06 Απριλίου 2025

...τα οχυρά παραδίδονται μόνον όταν κυριευθώσιν παρά του αντιπάλου...

Ηλίας Κοτρίδης, Αντισυνταγματάρχης ε.α.

Το ΡΟΥΠΕΛ είναι ένα από τα εικοσιένα συγκροτήματα οχυρών που κατασκευάσθηκαν. Αποτελείτο από πολλά στεγανά συγκροτήματα και μερικά μεμονωμένα έργα που εκτείνονται σε μέτωπο 2.500 μέτρων. Περιελάμβανε 123 επιφανειακά έργα, από τα οποία 13 νωτιαίας άμυνας και οι υπόγειες στοές του είχαν ανάπτυγμα 6.100 μέτρα.

Ο οπλισμός του αποτελείτο από:

– 2 πυροβόλα 75 χιλιοστών
– 5 A/T των 37 χιλιοστών
– 1 Α/Α των 20 χιλιοστών
– 5 όλμων 81 χιλιοστών
– 85 πoλ/λα πλην των εφεδρικών
– 25 οπλοπολυβόλων και
– 53 βομβιδοβόλα, εκτός από τον οπλισμό της φρουράς (που ανήρχετο σε 27 Αξιωματικούς και 950 περίπου οπλίτες) και στοίχισε συνολικά μαζί με το οχυρό ΟΥΣΙΤΑ 111.540.000 δρχ.

Ανχης Δουράτσος Γεώργιος, διοικητής Ρούπελ.

Δυτικά πλαισιωνόταν από το οχυρό Παλιουριώνες (απόσταση 1.500 μ) και αριστερά από το οχυρό Kαρατάς (απόσταση 2.500 μ). Ανάμεσα στο Ρούπελ και Καρατάς οργανώθηκε με έργα εκστρατείας το κέντρο αντιστάσεως ΚΑΠΙΝΑ – ΓΙΑΚΟΥΠΟΒΙΤΣΑ και κατείχετο από το ΙΙ/81 Τάγμα πεζικού. Η Γερμανική διοίκηση εστίασε την κύρια προσπάθειά της στην διάνοιξη της στενωπού Ρούπελ, παράλληλα με τις ενέργειές της σε άλλου τομείς και τοποθεσίες. Έτσι απέναντι από την τοποθεσία του Μπέλες και του Ρούπελ είχαν παραταχθεί οι 5η και 6η Μεραρχίες ορεινού αγώνα καθώς και το 125 ανεξάρτητο Σύνταγμα επίλεκτων, ενισχυμένο με ένα επιπλέον τάγμα πεζικού και ένα Μηχανικού. Το σύνταγμα αυτό θα σήκωνε το βάρος της επίθεσης εναντίον του Ρούπελ. Είχε πείρα από επιχειρήσεις σε οχυρωμένες τοποθεσίες, αφού είχε πάρει μέρος στην εκκαθάριση της γραμμής ΜΑΖΙΝΩ. Η αποστολή του ήταν να ανοίξει τον δρόμο Προμαχώνα-Σιδηροκάστρου καταλαμβάνοντας τα υψώματα Ρούπελ σε μία μέρα. Τις προσπάθειες του θα υποστήριζαν 128 πυροβόλα και πλήθος αεροσκαφών.

Απεικόνιση των έργων του Ρούπελ σε γερμανικό σχεδιάγραμμα.

Το τάγμα Μηχανικού που διατέθηκε στις μονάδες, όφειλε από την αρχή της επίθεσης να κάνει ζεύξη του Μπίστριτσα με στενές γέφυρες για να περάσει το πεζικό, να κατασκευάσει στην ζώνη του 1ου τάγματος ανθεκτική γέφυρα, προκειμένου να περάσουν γρήγορα τα βαρέα όπλα και να καταλάβει αιφνιδιαστικά την μόνη Ελληνική γέφυρα κοντά στο τελωνείο. Από την προηγούμενη μέρα 5 Απριλίου είχαν ολοκληρωθεί οι προωθήσεις τμημάτων και δεν έμενε τίποτα άλλο από την εντολή επίθεσης, η οποία και δόθηκε. Την 05:15 της 6ης Απριλίου αρχίζει ο βομβαρδισμός του Μπέλες και πέντε λεπτά αργότερα αρχίζει η επίθεση προς το Φυλάκιο Προμαχώνα. Εκεί όμως συναντούν τον Υπλγό Νιάνιο Δημήτριο με τους 28 λεβέντες του, οι οποίοι αφού ανατινάζουν την γέφυρα του ποταμού Μπίστριτσα και καθυστερούν μέχρι την 10:00 ώρα τον εχθρό, συμπτύσσονται σύμφωνα με τον σχεδιασμό στον κύριο χώρο αμύνης του λόχου, που ήταν εκτός των οχυρών, στο κέντρο αντιστάσεως ΚΑΠΙΝΑ. Σημαντικότατη η προσφορά αυτή των λίγων αγωνιστών οι οποίοι αψηφώντας όλους τους κινδύνους καθυστέρησαν για αρκετές ώρες τους Γερμανούς και τους προκάλεσαν σύγχυση ως προς το τι θα ακολουθούσε, δεδομένου ότι το τμήμα αυτό δεν διέθετε βαρύ οπλισμό και οι Γερμανοί δεν είχαν «γευθεί» ακόμη τα πυρά των οχυρών, όπου ήταν και το κύριο μέρος του οπλισμού. Το ένιωσαν σε λίγο.

Γράφει ο μετέπειτα Τχης Βόλφγκανκ Κάπ : «…Εδώ πάνω, ακριβώς κάτω από την κορυφή, στο κεντρικότερο σημείο του Ρούπελ, μένουμε άφωνοι. Είναι αδύνατο να προχωρήσουμε. Όποιος τολμήσει να ξεμυτίσει, γαζώνεται. Ποιος μπορούσε να σκεφθεί ότι τα λίγα και με δυσκολία φτιαγμένα αυτά οχυρά, που μπορούσαμε να τα δούμε από την Βουλγαρική πλευρά, θα ήταν τόσο δυνατά και μοντέρνα. Ποιος μπορούσε να πιστέψει ότι οι Έλληνες θα μας αντιστέκονταν τόσο σκληρά και με τέτοια δύναμη. Δεν μας βοηθάει τίποτε….» .
Πλήθος πυροβόλων καμπύλης και ευθυτενούς τροχιάς ρίχνουν το μολύβι τους στο οχυρό, απέναντι στα στήθη του Ανχη Δουράτσου, του Λγου Κυριακίδη, του Υπλγού Νιάνιου, και τόσων άλλων. Για να έχουν επιτυχία τα πυροβόλα τους, ανυψώθηκε στην κοιλάδα ένα δέσμιο αερόστατο τύπου ΖΕΠΕΛΙΝ, από όπου οι παρατηρητές κατεύθυναν τα πυρά τους. Ό,τι μέσον όμως και να χρησιμοποίησαν δεν μπόρεσε να αποδώσει. Έτσι ντύνουν 100 επίλεκτους του Συντάγματος Βρανδεμβούργου με Ελληνικές στολές και χρησιμοποιώντας λαστιχένιες βάρκες προσπαθούν να περάσουν μέσα από τον Στρυμόνα. Είχε προβλεφθεί όμως τέτοια ενέργεια και για το σκοπό αυτό είχε στηθεί συρμάτινο πλέγμα στο νερό. Οι τρεις πρώτες βάρκες ακινητοποιήθηκαν πάνω σε αυτό και καταστράφηκαν από τα πυρά, ενώ οι υπόλοιπες εξαφανίσθηκαν προς τα πίσω.

Ο διοικητής του 125 Συντάγματος, Σχης Petersen, που επιτέθηκε στο Ρούπελ.

