνα. Το Οχυρό Ποποτλίβιτσα, ύστερα από σκληρό
και άνισο αγώνα, υποχρεώθηκε στις 19.00 να συνθηκολογήσει. Αντίθετα, η
φρουρά τριών σκυρόδετων πολυβολείων στις νότιες υπώρειες του υψ.
Ρουπέσκο εξακολουθούσε να προβάλλει πείσμονα αντίσταση. Το Οχυρό
Παλιουριώνες, αν και δέχθηκε σκληρό βομβαρδισμό και καταιγισμό φορητών
όπλων στα φατνώματά του, αντιστάθηκε προξενώντας σοβαρές απώλειες στους
Γερμανούς.
Ενώ όμως, με την ηρωική αντίσταση των
υπερασπιστών των οχυρών, η «Γραμμή Μεταξά» παρέμεινε ουσιαστικά
απαραβίαστη και κατά την τρίτη μέρα της γερμανικής επιθέσεως, στον τομέα
της 19ης Μηχανοκίνητης Μεραρχίας, όπου το αριστερό του ΤΣΑΜ,
δημιουργήθηκε κρίσιμη κατάσταση εξαιτίας της καταρρεύσεως της
γιουγκοσλαβικής αντιστάσεως στη Νότια Σερβία, από την πρώτη κιόλας μέρα.
Τα τμήματα που διατέθηκαν εσπευσμένα για την απόφραξη της κοιλάδας του
Αξιού δεν κατόρθωσαν, κατά το μεγαλύτερο μέρος τους, να φτάσουν και να
εγκατασταθούν έγκαιρα στην τοποθεσία, εξαιτίας της εχθρικής παρεμβολής.
Στις 0600 της 8ης Απριλίου ισχυρές
γερμανικές μηχανοκίνητες δυνάμεις της 2ης Τεθωρακισμένης Μεραρχίας
πέρασαν τη μεθόριο κοντά στη Δοϊράνη και εισέβαλαν στο ελληνικό έδαφος.
Στη συνέχεια ανέτρεψαν τα εγκαταστημένα στην περιοχή Ακρίτας-Οβελίσκος
τμήματα και κινήθηκαν προς Χέρσο-Κιλκίς και Μεγάλη Στέρνα-Πολύκαστρο,
διαλύοντας ή παρακάμπτοντας τις αντιστάσεις που συναντούσαν.
Ταυτόχρονα, άλλα τμήματα της 6ης Ορεινής
Μεραρχίας, δυνάμεως 5 ταγμάτων, επιτέθηκαν κατά της τοποθεσίας Κρουσίων
και πέτυχαν ρήγμα δυτικά του υψώματος Δοβά Τεπέ. Περί τις 2300 γερμανική
φάλαγγα κατέλαβε το χ. Μεταλλικό και συνέχισε την κίνησή της προς το
Κιλκίς, ενώ το Στρατηγείο της ΧΙΧ Μεραρχίας, που αιφνιδιάσθηκε από την
ταχύτητα προελάσεως των Γερμανών, μετακινήθηκε στο χ. Κεντρικό.
Η συνεχιζόμενη σε βάθος διείσδυση των
Γερμανών και η αναμενόμενη για την επόμενη κατάληψη της Θεσσαλονίκης
αποτελούσε άμεσο κίνδυνο για το ΤΣΑΜ, του οποίου η αιχμαλωσία θα ήταν
βέβαιη αν παρέμενε επί της αμυντικής τοποθεσίας. Για αυτό το λόγο, ο
Διοικητής του ΤΣΑΜ Αντιστράτηγος Μπακόπουλος αποφάσισε να συμπτύξει τις
δυνάμεις του από το βράδυ της 8ης Απριλίου προς τα λιμάνια της
Ανατολικής Μακεδονίας, αφού αποκλειόταν η περίπτωση προσπάθειας
συμπτύξεώς τους δυτικά του Αξιού, εξαιτίας της προελάσεως των Γερμανών
προς Κιλκίς-Θεσσαλονίκη και της αναμενόμενης καταστροφής των γεφυρών του
Αξιού. Αλλά και η θαλάσσια μεταφορά δυνάμεων παρουσίαζε σοβαρές
δυσχέρειες, γιατί τα διαθέσιμα σκάφη ήταν ανεπαρκή.