Ταυτόχρονα μικρές διεισδύσεις γίνονται πίσω από τα οχυρά του Ρούπελ, μέσω των βαθέων χαραδρώσεων του Καπνότοπου. Το δύσκολο έργο της εκκαθάρισης αναλαμβάνει ο Υπλγός Νιάνιος και ο Ανθλγός Πορφύρης οι οποίοι για μια ακόμη φορά έκαναν το καθήκον τους στο ακέραιο, συλλαμβάνοντας αιχμαλώτους και κυριεύοντας το μεγαλύτερο μέρος του υλικού που έφεραν μαζί τους. Πολυβόλα , όλμοι 60 χιλιοστών, χάρτες, διόπτρες και λοιπό υλικό, ήταν η συγκομιδή των εκκαθαρίσεων μαζί με τους 30 αιχμαλώτους.

Γερμανοί ζητούντες 6ωρη εκεχειρία για περισυλλογή νεκρών και τραυματιών.

Μέχρι αργά το απόγευμα οι προσπάθειες τους είναι άκαρπες. Συνεχίζει ο Τχης Κάπ «….Αποφασίσαμε την 17:30 να κάνουμε την νέα επίθεση. Τα Stukas βομβαρδίζουν τις θέσεις του αντιπάλου και τα κανόνια μας χτυπάνε διαρκώς. Με εκκωφαντικούς κρότους και με πολύ γρήγορους κανονιοβολισμούς ρίχνουν το σίδερο τους ενάντια στα ελληνικά οχυρά. Αναπνέουμε !!! Η γη σείεται!!! Και τώρα επιτίθεται το πεζικό μας που περίμενε πίσω από το ύψωμα. Οι Έλληνες μας βάλλουν με όλα τους τα όπλα και αναγκάζουν το πεζικό μας να επιστρέψει πίσω από το ύψωμα. Για πολλά λεπτά δεν μπορούμε να δούμε τίποτα. Τα πυροβόλα μας σκεπάστηκαν από σκόνη και βρωμιά. Όπως φαίνεται από τους συναδέλφους μας δε θα ξαναδούμε κανέναν. Απροστάτευτοι βρίσκονται στο έλεος του εχθρού….»

Οι Γερμανοί στις όχθες του Στρυμόνα ποταμού προσπαθούν να διεισδύσουν.

Ο εχθρός όμως είναι μεγαλόψυχος. Είναι χαρακτηριστικά τα παρακάτω: Μια από τις πρώτες ενέργειες, του Υπλγού Νιάνιου, όταν συνέλαβε τους 30 Γερμανούς αιχμαλώτους ήταν να επιδέσει τα τραύματα τους. Ακόμα πιο χαρακτηριστικό όμως είναι το περιστατικό που έγινε στο Περιθώρι της Δράμας όπου ένας Έλληνας στρατιώτης ειδοποίησε τον Αξιωματικό του πως ανάμεσα στους νεκρούς Γερμανούς ήταν και ένας τραυματίας. Έτρεξε λοιπόν ο αξιωματικός με κίνδυνο της ζωής του, να βοηθήσει τον εχθρό του. Έφθασε κοντά του. Ο πληγωμένος έτρεμε από την αιμορραγία και το φόβο. «Τι φταις εσύ», σιγοψιθύρισε ο Ανθστής Λευτέρης Γιαννόπουλος. Ο Γερμανός τον κοίταξε με αγωνία. Δέχτηκε τις πρώτες βοήθειες και αφού ηρέμησε λίγο, του έδειξε την αριστερή τσέπη στο χιτώνιο του για να βρει κάτι. Βρήκε το πορτοφόλι του και μέσα μια φωτογραφία. Μια όμορφη ξανθιά γυναίκα και ένα πεντάχρονο κοριτσάκι τους κοίταζαν χαρούμενα. Τούτο το παλικάρι είχε αφήσει στην πατρίδα του δύο αγαπημένα πρόσωπα. Αλλά ας δούμε πως περιγράφει τις επιθέσεις τους αυτές ένας άλλος Γερμανός αξκός ο Alex Buchner.

Μέχρι τα συρματοπλέγματα μπόρεσαν να φθάσουν…

Το 1° τάγμα σαν συγκρότημα κρούσης, προχώρησε σε ευρύ μέτωπο, περνώντας τον Μπίστριτσα. Ο 1ος λόχος του ενισχυμένος με δύο διμοιρίες σκαπανέων, πλησίασε την στενωπό χωρίς ανταλλαγή πυρών, εκμεταλλευόμενος τους θάμνους, τις κοιλότητες, την ομίχλη και τον καπνό που δημιουργήθηκε από τις εκρήξεις. Εκεί συναντήθηκε με δύο πυροβόλα εφόδου και δύο αντιαρματικά, που πέρασαν από την επισκευασθείσα γέφυρα του Μπίστριτσα. Μόλις όμως πλησίασε στο πρώτο αντιαρματικό κώλυμα, δέχθηκε τα πυρά πολυβόλων των αμυνομένων και καθηλώθηκε, παρότι οι σκαπανείς κατάφεραν να ανοίξουν δίοδο, ανατινάζοντας μερικούς «οδόντες Δράκοντος». Τότε και μόνο τότε, όταν έφθασαν μπροστά και κάτω από την ΟΥΣΙΤΑ, κατόρθωσαν οι Γερμανοί να δουν ορισμένα φατνώματα των έργων. Ήταν όμως αργά γι’ αυτούς και αναγκάστηκαν να παραμείνουν σε διαρκή κάλυψη.

Ενταφιασμός Γερμανού.

Το αντιαρματικό που κινούνταν στον κεντρικό δρόμο καταστράφηκε από εύστοχα πυρά. Την ίδια τύχη είχαν και τα δύο πυροβόλα εφόδου. Οι απώλειες των Γερμανών μεγάλωναν συνεχώς από τα πυρά των αμυνομένων, που υπερασπίζονταν τα υψώματα με αυτοθυσία. Από τα πυρά αυτά σκοτώθηκε ο διοικητής του Γερμανικού λόχου. Να πως περιγράφει το περιστατικό ο λοχίας Klotz: Η ομάδα μας είναι τώρα τελείως αποκομμένη. Το τανκ τραβάει τώρα όλα τα πυρά επάνω του. Ο ανθυπολοχαγός διατάζει: [Δεν γίνεται αλλιώς, πρέπει να προχωρήσουμε, δεν μπορούμε να μείνουμε εδώ]. Ένα αντιαρματικό βλήμα χτυπάει πολύ κοντά, κάτω από την πλευρά του άρματος και μας γεμίζει με πέτρες και χώμα. Μετά από λίγο άλλο ένα αντιαρματικό χτυπάει διάνα το τανκ. Ο διοικητής του λόχου πληγώνεται. Δέχεται ένα θραύσμα στο μηρό κι όμως συνεχίζει να ασκεί τη διοίκηση. Δεν μπορούμε να μείνουμε εδώ γιατί σε λίγο δεν θα υπάρχει κανείς. Ο ανθυπολοχαγός ρίχνεται πίσω, για να καλυφθεί εκ νέου. Μια ριπή αυτομάτου όπλου τον διαπερνάει. Πληγώνεται βαριά και λίγο αργότερα πεθαίνει. Ο διοικητής του λόχου τρέχει πάνω στον δρόμο, να καλυφθεί στην απέναντι πλευρά. Δέχεται έναν πυροβολισμό στο κεφάλι, που τον αφήνει στον τόπο. Από την πρώτη διμοιρία σκαπανέων μόνο τρεις που δεν τραυματίστηκαν έμειναν και από τους υπηρέτες των αντιαρματικών μόνο τέσσερις.

Το αυτοκίνητο DKW που πλησίασε με αγγελιαφόρους που ζήτησαν την παράδοση του οχυρού.

Οι Έλληνες μαχητές αφού καθήλωσαν τους αντιπάλους τους, προσπάθησαν με αντεπίθεση να τους αποτελειώσουν, όμως αποκρούστηκαν αφού δέχθηκαν ισχυρά πυρά, τόσο πυροβολικού όσο και αεροπορίας. Τελικά τα υπολείμματα του λόχου αυτού, με την κάλυψη της νύχτας, αποσύρθηκαν στον χώρο εξόρμησης, όπου όμως υπέστησαν νέες μεγάλες απώλειες, καθώς εντοπίσθηκαν και υπό το φως δύο προβολέων εβλήθησαν. Συνεχείς προσπάθειες αντιαεροπορικών και βαρέων πυροβόλων συνοδείας να καταστρέψουν τους προβολείς όχι μόνο απέτυχαν, αλλά το ένα αντιαεροπορικό δέχθηκε και αυτό πυρά και καταστράφηκε.

Γερμανικό τμήμα σε ώρα αναφοράς μετά την αποχώρηση των Ελλήνων. Έλληνες στρατιώτες παρέμειναν για να μεταφέρουν τρόφιμα στις Σέρρες, με οχήματα που διέθεσαν οι Γερμανοί.

Και βράδιασε και ξημέρωσε ημέρα δεύτερη και αναρωτιούνται οι Γερμανοί τι έγινε και ο διάδρομος δεν άνοιξε; Τι έφταιξε και δεν πέτυχαν τον σκοπό τους;

Συνέχιζαν τις προσπάθειες τους και την δεύτερη μέρα με τα ίδια και ακόμη αρνητικότερα αποτελέσματα γι’ αυτούς.

Γράφει ο Κούρτ Κρέϊζερ στο βιβλίο του «Η Γραμμή Μεταξά»… «Πυκνές βολές του ΚΑΡΑΤΑΣ και άλλων πυροβολείων που βρίσκονται νότια, πνίγουν την επίθεση στο αίμα. Το τάγμα υποχωρεί σε θέσεις άμυνας. Μόνο με τον ερχομό του σκοταδιού κατορθώνουν οι υπόλοιποι του 10ου λόχου να υποχωρήσουν στις αρχικές τους θέσεις. Το 1° Τάγμα οπισθοχωρεί με φοβερές απώλειες, το ίδιο και το 3° τάγμα που απωθείται από το οχυρό «Ε». Τα αυτοκινούμενα πυροβόλα εφόδου καταστρέφονται. Από το 2° τάγμα λείπουν πληροφορίες για την τύχη τους. Μέχρι το τέλος της πρώτης ημέρας κανένα οχυρό ή πυροβολείο δεν καταλαμβάνεται. Οι Έλληνες αμύνονται σκληρά και με αντεπιθέσεις εκκαθαρίζουν το προ των οχυρών έδαφος. Στις 7 Απριλίου, τη δεύτερη μέρα, το 125 σύνταγμα προετοιμάζει νέα επίθεση για κατάληψη του οχυρού ΟΥΣΙΤΑ από ανατολικά και βορειοανατολικά. Το Ελληνικό πυροβολικό βάλλει ακατάπαυστα και δημιουργεί στο 3° τάγμα τόσες απώλειες στις θέσεις συγκέντρωσης ώστε η επίθεση ματαιώνεται. Στις 14:00 και 16:00 σαράντα ως πενήντα Stukas βομβαρδίζουν τις Ελληνικές θέσεις και θέτουν εκτός μάχης μια ίλη πυροβολικού. Παρόλα αυτά το 3° τάγμα αποτυγχάνει στις εφόδους του κατά του οχυρού «Α».» Και βράδιασε και ξημέρωσε ημέρα Τρίτη και το ΡΟΥΠΕΛ εκεί ΑΓΕΡΩΧΟ, ΕΠΙΒΛΗΤΙΚΟ, ΑΚΑΤΑΜΑΧΗΤΟ, με την σημαία του να κυματίζει στον ιστό της και να σκορπά ρίγη συγκίνησης όχι μόνο στους μαχητές του, αλλά σε όλους. Συμμάχους και εχθρούς.

Γερμανικό άρμα-πυροβόλο καμουφλαρισμένο προ των οχυρών

«….Στις 8 Απρ διατάσσεται η τέταρτη επίθεση του 3ου τάγματος. Τρεις ομάδες εφόδου και μία διμοιρία Μηχανικού, όλα τα βαρέα όπλα του τάγματος, δύο διμοιρίες του 13ου λόχου και μία του 14ου μαζί με αυτοκινούμενα πυροβόλα εφόδου εξορμούν. (52)Η επίθεση προετοιμάζεται πάλι με βολές πυροβολικού και κάθετες εφορμήσεις των Stukas κατά του ΚΑΡΑΤΑΣ. Πυκνά πυρά του Ελληνικού πυροβολικού επιφέρουν σοβαρές απώλειες στις διμοιρίες μηχανικού και στα αυτοκινούμενα πυροβόλα εφόδου. Η επίθεση σταματά προτού καν αρχίσει. Στην έκθεση του ο διοικητής του 3ου τάγματος αναφέρει περιορισμένες πλέον δυνατότητες του τάγματος, λόγω απωλειών….».

Και ενώ σε μια μέρα έπρεπε να ανοίξουν το πέρασμα του Ρούπελ ούτε την τρίτη μέρα κατάφεραν τίποτε. Όλες τους οι προσπάθειες έσπαζαν πάνω στα γενναία στήθη, πάνω στα οχυρά που με επιμέλεια είχαν χτιστεί.

Τρίτη προς τέταρτη μέρα της γιγαντομαχίας. Όλα τα εχθρικά κύματα θραύονται πάνω στην ευψυχία, την τόλμη και τον ηρωισμό. Ο εχθρός λυσσά. Οι αμυνόμενοι με την τόλμη και την απόφαση τους να πεθάνουν επαυξάνουν αυτή τη λύσσα. Ο Γολιάθ μαίνεται. Ο Δαυίδ τον σφυροκοπά.

Γράφει χαρακτηριστικά ο Τχης Κάπ «…8 Απριλίου. Κατά το μεσημέρι επιχειρούμε νέα επίθεση. Το μπροστινό πυροβόλο ανεβαίνει προς την κορυφή και αρχίζει να βάλει. Εάν ο αντίπαλος δεν απαντήσει τα επόμενα λεπτά, το πεζικό μας θα κάνει επίθεση. Το κανόνι δεν πρόλαβε να ρίξει για 20-30 δευτερόλεπτα και από απέναντι δεχόμαστε καταιγισμό πυρών. Αρχίζουμε να αμφιβάλουμε αν οι συνάδελφοι μας θα βρουν το δρόμο της επιστροφής μέσα σ’ αυτήν την κόλαση. Ο εχθρός και τα βαριά του όπλα είναι πολύ έξυπνα κρυμμένα μέσα στους βράχους…». Αναγκάζονται τότε να ζητήσουν εξάωρη εκεχειρία για περισυλλογή νεκρών και τραυματιών, η οποία και τους δόθηκε.

Και ενώ αυτά συμβαίνουν στο Ρούπελ, στους Παλιουργιώνες, στο Νευροκόπι και σε όλα σχεδόν τα οχυρά, οι Γερμανοί αξιοποιούν το πλεονέκτημα που απέκτησαν από την μέχρι τότε στάση της Γιουγκοσλαβίας.

Οι Έλληνες αποχωρούν με ψηλά το κεφάλι. Διακρίνεταιο ο υπολοχαγός Ζαχαριάδης και πίσω του ο ανθυπασπιστής Ζιώγας.