Ο Διοικητής του ΤΣΑΜ στις 1630 της 8ης
Απριλίου ανέφερε τηλεφωνικώς στον Αρχιστράτηγο την απόφασή του να
συμπτύξει τις δυνάμεις του, λόγω της καταστάσεως που είχε δημιουργηθεί.
Πέντε μόλις λεπτά μετά την τηλεφωνική συνδιάλεξη, ο Διοικητής του ΤΣΑΜ
έλαβε τηλεφωνική διαταγή του Γενικού Στρατηγείου, η οποία τον
εξουσιοδοτούσε να έρθει σε διαπραγματεύσεις με το Διοικητή των
γερμανικών δυνάμεων, για τη σύναψη συνθηκολογήσεως και την κατάπαυση των
εχθροπραξιών. Το Γενικό Στρατηγείο, εκτιμώντας τη γενική κατάσταση και
το μάταιο της συνεχίσεως του άνισου αγώνα και προς αποφυγή ανώφελων
θυσιών, είχε ήδη εκδώσει από το μεσημέρι σχετική έγγραφη διαταγή για
συνθηκολόγηση. Εξάλλου, η αποστολή του ΤΣΑΜ, της επιβραδύνσεως δηλαδή
των Γερμανών προς την τοποθεσία Βερμίου, είχε πλέον καταστεί ανέφικτη,
καθόσον είχαν ήδη διανοιγεί δύο κατευθύνσεις προσβολής της τοποθεσίας
αυτής, από την κοιλάδα του Αξιού και από το Μοναστήρι.
Ο Διοικητής του ΤΣΑΜ ύστερα από τα
παραπάνω απέστειλε στις 2100 της 8ης Απριλίου επιστολή προς το Γερμανό
Διοικητή της 2ης Τεθωρακισμένης Μεραρχίας Αντιστράτηγο Φάιελ, με την
οποία πρότεινε την κατάπαυση του πυρός υπό τον όρο όπως οι μαχητές
διατηρήσουν τα όπλα τους και εφόσον αυτό αποκλειόταν, να επιστραφούν
αυτά στην Ελλάδα μετά το τέλος του πολέμου. Ταυτόχρονα, ενημέρωσε
εμπιστευτικά τους υφισταμένους του διοικητές των Μεγάλων Μονάδων και
τόνισε ότι έπρεπε να διατηρήσουν τις θέσεις τους μέχρι τη στιγμή της
υπογραφής της συνθηκολογήσεως για την τιμή των όπλων και γιατί μόνο έτσι
θα εξασφαλίζονταν ευνοϊκοί και έντιμοι όροι.
Περί τις 22.30 ο Στρατιωτικός Διοικητής
Θεσσαλονίκης Αντιστράτηγος Ραγκαβής έλαβε επιστολή του Διοικητή της
γερμανικής εμπροσθοφυλακής, με την οποία ζητούσε την «άνευ όρων»
παράδοση της πόλεως μέχρι τα μεσάνυχτα.
Η παράδοση της Θεσσαλονίκης έγινε στις
0800 της επομένης, 9ης Απριλίου, από επιτροπή αποτελούμενη από το
Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης, το Δήμαρχο και τον Αστυνομικό Διευθυντή της
πόλεως.
Στις 14.00 της 9ης Απριλίου, στο Γερμανικό
Προξενείο Θεσσαλο-νίκης υπογράφηκε Πρωτόκολλο και Παράρτημα
Διαπραγματεύσεων μεταξύ του Διοικητή του ΤΣΑΜ και του Διοικητή της 2ης
Γερμανικής Τεθωρακισμένης Μεραρχίας. Με το Παράρτημα αναγνωριζόταν ο
ηρωικός αγώνας του ΤΣΑΜ και εκφραζόταν η επιθυμία να μη σταλούν οι
αξιωματικοί και οπλίτες σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως. Για τις πολιτικές
αρχές συμφωνήθηκε να παραμείνουν στις θέσεις τους.
Έτσι, τερματιζόταν ο αγώνας στην
Ανατολική Μακεδονία με όρους εξαιρετικά έντιμους για τα ελληνικά
στρατεύματα που υπεραμύνθηκαν της τοποθεσίας Κερκίνη-Νέστος.
Στις 1600 ο Διοικητής του ΤΣΑΜ γνώρισε
στις μονάδες τους όρους της συνθηκολογήσεως και διατάχθηκε η διακοπή των
εχθροπραξιών. Η διαταγή αυτή του ΤΣΑΜ προκάλεσε δυσαρέσκεια σ’ όσες
μονάδες διατηρούσαν ακόμη τις θέσεις τους και συνέχιζαν με επιτυχία τον
αγώνα τους. Η ιδέα της άδοξης καταλήξεως σε αιχμαλωσία προκάλεσε, όπως
ήταν φυσικό, δικαιολογημένη αντίδραση και η πρώτη σκέψη πολλών ηγητόρων
ήταν να διαφύγουν με τα τμήματά τους προς την ελεύθερη και μαχόμενη
ακόμη Ελλάδα. Οι ανυπέρβλητες όμως για την πραγματοποίηση του σκοπού
αυτού δυσχέρειες τους ανάγκασαν να υποταχθούν τελικά με μεγάλη οδύνη στο
μοιραίο.
Ενώ ο Διοικητής του ΤΣΑΜ ασχολούνταν με
τις διαπραγματεύσεις για συνθηκολόγηση και οι Γερμανοί είχαν ήδη από το
πρωί της 9ης Απριλίου εισέλθει στη Θεσσαλονίκη, αγώνας συνεχιζόταν με
επιτυχία σε ολόκληρη την οχυρωμένη τοποθεσία.
Στον Τομέα της Ταξιαρχίας Νέστου,
προσπάθεια των Γερμανών να διαβούν τον ποταμό Νέστο στην περιοχή του χ.
Παράδεισος απέτυχε. Ο Διοικητής όμως του Τομέα γνωρίζοντας ότι επίκειται
συνθηκολόγηση, συνέπτυξε τα τμήματά του κατά τη διάρκεια της νύχτας
9/10 Απριλίου προς την κατεύθυνση Χρυσούπολη-Κεραμωτή, με πρόθεση να τα
διαπεραιώσει στη νήσο Θάσο.
Στον Τομέα Φαλακρού, τα γερμανικά
τμήματα, που είχαν εγκατασταθεί στο ύψ. Ουσόγια, δεν επιχείρησαν να
προωθηθούν παραπέρα εξαιτίας των σφοδρών πυρών του Οχυρού Πυραμιδοειδές
και του πυροβολικού. Στις 1010 το Απόσπασμα Καλαποτίου επανέλαβε την
επίθεση για την ανακατάληψη του υψ. Κρέστη, η οποία είχε ανακοπεί το
προηγούμενο βράδυ. Ύστερα από σκληρό αγώνα, που κράτησε μέχρι τις 1300,
το Απόσπασμα κατόρθωσε να εκδιώξει τους Γερμανούς και να ανακαταλάβει το
ύψωμα. Το Οχυρό Πυραμιδοειδές διέταξε την παύση πυρός στις 1400, μετά
από διαταγή της 7ης Μεραρχίας.
Στον Τομέα της 14ης Μεραρχίας ο αγώνας συνεχίστηκε με ένταση χωρίς οι Γερμανοί να πετύχουν τη διάσπαση της αμυντικής τοποθεσίας.
- Στο Συγκρότημα Σιδηροκάστρου, το Οχυρό Ρούπελ παρά τους σφοδρούς βομβαρδισμούς δεν υπέκυψε, αλλά ούτε και δέχθηκε να συνθηκολογήσει σε σχετική πρόσκληση των Γερμανών.
- Στο Συγκρότημα Καραντάγ, απόπειρα διεισδύσεως κατά τη διάρκεια της νύχτας 8/9 Απριλίου δυνάμεως λόχου των Γερμανών, μεταξύ των Οχυρών Μαλιάγκα και Περιθώρι, αποκρούσθηκε με σοβαρές γι’ αυτούς απώλειες. Άλλη δύναμη τάγματος, που κατόρθωσε να διεισδύσει κατά τη διάρκεια της ίδιας νύχτας μεταξύ των Οχυρών Περιθώρι και Παρταλούσκα και να προσβάλλει τα μετόπισθεν του Συγκροτήματος, καταδιώχθηκε κατόπιν θαρραλέας αντεπιθέσεως μικτού τμήματος από εφεδρικές διμοιρίες, το οποίο συνέλαβε και 102 Γερμανούς αιχμαλώτους.