Πιο συγκεκριμένα η 2η ΤΘ μεραρχία μπαίνει στην κοιλάδα Στρώμνιτσας (Βουλγάρικο έδαφος) και ανενόχλητη φτάνει στα Βουλγαρογιουγκοσλαβικά σύνορα, κοντά στην λίμνη Δοϊράνη. Ήταν εύκολη υπόθεση μετά η κάθοδος των Γερμανών στη Θεσσαλονίκη μέσω της ελαφρά οχυρωμένης κοιλάδας του Αξιού καθώς Γιουγκοσλαβική άμυνα δεν υπήρξε.
Έτσι ενώ οι μάχες συνεχίζονταν στα ελληνικά οχυρά , στην Θεσσαλονίκη την 9/4 υπογράφτηκε συνθηκολόγηση. Την ίδια μέρα Γερμανοί κήρυκες προσήλθαν στα οχυρά και ζήτησαν από τον Διοικητή των οχυρών να τα παραδώσει. ….«Συμφώνως τοις κεκανονισμένοις διέταξα τον λοχαγόν ΟΥΣΙΤΑΣ να αποστείλει τον ανθλγόν του μετά τριών στρατιωτών και λευκής σημαίας προς συνάντησίν των και πληροφορηθή τι εζήτουν ούτοι. Πράγματι μεταβάς εκεί ο ανθλγός συναντήθη μετά των αναφερομένων Γερμανών. Επιστρέψας μετά ημίσειαν ώραν, ανέφερεν τηλεφωνικώς ότι ο μέθ’ ου έγινε η συνάντησις ήτο Γερμανός Αξκός απεσταλμένος παρά της διοικήσεως του και εζήτουν την παράδοσιν του οχυρού επί του λόγου ότι μεταξύ του αρχιστρατήγου των Γερμανών και του διοικητού της ημετέρας στρατιάς Θεσσαλονίκης υπεγράφη ανακωχή και ότι κατόπιν τούτου τα Γερμανικά στρατεύματα εισήλθον εις την Θεσσαλονίκην. Διέταξα τον ανθλγόν να επανέλθη προς συνάντησιν του αναμένοντος Γερμανού και να τω ανακοινώσει τα κατωτέρω:

1ον. Ότι τα οχυρά παραδίδονται ΜΟΝΟΝ όταν κυριευθώσιν παρά του αντιπάλου.
2ον. Ότι τοιούτων διαταγών περί ανακωχής κλπ στερούμεθα παρά των ιεραρχικώς προϊσταμένων μας αρχών,
3ον. Ότι διαταγάς λαμβάνομεν και εκτελούμεν μόνον τας προερχομένας εκ των προϊσταμέων μας αρχών.
4ον. Ότι ο αγών θα συνεχισθεί. Πάσα δε απόπειρα προσεγγίσεως του οχυρού θα συντριβεί ».

Βληματοφορέας 75 χιλιοστών

Την 6η πρωινή της 10 Απριλίου ο διοικητής του οχυρού πηγαίνει, στην συνάντηση που ορίσθηκε με τον Γερμανό αξιωματικό, με ψηλά το κεφάλι και αξιώνει «κανείς Γερμανός να μην ανέβει στο οχυρό έως ότου και οι τελευταίοι αποχωρήσουν». Στις 10.00 επιστρέφει και αφού όλοι μαζί αποδίδουν τιμές στο οχυρό και τους ήρωες νεκρούς, ξεκινούν πεζοί για τις Σέρρες, αφήνοντας φρουρά για τα τρόφιμα και τα ατομικά είδη, τα οποία, κατόπιν συμφωνίας, θα μεταφέρονταν στις Σέρρες με Γερμανικά οχήματα. Στην έξοδο των στενών Γερμανικό τμήμα αποδίδει τιμές και οι μαχητές ανταποδίδουν τον χαιρετισμό.

Κοντά στο χωριό Προμαχώνα στήθηκαν τρία μεγάλα νεκροταφεία, όπου σε ένα μόνο από αυτά ενταφιάσθηκαν 360 Γερμανοί.

Μέρος των Γερμανικών νεκροταφείων μετά την μεταφορά τους στην Βουλγαρία.

Δεκατέσσερις (14) νεκροί και τριάντα οκτώ(38) τραυματίες είναι ο απολογισμός των απωλειών του οχυρού Ρούπελ, ενώ οι νεκροί της ευρύτερης περιοχής Ρούπελ-Καπίνα-Καρατάς-Λουτρά Σιδ/στρου ανέρχονται σε 122 νεκρούς, εκ των οποίων οι 9 Αξκοί.

Έτσι έληξε η μάχη του Ρούπελ, η οποία έμελλε να μείνει στην μνήμη όλων και κυρίως των Γερμανών.

Εδώ φουντώνει η δάφνη, εδώ το φως.
Εδώ αγκαλιά η Ελλάδα και η θυσία
Μονάχα εδώ θα γίνεται αδερφός
Ο θάνατος με την αθανασία.

 

30 Μαρτίου 2025

ΔΩΣΤΕ ΜΙΑ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΣΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ

Give War a Chance

ΠΡΟΩΡΗ ΕΙΡΗΝΕΥΣΗ

Μια δυσάρεστη αλήθεια που συχνά παραβλέπεται είναι ότι, αν και ο πόλεμος είναι μεγάλο κακό, έχει μια μεγάλη αρετή: μπορεί να επιλύσει πολιτικές συγκρούσεις και να οδηγήσει στην ειρήνη. Αυτό μπορεί να συμβεί όταν όλοι οι εμπόλεμοι εξαντληθούν ή όταν κάποιος κερδίσει αποφασιστικά. Είτε έτσι είτε αλλιώς, το κλειδί είναι ότι οι μάχες πρέπει να συνεχιστούν μέχρι να επιτευχθεί λύση. Ο πόλεμος φέρνει ειρήνη μόνο αφού περάσει μια κορυφαία φάση βίας. Οι ελπίδες για στρατιωτική επιτυχία πρέπει να εξασθενίσουν για να γίνει η στέγαση πιο ελκυστική από περαιτέρω μάχη.

 

Ωστόσο, από την ίδρυση των Ηνωμένων Εθνών και την κατοχύρωση της πολιτικής των μεγάλων δυνάμεων στο Συμβούλιο Ασφαλείας του, οι πόλεμοι μεταξύ των μικρότερων δυνάμεων σπάνια έχουν επιτραπεί να έχουν τη φυσική τους πορεία. Αντίθετα, συνήθως διακόπτονται νωρίς, προτού προλάβουν να καούν και να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για μια μόνιμη διευθέτηση. Εκεχειρίες και ανακωχές έχουν συχνά επιβληθεί υπό την αιγίδα του Συμβουλίου Ασφαλείας προκειμένου να σταματήσουν οι μάχες. Η επέμβαση του ΝΑΤΟ στην κρίση του Κοσσυφοπεδίου ακολουθεί αυτό το μοτίβο.

Αλλά μια κατάπαυση του πυρός τείνει να ανακόψει την εξάντληση που προκαλείται από τον πόλεμο και επιτρέπει στους εμπόλεμους να ανασυνθέσουν και να εξοπλίσουν εκ νέου τις δυνάμεις τους. Εντείνει και παρατείνει τον αγώνα μόλις τελειώσει η κατάπαυση του πυρός — και συνήθως τελειώνει. Αυτό ίσχυε για τον αραβο-ισραηλινό πόλεμο του 1948-49, ο οποίος θα μπορούσε να είχε κλείσει σε λίγες εβδομάδες, εάν δύο εκεχειρίες που ορίστηκαν από το Συμβούλιο Ασφαλείας δεν είχαν αφήσει τους μαχητές να αναρρώσουν. Αυτό ισχύει πρόσφατα στα Βαλκάνια. Οι επιβαλλόμενες εκεχειρίες διέκοπταν συχνά τις μάχες μεταξύ Σέρβων και Κροατών στην Κράινα, μεταξύ των δυνάμεων της Γιουγκοσλαβικής ομοσπονδίας και του Κροατικού στρατού και μεταξύ των Σέρβων, Κροατών και Μουσουλμάνων στη Βοσνία. Κάθε φορά, οι αντίπαλοι χρησιμοποιούσαν την παύση για να στρατολογήσουν, να εκπαιδεύσουν και να εξοπλίσουν πρόσθετες δυνάμεις για περαιτέρω μάχη, παρατείνοντας τον πόλεμο και διευρύνοντας το εύρος της δολοφονίας και της καταστροφής του. Εν τω μεταξύ, οι επιβεβλημένες ανακωχές -και πάλι, εκτός εάν ακολουθηθούν από ειρηνευτικές συμφωνίες- παγώνουν τεχνητά τη σύγκρουση και διαιωνίζουν μια κατάσταση πολέμου επ' αόριστον, θωρακίζοντας την ασθενέστερη πλευρά από τις συνέπειες της άρνησης να κάνει παραχωρήσεις για την ειρήνη.