Οι Γερμανοί, επωφελούμενοι της κατοχής
του υψ. Κρέστη, επιχείρησαν κατά τη διάρκεια της ίδιας νύχτας 8/9
Απριλίου και νέα διείσδυση και κατόρθωσαν με μία διλοχία να καταλάβουν
το ύψ. Άγιος Κωνσταντίνος, στα νώτα του Συγκροτήματος Καραντάγ. Άμεση
όμως ελληνική αντεπίθεση είχε ως αποτέλεσμα την ανακατάληψη του υψώματος
και τη σύλληψη 250 Γερμανών αιχμαλώτων.
Στον τομέα της 18ης Μεραρχίας οι Γερμανοί
ενήργησαν αλλεπάλληλες επιθέσεις εναντίον του οχυρού Παλιουριώνες,
χωρίς όμως να κατορθώσουν να το εκπορθήσουν. Στις 1730 Γερμανοί κήρυκες
πληροφόρησαν τη φρουρά του Οχυρού για τη συνθηκολόγηση. Ύστερα απ’ αυτό
αποφασίσθηκε να γίνει εκκένωση κατά τη διάρκεια της νύχτας. Η παράδοση
του Οχυρού στους Γερμανούς έγινε στις 0900 της 10ης Απριλίου. Κατ’
αυτήν, παρατάχθηκε γερμανικό τάγμα για απόδοση τιμών. Η γερμανική σημαία
ανυψώθηκε στο Οχυρό μόνο μετά την αναχώρηση της φρουράς του.
Ανάλογες τιμητικές εκδηλώσεις έγιναν και
προς τους Διοικητές των Οχυρών Ρούπελ, Λίσσε, Πυραμιδοειδές, Περιθώρι,
Εχίνος, Νυμφαία, Ιστίμπεη και Κελκαγιά.
Η φρουρά του Στηρίγματος Ρουπέσκο, αφού
αντιστάθηκε κατά τη διάρκεια της ημέρας, κατόρθωσε να διαφύγει κατά τη
νύκτα 9/10 Απριλίου χωρίς να γίνει αντιληπτή από τους Γερμανούς.
Στον Τομέα της 19ης Μηχανοκίνητης
Μεραρχίας, το 193ο Σύνταγμα δέχθηκε στις 0230 της 9ης Απριλίου επίθεση
και μετά από σύντομο αγώνα παραδόθηκε. Τα υπόλοιπα τμήματά της
συμπτύχθηκαν στην περιοχή του χ. Ελληνικό κοντά στο Λαχανά.
Αποτελεσματα
Το πρωί της 10ης Απριλίου βρήκε όλα τα
τμήματα του ΤΣΑΜ ενήμερα της συνθηκολογήσεως που είχε υπογραφεί,
αναμένοντας την εκτέλεση των όρων της.
Οι ελληνικές απώλειες κατά τον παραπάνω
τετραήμερο σκληρό αγώνα υπήρξαν σχετικά μικρές και δεν ξεπέρασαν τους
1.000 νεκρούς και τραυματίες. Οι απώλειες των Γερμανών από τις 6 μέχρι
τις 10 Απριλίου υπήρξαν σημαντικές και έφτασαν, σύμφωνα με γερμανικές
πηγές, σε 555 νεκρούς, 2.134 τραυματίες και 170 αγνοουμένους.
Διαπιστωσεις – Συμπερασματα
Η οχυρωμένη τοποθεσία Κερκίνη-Νέστος είχε
οργανωθεί με προοπτική να αντιμετωπίσει βαλκανικό αντίπαλο και είχε
συγκροτηθεί από οχυρά σημεία, τα οποία θα πλαισιώνονταν με επαρκείς
δυνάμεις.
Χάρη στον ηρωισμό και την αυτοθυσία των Ελλήνων μαχητών, τα
Οχυρά αντιστάθηκαν επιτυχώς κατά του γερμανικού στρατού, που διέθετε
συντριπτική υπεροχή, παρόλο ότι οι περισσότερες δυνάμεις που
προβλέπονταν για την τοποθεσία είχαν σταδιακά μεταφερθεί στο μέτωπο προς
την Αλβανία, από την έναρξη του Ελληνοϊταλικού Πολέμου. Οι Γερμανοί
μάλιστα χαρακτήρισαν αυτό το σύστημα οχυρώσεως, ως τον «χρυσό μέσο όρο»
μεταξύ του γαλλικού συστήματος και των συστημάτων των άλλων κρατών και
το πλέον κατάλληλο για ορεινά εδάφη. Ιδιαίτερα μάλιστα θαύμασαν την
εκλογή των θέσεων και την τέλεια προσαρμογή των πυρών προς το έδαφος.
Η κατασκευή ορισμένων οχυρών κοντά στα
σύνορα με διπλή αποστολή, αμυντική και επιθετική και η έλλειψη σχετικού
βάθους, όπως και σε πολλά εδαφικά τμήματα της Κερκίνης, αποδείχθηκε
μειονεκτική, γιατί ο αντίπαλος ήταν σε θέση να πάρει την κατάλληλη
διάταξη πριν την επίθεσή του. Επομένως για να στηριχθεί ικανοποιητικά η
άμυνα στην περιοχή αυτή απαιτείται η έγκαιρη δημιουργία ευνοϊκών
συνθηκών.
Οι πολιτικές αποφάσεις της
Γιουγκοσλαβίας (αμφιλεγόμενη στάση αρχικά, στη συνέχεια προσχώρηση στον
Άξονα, πραξικόπημα και τέλος αποχώρηση απ’ αυτόν) δημιούργησαν πρόβλημα
στην Ελλάδα, γιατί:
- Η χώρα μας δεν είχε τη δυνατότητα να οδηγηθεί στις ενδεδειγμένες αποφάσεις (επιλογή τρόπου αντιδράσεως-τοποθεσία άμυνας κτλ.) μέχρι και την τελευταία στιγμή.
- Η άμυνα της Γιουγκοσλαβίας χωρίς σχέδια και προετοιμασία υπήρξε σύντομη και χωρίς αποτέλεσμα. Η ταχύτατη κατάρρευση του νότιου Γιουγκοσλαβικού μετώπου άφησε την ελληνική άμυνα στην εχθρική απειλή, αρχικά από τη Στρώμνιτσα-Αξιό ποταμό και αργότερα από Μοναστήρι-Κοζάνη.
Η ταχύτατη αναπροσαρμογή (μέσα σε 24
ώρες), σχεδίαση και διεξαγωγή μεγάλης κλίμακας επιχειρήσεως, όπως αυτή,
από τους Γερμανούς καταδεικνύει την άρτια οργάνωση, τη μέγιστη ικανότητα
και την άριστη απόδοση της Ανώτατης Στρατιωτικής Ηγεσίας και του
στρατεύματος. Το γερμανικό πεζικό εξάλλου, διοικούμενο καλώς και
εμπνεόμενο από αποφασιστικότητα και αυτοθυσία, αποδείχθηκε άριστο στον
επιθετικό και αμυντικό αγώνα, και επέδειξε ικανότητα διεισδύσεως παντού,
όπου η αντίσταση δεν ήταν αρκετή για να το αναχαιτίσει.
Η υπεροχή των Γερμανών σε μηχανοκίνητες
και τεθωρακισμένες δυνάμεις και η κατάλληλη χρησιμοποίησή τους,
συνέβαλαν πολύ στην ταχεία και πλήρη επιτυχία της όλης επιχειρήσεως. Η
ύπαρξη εξάλλου ισχυρότατης αεροπορικής δυνάμεως και η χρησιμοποίησή της
κατά μάζες, επέδρασε αποφασιστικά στην εξέλιξη του αγώνα, δεδομένης
μάλιστα και της ελλείψεως φίλιας αεροπορίας. Από τα παραπάνω
καταφαίνεται ότι στην επιχείρηση αυτή οι Γερμανοί εφάρμοσαν την αρχή
«της συγκεντρώσεως των μέσων» στο επιθυμητό σημείο.