Ο Ψυχρός Πόλεμος παρείχε πειστική αιτιολόγηση για μια τέτοια συμπεριφορά από τις δύο υπερδυνάμεις, οι οποίες μερικές φορές συνεργάζονταν για να εξαναγκάσουν τους λιγότερο ισχυρούς εμπόλεμους για να αποφύγουν να παρασυρθούν στις συγκρούσεις τους και να συγκρούονται άμεσα. Αν και οι επιβληθείσες εκεχειρίες τελικά αύξησαν τη συνολική ποσότητα πολέμου μεταξύ των μικρότερων δυνάμεων, και οι ανακωχές διαιώνισαν τις εμπόλεμες καταστάσεις, και τα δύο αποτελέσματα ήταν σαφώς μικρότερα κακά (από παγκόσμια άποψη) από την πιθανότητα πυρηνικού πολέμου. Σήμερα, όμως, ούτε οι Αμερικανοί ούτε οι Ρώσοι τείνουν να επέμβουν ανταγωνιστικά στους πολέμους μικρότερων δυνάμεων, έτσι οι ατυχείς συνέπειες της διακοπής του πολέμου παραμένουν, ενώ δεν αποτρέπεται κανένας μεγαλύτερος κίνδυνος. Ίσως είναι καλύτερο για όλα τα μέρη να αφήσουν τους μικροπόλεμους να καούν.

 

ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΙΡΗΝΕΥΤΩΝ

Σήμερα οι εκεχειρίες και οι ανακωχές επιβάλλονται σε μικρότερες δυνάμεις με πολυμερή συμφωνία—όχι για να αποφευχθεί ο ανταγωνισμός μεγάλων δυνάμεων αλλά για ουσιαστικά αδιάφορα και επιπόλαια κίνητρα, όπως η αποστροφή του τηλεοπτικού κοινού για τις οδυνηρές σκηνές πολέμου. Αλλά αυτό, στραβά, μπορεί να αποτρέψει συστηματικά τη μετατροπή του πολέμου σε ειρήνη. Οι συμφωνίες του Ντέιτον είναι τυπικές του είδους: έχουν καταδικάσει τη Βοσνία να παραμείνει χωρισμένη σε τρία αντίπαλα ένοπλα στρατόπεδα, με τη μάχη να διακόπτεται στιγμιαία, αλλά μια κατάσταση εχθρότητας να παρατείνεται επ' αόριστον. Δεδομένου ότι καμία πλευρά δεν απειλείται από ήττα και απώλεια, καμία δεν έχει επαρκή κίνητρο για να διαπραγματευτεί μια μόνιμη διευθέτηση. Επειδή κανένας δρόμος προς την ειρήνη δεν είναι καν ορατός, η κυρίαρχη προτεραιότητα είναι η προετοιμασία για μελλοντικό πόλεμο παρά η ανασυγκρότηση κατεστραμμένων οικονομιών και ερειπωμένων κοινωνιών. Ο αδιάλειπτος πόλεμος θα είχε σίγουρα προκαλέσει περαιτέρω πόνο και θα οδηγούσε σε ένα άδικο αποτέλεσμα από τη μια ή την άλλη οπτική γωνία, αλλά θα είχε οδηγήσει επίσης σε μια πιο σταθερή κατάσταση που θα επέτρεπε να ξεκινήσει πραγματικά η μεταπολεμική εποχή. Η ειρήνη επικρατεί μόνο όταν ο πόλεμος τελειώσει πραγματικά.

Διάφοροι πολυμερείς οργανισμοί κάνουν τώρα δουλειά τους το να παρέμβουν σε πολέμους άλλων λαών. Το καθοριστικό χαρακτηριστικό αυτών των οντοτήτων είναι ότι μπαίνουν σε πολεμικές καταστάσεις ενώ αρνούνται να εμπλακούν σε μάχη. Μακροπρόθεσμα αυτό προσθέτει μόνο τη ζημιά. Εάν τα Ηνωμένα Έθνη βοηθούσαν τους δυνατούς να νικήσουν τους αδύναμους γρηγορότερα και πιο αποφασιστικά, θα ενίσχυε πραγματικά τις ειρηνευτικές δυνατότητες του πολέμου. Αλλά η πρώτη προτεραιότητα των ειρηνευτικών δυνάμεων του ΟΗΕ είναι να αποφύγουν απώλειες μεταξύ του προσωπικού τους. Ως εκ τούτου, οι διοικητές μονάδων κατευνάζουν συνήθως την τοπικά ισχυρότερη δύναμη, αποδέχονται τις υπαγορεύσεις της και ανέχονται τις καταχρήσεις της. Αυτός ο κατευνασμός δεν είναι στρατηγικά σκόπιμος, όπως θα ήταν το να πλευρίζεις την ισχυρότερη δύναμη συνολικά. Αντίθετα, αντικατοπτρίζει απλώς την αποφασιστικότητα κάθε μονάδας του ΟΗΕ να αποφύγει την σύγκρουση. Το τελικό αποτέλεσμα είναι να αποτραπεί η εμφάνιση ενός συνεκτικού αποτελέσματος, το οποίο απαιτεί μια ανισορροπία δυνάμεων επαρκή για τον τερματισμό της μάχης.

Οι ειρηνευτικές δυνάμεις της βίας δεν είναι επίσης σε θέση να προστατεύσουν αποτελεσματικά τους αμάχους που παγιδεύονται στις μάχες ή δέχονται εσκεμμένα επίθεση. Στην καλύτερη περίπτωση, οι ειρηνευτικές δυνάμεις των Ηνωμένων Εθνών υπήρξαν παθητικοί θεατές σε εξορίσεις και σφαγές, όπως στη Βοσνία και τη Ρουάντα. Στη χειρότερη, συνεργάζονται μαζί του, όπως έκαναν τα ολλανδικά στρατεύματα του ΟΗΕ στην πτώση της Σρεμπρένιτσα βοηθώντας τους Σερβοβόσνιους να διαχωρίσουν τους άνδρες στρατιωτικής ηλικίας από τον υπόλοιπο πληθυσμό.

Η ίδια η παρουσία των δυνάμεων των Ηνωμένων Εθνών, εν τω μεταξύ, αναστέλλει την κανονική θεραπεία των αμάχων που κινδυνεύουν, που είναι η διαφυγή από τη ζώνη μάχης. Παραπλανημένοι πιστεύοντας ότι θα προστατευτούν, οι άμαχοι που κινδυνεύουν παραμένουν στη θέση τους μέχρι να είναι πολύ αργά για φυγή. Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του Σεράγεβο το 1992-94, ο κατευνασμός αλληλεπέδρασε με την προσποίηση της προστασίας με έναν ιδιαίτερα διεστραμμένο τρόπο: το προσωπικό του ΟΗΕ επιθεώρησε τις εξερχόμενες πτήσεις για να αποτρέψει τη διαφυγή αμάχων του Σεράγεβο, υπακούοντας σε μια συμφωνία κατάπαυσης του πυρός που είχε διαπραγματευτεί με τους τοπικά κυρίαρχους Σερβοβόσνιους -- που συνήθιζαν να την παραβιάζουν. Η πιο λογική, ρεαλιστική απάντηση σε έναν μαινόμενο πόλεμο θα ήταν οι Μουσουλμάνοι είτε να εγκαταλείψουν την πόλη είτε να εκδιώξουν τους Σέρβους.

Θεσμοί όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, η Δυτικοευρωπαϊκή Ένωση και ο Οργανισμός για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη στερούνται ακόμη και την υποτυπώδους δομής διοίκηση και προσωπικό του ΟΗΕ, ωστόσο και αυτοί τώρα επιδιώκουν να επέμβουν σε εμπόλεμες καταστάσεις, με προβλέψιμες συνέπειες. Χωρίς δυνάμεις ακόμη και θεωρητικά ικανές για μάχη, ικανοποιούν τις παρεμβατικές παρορμήσεις των κρατών μελών (ή τις δικές τους θεσμικές φιλοδοξίες) στέλνοντας άοπλες ή ελαφρά οπλισμένες αποστολές «παρατηρητών», οι οποίες έχουν τα ίδια προβλήματα με τις ειρηνευτικές αποστολές του ΟΗΕ, πολύ περισσότερο.

Στρατιωτικοί οργανισμοί όπως το ΝΑΤΟ ή η Δυτικοαφρικανική Ειρηνευτική Δύναμη (ECOMOG, που εργάζεται πρόσφατα στη Σιέρα Λεόνε) είναι σε θέση να σταματήσουν τον πόλεμο. Οι επεμβάσεις τους εξακολουθούν να έχουν ως καταστροφική συνέπεια την παράταση της κατάστασης του πολέμου, αλλά μπορούν τουλάχιστον να προστατεύσουν τους αμάχους από τις συνέπειές της. Ακόμη και αυτό συχνά αποτυγχάνει ωστόσο, επειδή οι πολυεθνικές στρατιωτικές εντολές που συμμετέχουν σε αδιάφορες επεμβάσεις τείνουν να αποφεύγουν κάθε κίνδυνο μάχης, περιορίζοντας έτσι την αποτελεσματικότητά τους. Τα στρατεύματα των ΗΠΑ στη Βοσνία, για παράδειγμα, απέτυχαν επανειλημμένα να συλλάβουν γνωστούς εγκληματίες πολέμου που περνούσαν από τα σημεία ελέγχου τους, μήπως αυτό προκαλέσει αντιπαράθεση.

Οι πολυεθνικές διοικήσεις, επιπλέον, δυσκολεύονται να ελέγξουν την ποιότητα και τη συμπεριφορά των στρατευμάτων των κρατών μελών, γεγονός που μπορεί να μειώσει την απόδοση όλων των εμπλεκόμενων δυνάμεων στον χαμηλότερο κοινό παρονομαστή. Αυτό ίσχυε για τα κατά τα άλλα εξαιρετικά βρετανικά στρατεύματα στη Βοσνία και για τους Νιγηριανούς πεζοναύτες στη Σιέρα Λεόνε. Το φαινόμενο της υποβάθμισης των στρατευμάτων μπορεί σπάνια να ανιχνευθεί από εξωτερικούς παρατηρητές, αν και οι συνέπειές του είναι άφθονα ορατές στα απορρίμματα των νεκρών, ακρωτηριασμένων, βιασμένων και βασανισμένων θυμάτων που παρακολουθούν τέτοιες παρεμβάσεις. Η πραγματική κατάσταση των πραγμάτων φωτίζεται από τη σπάνια εξαίρεση, όπως το δυναμικό δανικό τάγμα αρμάτων μάχης στη Βοσνία που απαντούσε σε οποιαδήποτε επίθεση εναντίον του πυροβολώντας με πλήρη ισχύ, σταματώντας γρήγορα τη μάχη.

 

Ο ΠΡΩΤΟΣ «ΜΕΤA-ΗΡΩΙΚΟΣ» ΠΟΛΕΜΟΣ

Όλα τα προηγούμενα παραδείγματα αδιάφορου πολέμου και οι ακρωτηριακοί περιορισμοί του, ωστόσο, έχουν τεθεί στη σκιά από την τρέχουσα επέμβαση του ΝΑΤΟ κατά της Σερβίας για χάρη του Κοσσυφοπεδίου. Η συμμαχία έχει βασιστεί μόνο στην αεροπορική δύναμη για να ελαχιστοποιήσει τον κίνδυνο απωλειών του ΝΑΤΟ, βομβαρδίζοντας στόχους στη Σερβία, το Μαυροβούνιο και το Κοσσυφοπέδιο για εβδομάδες χωρίς να χάσει ούτε έναν πιλότο. Αυτή η φαινομενικά θαυματουργή ασυλία από τα γιουγκοσλαβικά αντιαεροπορικά όπλα και πυραύλους επιτεύχθηκε με πολλαπλές προφυλάξεις. Πρώτον, παρ' όλο τον θόρυβο και τις εικόνες που υποδηλώνουν μια τεράστια επιχείρηση, πολύ λίγες έξοδοι έγιναν πραγματικά, κατά τη διάρκεια των πρώτων εβδομάδων. Αυτό μείωσε τους κινδύνους για τους πιλότους και τα αεροσκάφη, αλλά φυσικά περιόρισε επίσης το εύρος των βομβαρδισμών σε ένα απλό κλάσμα των δυνατοτήτων του ΝΑΤΟ. Δεύτερον, η αεροπορική εκστρατεία στόχευε πρώτα και κύρια τα συστήματα αεράμυνας, ελαχιστοποιώντας τις σημερινές και μελλοντικές απώλειες των συμμάχων, αν και με τίμημα πολύ περιορισμένης καταστροφής και την απώλεια οποιουδήποτε φαινομένου κρούσης. Τρίτον, το ΝΑΤΟ απέφυγε τα περισσότερα αντιαεροπορικά όπλα απελευθερώνοντας πυρομαχικά όχι από βέλτιστα υψόμετρα αλλά από εξαιρετικά ασφαλή 15.000 πόδια ή περισσότερο. Τέταρτον, η συμμαχία περιόρισε πολύ τις δραστηριότητές της σε λιγότερο από ιδανικές καιρικές συνθήκες. Αξιωματούχοι του ΝΑΤΟ παραπονέθηκαν ότι τα πυκνά σύννεφα εμπόδιζαν την εκστρατεία βομβαρδισμού, περιορίζοντας συχνά τις νυχτερινές επιχειρήσεις σε μερικές επιθέσεις με πυραύλους κρουζ εναντίον σταθερών στόχων γνωστής τοποθεσίας. Στην πραγματικότητα, αυτό που απαγόρευε η οροφή του σύννεφου δεν ήταν όλοι οι βομβαρδισμοί - επιθέσεις σε χαμηλό υψόμετρο θα μπορούσαν εύκολα να πραγματοποιηθούν - αλλά μάλλον ένας απολύτως ασφαλής βομβαρδισμός.