Κατά τη διεξαγωγή της άμυνας πρυτάνευσε
το επιθετικό πνεύμα, παρόλο ότι δεν υπήρχαν οι προβλεπόμενες γι’ αυτό
εφεδρείες, παρά μόνο μικρό ποσοστό τόσο μέσα, όσο και έξω από τα οχυρά.
Οι Έλληνες μαχητές, πάντως, των οχυρών αγωνίσθηκαν γενναία, με άφθαστο
ηρωισμό και πρωτοφανή αυτοθυσία εναντίον πολυαριθμότερου εχθρού με
συντριπτική υπεροχή πυρός και μέσων. Αναδείχθηκαν, έτσι, εφάμιλλοι των
συναδέλφων τους του ελληνοϊταλικού μετώπου, προκαλώντας το θαυμασμό του
αντιπάλου.
Τέλος, ο ίδιος ο Χίτλερ σε λόγο του στις 4
Μαΐου 1941 ενώπιον του Ράιχσταγκ, κάνοντας απολογισμό των εκστρατειών
του είπε: «Η ιστορική δικαιοσύνη όμως με υποχρεώνει να διαπιστώσω ότι
από όλους τους αντιπάλους τους οποίους αντιμετωπίσαμε, ο Έλληνας
στρατιώτης ιδιαίτερα πολέμησε με ύψιστο ηρωισμό και αυτοθυσία.
Συνθηκολόγησε μόνο όταν η εξακολούθηση της αντιστάσεως δεν ήταν πλέον
δυνατή και δεν είχε κανένα λόγο».
ΠΙΝΑΚΑΣ ΔΙΟΙΚΗΤΩΝ ΤΩΝ ΟΧΥΡΩΝ
1. | Ποποτλίβιτσα | Λγός | (ΠΖ) | Φελούκας Γεώργιος |
2. | Ιστίμπεη | Τχης | (ΠΖ) | Πικουλάκης Ξανθός |
3. | Κελκαγιά | Λγός | (ΠΖ) | Ζακυνθινός Τηλέμαχος |
4. | Αρπαλούκι | Τχης | (ΠΖ) | Καραθάνος Δημήτριος |
5. | Παλιουριώνες | Τχης | (ΠΖ) | Χατζηγεωργίου Αλέξανδρος |
6. | Ρούπελ | Τχης | (ΠΖ) | Δουράτσος Γεώργιος |
7. | Καρατάς | Τχης | (ΠΖ) | Κοντογιάννης Αστέριος |
8. | Κάλης | Τχης | (ΠΖ) | Κωστόπουλος Κων/νος |
9. | Περσέκ | Λγός | (ΠΖ) | Θύμης Σπύρος |
10. | Μπαμπαζώρα | Τχης | (ΠΖ) | Κώτσης Αναστάσιος |
11. | Μαλιάγκα | Λγός | (ΠΖ) | Θεοδωρόπουλος Ευστάθιος |
12. | Περιθώρι | Λγός | (ΠΖ) | Δαράτος Σπυρίδων |
13. | Παρταλούσκα | Λγός | (ΠΖ) | Δρακουλαράκος Σταύρος |
14. | Ντάσαβλη | Υπλγος | (ΠΖ) | Κόνιαρης Ιωάννης |
15. | Λίσσε | Τχης | (ΠΖ) | Δετοράκης Γεώργιος |
16. | Πυραμιδοειδές | Λγός | (ΠΖ) | Ρογκάκος Παναγιώτης |
17. | Καστίλο | Λγός | (ΠΖ) | Θεοδωράκης Γεώργιος |
18. | Άγ. Νικόλαος | Τχης | (ΠΖ) | Καλιώρης Γεώργιος |
19. | Μπαρτίσεβα | Λγός | (ΠΖ) | Δημίδης Παναγιώτης |
20. | Εχίνου | Τχης | (ΠΖ) | Δρακούσης Χρήστος |
21. | Νυμφαίας | Τχης | (ΠΖ) | Αναγνωστός Αλέξανδρος |