Στο έδαφος, πολύ κάτω από τα αεροπλάνα που πετούσαν ψηλά, μικρές ομάδες Σέρβων στρατιωτών και αστυνομικών με τεθωρακισμένα οχήματα τρομοκρατούσαν εκατοντάδες χιλιάδες Αλβανούς Κοσοβάρους. Το ΝΑΤΟ διαθέτει μια πληθώρα αεροσκαφών σχεδιασμένων για την εύρεση και την καταστροφή τέτοιων οχημάτων. Όλες οι μεγάλες δυνάμεις διαθέτουν αντιαρματικά ελικόπτερα, μερικά εξοπλισμένα για να λειτουργούν χωρίς υποστήριξη βάσης. Αλλά καμία χώρα δεν προσφέρθηκε να τα στείλει στο Κοσσυφοπέδιο όταν άρχισε η εθνοκάθαρση — σε τελική ανάλυση, μπορεί να είχαν καταρριφθεί. Όταν τελικά παραγγέλθηκαν αμερικανικά ελικόπτερα Apache με έδρα τη Γερμανία στην Αλβανία, παρά τις τεράστιες δαπάνες που αφιερώθηκαν στην στιγμιαία «ετοιμότητα» τους όλα αυτά τα χρόνια, χρειάστηκαν περισσότερες από τρεις εβδομάδες «προετοιμασίες προανάπτυξης» για να κάνουν το ταξίδι. Έξι εβδομάδες μετά τον πόλεμο, τα Απάτσι δεν είχαν ακόμη πραγματοποιήσει την πρώτη τους αποστολή, αν και δύο είχαν ήδη συντριβεί κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης. Περισσότερο από ένα απλό γραφειοκρατικό σύρσιμο ήταν υπεύθυνο για αυτήν την υπερβολική καθυστέρηση: ο στρατός των ΗΠΑ επέμενε ότι τα Απάτσι δεν μπορούσαν να λειτουργήσουν μόνα τους, αλλά θα χρειάζονταν την υποστήριξη βαρέων πυραύλων για να καταστείλουν τα σερβικά αντιαεροπορικά όπλα. Αυτό δημιούργησε ένα πολύ μεγαλύτερο υλικοτεχνικό φορτίο από τα Απάτσι μόνο, και μια πρόσθετη, προφανώς ευπρόσδεκτη καθυστέρηση.

Ακόμη και πριν ξεκινήσει το έπος των Apache, το ΝΑΤΟ είχε ήδη αναπτύξει αεροσκάφη σε ιταλικές βάσεις που θα μπορούσαν να έχουν κάνει τη δουλειά εξίσου καλά: αμερικανικά Α10 "Warthogs" που κατασκευάστηκαν γύρω από τα ισχυρά αντιαρματικά πυροβόλα των 30 χλστ και πλοία της Βρετανικής Βασιλικής Αεροπορίας ιδανικά για βομβαρδισμούς σε χαμηλό ύψος σε κοντινή απόσταση. Κανένας από τους δύο δεν ασχολήθηκε, και πάλι γιατί δεν μπορούσε να γίνει με απόλυτη ασφάλεια. Στους υπολογισμούς των δημοκρατιών του ΝΑΤΟ, η άμεση πιθανότητα να σωθούν χιλιάδες Αλβανοί από σφαγές και εκατοντάδες χιλιάδες από την απέλαση προφανώς δεν άξιζε τη ζωή λίγων πιλότων. Αυτό μπορεί να αντικατοπτρίζει την αναπόφευκτη πολιτική πραγματικότητα, αλλά δείχνει πώς ακόμη και μια μεγάλης κλίμακας αδιάφορη παρέμβαση μπορεί να αποτύχει στην επίτευξη του φαινομενικά ανθρωπιστικού της στόχου. Αξίζει να αναρωτηθούμε αν οι Κοσοβάροι θα ήταν καλύτερα αν το ΝΑΤΟ απλώς δεν έκανε τίποτα.

 

ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΑ ΕΘΝΗ

Η πιο αδιάφορη από όλες τις επεμβάσεις στον πόλεμο —και η πιο καταστροφική— είναι οι δραστηριότητες ανθρωπιστικής βοήθειας. Η μεγαλύτερη και πιο παρατεταμένη είναι η Υπηρεσία Αρωγής και Έργων των Ηνωμένων Εθνών (UNRWA). Κατασκευάστηκε σύμφωνα με το πρότυπο του προκατόχου του, της Υπηρεσίας Αρωγής και Αποκατάστασης των Ηνωμένων Εθνών (UNRRA), η οποία λειτούργησε στρατόπεδα εκτοπισμένων στην Ευρώπη αμέσως μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η UNRWA ιδρύθηκε αμέσως μετά τον αραβοϊσραηλινό πόλεμο του 1948-49 για να θρέψει, να στεγάσει, να εκπαιδεύσει και να παρέχει υπηρεσίες υγείας σε Άραβες πρόσφυγες που είχαν εγκαταλείψει τις ισραηλινές ζώνες στο πρώην έδαφος της Παλαιστίνης.

Διατηρώντας τους πρόσφυγες ζωντανούς σε συνθήκες σπαρτιατικές που ενθάρρυναν την ταχεία μετανάστευση ή την τοπική επανεγκατάστασή τους, τα στρατόπεδα της UNRRA στην Ευρώπη είχαν κατευνάσει τις μεταπολεμικές δυσαρέσκειες και βοήθησαν να διαλυθούν οι ρεβανσιστικές συγκεντρώσεις εθνικών ομάδων. Όμως οι καταυλισμοί της UNRWA στον Λίβανο, τη Συρία, την Ιορδανία, τη Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας παρείχαν συνολικά υψηλότερο βιοτικό επίπεδο από ό,τι απολάμβαναν προηγουμένως οι περισσότεροι Άραβες χωρικοί, με πιο ποικίλη διατροφή, οργανωμένα σχολεία, ανώτερη ιατρική περίθαλψη και χωρίς κοπιαστική εργασία σε πετρώδη χωράφια. Είχαν, ως εκ τούτου, το αντίθετο αποτέλεσμα, και έγιναν επιθυμητά σπίτια παρά εγκαταλελειμμένα στρατόπεδα. Με την ενθάρρυνση πολλών αραβικών χωρών, η UNRWA μετέτρεψε τους αμάχους που δραπέτευσαν, σε ισόβιους πρόσφυγες που γέννησαν παιδιά πρόσφυγες, τα οποία με τη σειρά τους απέκτησαν δικά τους παιδιά πρόσφυγες.

Κατά τη διάρκεια του μισού αιώνα λειτουργίας της, η UNRWA έχει διαιωνίσει έτσι ένα παλαιστινιακό προσφυγικό έθνος, διατηρώντας τη δυσαρέσκειά του σε μια τόσο φρέσκια κατάσταση όπως ήταν το 1948 και διατηρώντας ανέπαφη την πρώτη άνθηση ρεβανσιστικών συναισθημάτων. Με την ίδια της την ύπαρξη, η UNRWA αποτρέπει την ένταξη στην τοπική κοινωνία και αναστέλλει τη μετανάστευση. Η συγκέντρωση Παλαιστινίων στα στρατόπεδα, διευκόλυνε την εθελοντική ή αναγκαστική στράτευση νέων προσφύγων από ένοπλες οργανώσεις που πολεμούν τόσο το Ισραήλ όσο και μεταξύ τους. Η UNRWA έχει συμβάλει σε μισό αιώνα αραβο-ισραηλινής βίας και εξακολουθεί να καθυστερεί την έλευση της ειρήνης.

Εάν σε κάθε ευρωπαϊκό πόλεμο είχε παρευρεθεί μια ιδιαίτερη μεταπολεμική UNRWA, η σημερινή Ευρώπη θα γέμιζε με γιγάντια στρατόπεδα για εκατομμύρια απογόνους ξεριζωμένων Γαλλο-Ρωμαίων, εγκαταλελειμμένων Βανδάλων, ηττημένων Βουργουνδών και άστοχων Βησιγότθων – για να μην μιλήσουμε για πιο πρόσφατα έθνη προσφύγων όπως τα μεταγενέστερα εκατομμύρια Γερμανοί που είχαν εκτοπιστεί από το 1945. Τσεχοσλοβακία το 1945). Μια τέτοια Ευρώπη θα είχε παραμείνει ένα μωσαϊκό αντιμαχόμενων φυλών, αχώνευτων και ασυμβίβαστων στα χωριστά στρατόπεδα σίτισης. Θα μπορούσε να καθησυχάσει τις συνειδήσεις να βοηθήσουν τον καθένα σε κάθε απομάκρυνση, αλλά θα είχε οδηγήσει σε μόνιμη αστάθεια και βία.

Η UNRWA έχει ομολόγους αλλού, όπως τα στρατόπεδα της Καμπότζης κατά μήκος των συνόρων της Ταϊλάνδης, τα οποία παρεμπιπτόντως παρείχαν ασφαλή καταφύγια για τους Ερυθρούς Χμερ που δολοφονούσαν μαζικά. Αλλά επειδή τα Ηνωμένα Έθνη περιορίζονται από εθνικές συνεισφορές, η δολιοφθορά αυτών των στρατοπέδων για την ειρήνη είναι τουλάχιστον εντοπισμένη.

Αυτό δεν ισχύει για τις πολλαπλασιαζόμενες, πυρετωδώς ανταγωνιστικές μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ) που τώρα βοηθούν τους πρόσφυγες πολέμου. Όπως κάθε άλλο ίδρυμα, αυτές οι ΜΚΟ ενδιαφέρονται να διαιωνιστούν, πράγμα που σημαίνει ότι η πρώτη τους προτεραιότητα είναι να προσελκύουν φιλανθρωπικές συνεισφορές με το να θεωρούνται ότι δραστηριοποιούνται σε καταστάσεις υψηλής ορατότητας. Μόνο οι πιο δραματικές φυσικές καταστροφές προσελκύουν την προσοχή των μέσων μαζικής ενημέρωσης, και στη συνέχεια μόνο για λίγο. Αμέσως μετά από σεισμό ή πλημμύρα, οι κάμερες φεύγουν. Οι πρόσφυγες πολέμου, αντίθετα, μπορούν να κερδίσουν συνεχή κάλυψη από τον Τύπο, εάν διατηρούνται συγκεντρωμένοι σε λογικά προσβάσιμους καταυλισμούς. Ο τακτικός πόλεμος μεταξύ των καλά ανεπτυγμένων χωρών είναι σπάνιος και προσφέρει λίγες ευκαιρίες για τέτοιες ΜΚΟ, επομένως εστιάζουν τις προσπάθειές τους στην παροχή βοήθειας σε πρόσφυγες στα φτωχότερα μέρη του κόσμου. Αυτό διασφαλίζει ότι η τροφή, η στέγη και η υγειονομική περίθαλψη που προσφέρεται - αν και απύθμενες για τα δυτικά πρότυπα - υπερβαίνει αυτό που είναι τοπικά διαθέσιμο σε μη πρόσφυγες. Οι συνέπειες είναι απολύτως προβλέψιμες. Ανάμεσα σε πολλά παραδείγματα, ξεχωρίζουν οι τεράστιοι προσφυγικοί καταυλισμοί κατά μήκος των συνόρων της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό με τη Ρουάντα. Διατηρούν ένα έθνος Χούτου που διαφορετικά θα είχε διασκορπιστεί, καθιστώντας αδύνατη την εδραίωση της Ρουάντα και παρέχοντας μια βάση για τους ριζοσπάστες να εξαπολύσουν περισσότερες επιδρομές δολοφονίας των Τούτσι πέρα ​​από τα σύνορα. Η ανθρωπιστική παρέμβαση έχει επιδεινώσει τις πιθανότητες σταθερής, μακροπρόθεσμης επίλυσης των εντάσεων στη Ρουάντα.

Το να διατηρούνται ανέπαφα τα έθνη των προσφύγων και να διατηρούνται για πάντα οι δυσαρέσκειες τους είναι αρκετά κακό, αλλά η εισαγωγή υλικής βοήθειας σε συνεχιζόμενες συγκρούσεις είναι ακόμη χειρότερη. Πολλές ΜΚΟ που λειτουργούν με οσμή ιερότητας προμηθεύουν τακτικά ενεργούς μαχητές. Ανυπεράσπιστοι, δεν μπορούν να αποκλείσουν ένοπλους πολεμιστές από τους σταθμούς σίτισης, τις κλινικές και τα καταφύγιά τους. Δεδομένου ότι οι πρόσφυγες είναι πιθανώς στην πλευρά των χαμένων, οι πολεμιστές ανάμεσά τους συνήθως υποχωρούν. Επεμβαίνοντας για να βοηθήσουν, οι ΜΚΟ εμποδίζουν συστηματικά την πρόοδο των εχθρών τους προς μια αποφασιστική νίκη που θα μπορούσε να τερματίσει τον πόλεμο. Μερικές φορές οι ΜΚΟ, αμερόληπτες σε ένα σφάλμα, βοηθούν ακόμη και τις δύο πλευρές, αποτρέποντας έτσι την αμοιβαία εξάντληση και την επακόλουθη διευθέτηση. Και σε ορισμένες ακραίες περιπτώσεις, όπως η Σομαλία, οι ΜΚΟ πληρώνουν ακόμη και χρήματα προστασίας σε τοπικές μπάντες πολέμου, οι οποίες χρησιμοποιούν αυτά τα κεφάλαια για να αγοράσουν όπλα. Αυτές οι ΜΚΟ επομένως βοηθούν στην παράταση του πολέμου, τις συνέπειες του οποίου φαινομενικά προσπαθούν να μετριάσουν.

 

ΚΑΝΤΕ ΠΟΛΕΜΟ ΓΙΑ ΝΑ ΚΑΝΕΤΕ ΕΙΡΗΝΗ

Πάρα πολλοί πόλεμοι στις μέρες μας γίνονται ενδημικές συγκρούσεις που δεν τελειώνουν ποτέ επειδή τα μεταμορφωτικά αποτελέσματα τόσο της αποφασιστικής νίκης όσο και της εξάντλησης εμποδίζονται από εξωτερική παρέμβαση. Σε αντίθεση με το αρχαίο πρόβλημα του πολέμου, ωστόσο, η επιβάρυνση των κακών του από αδιάφορες επεμβάσεις είναι μια νέα κακή πρακτική που θα μπορούσε να περιοριστεί. Οι πολιτικές ελίτ θα πρέπει να αντιστέκονται ενεργά στη συναισθηματική παρόρμηση να παρέμβουν σε πολέμους άλλων λαών – όχι επειδή αδιαφορούν για τον ανθρώπινο πόνο, αλλά ακριβώς επειδή ενδιαφέρονται για αυτό και θέλουν να διευκολύνουν την έλευση της ειρήνης. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να αποτρέψουν τις πολυμερείς παρεμβάσεις αντί να τις καθοδηγούν. Θα πρέπει να θεσπιστούν νέοι κανόνες για τις δραστηριότητες αρωγής των Ηνωμένων Εθνών για τους πρόσφυγες, ώστε να διασφαλιστεί ότι η άμεση βοήθεια ακολουθείται γρήγορα από επαναπατρισμό, τοπική απορρόφηση ή μετανάστευση, αποκλείοντας την ίδρυση μόνιμων προσφυγικών καταυλισμών. Και παρόλο που μπορεί να μην είναι δυνατό να περιοριστούν οι παρεμβατικές ΜΚΟ, θα πρέπει τουλάχιστον να μην ενθαρρύνονται επίσημα ούτε να χρηματοδοτούνται. Κάτω από αυτά τα φαινομενικά διεστραμμένα μέτρα θα ήταν μια αληθινή εκτίμηση της παράδοξης λογικής του πολέμου και μια δέσμευση να τον αφήσουμε να εξυπηρετήσει τη μοναδική του χρήσιμη λειτουργία: Να φέρει ειρήνη.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ (ΚΒΚωνσταντάρας): Επειδή το άρθρο δημοσιεύθηκε σε συνδρομητικό περιοδικό, ενδέχεται να μην είναι προσβάσιμη η πηγή στους μη συνδρομητές.

ΠΗΓΗ