26 Ιουνίου 2020

Η ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΕΜΠΛΟΚΗ ΣΤΗ ΛΙΒΥΗ


(17 Ιουνίου 2020)

Ομαδική εργασία των παρακάτω μελών του ΕΛΙΣΜΕ
Βλάχου Μαρία (Υποψήφια Δρ Διεθνών & Ευρωπαϊκών Σπουδών)
Δασκαλάκης Ιπποκράτης (Αντιστράτηγος εα)
Ηλιόπουλος Δημήτριος (Πρέσβης ετ)
Κατσαρός Παναγιώτης (Αντιπτέραρχος εα)
Πούλος Αδριανός (Αντιναύαρχος εα)
Σκυλάκης Λάζαρος (Αντιστράτηγος εα)

ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η Τουρκία υπό την ηγεσία του Recep Tayyip Erdoğan επιδιώκει να καταστεί περιφερειακή υπερδύναμη εμπλεκόμενη ενεργά σε όλα τα ανοικτά μέτωπα της περιοχής με βασικά όπλα την ισχύ των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, τις δυναμικές παρεμβάσεις αλλά και την ισλαμική ιδεολογία ενώ παράλληλα σχοινοβατεί μεταξύ Δύσεως και Ανατολής.[1] Ο μακροπρόθεσμος αυτός στόχος προϋποθέτει την απόκτηση σχετικής ενεργειακής επάρκειας[2] μέσω ελέγχου των πηγών και οδών διέλευσης ενέργειας και των ζωτικών για τα σχέδια της, κρατών και περιοχών. Η εφαρμογή της παραπάνω στρατηγικής -που εμπεριέχει και αναθεωρητικά στοιχεία- δημιουργεί συνθήκες αστάθειας αλλά και αντισυσπείρωσης των επηρεαζόμενων κρατών. Την αναπόφευκτη αυτή αντίδραση προσπαθεί να αντιμετωπίσει η Άγκυρα με την δημιουργία ενός σουνιτικού άξονα με βασικό στήριγμα το Κατάρ,[3] διάσπαρτες στην περιοχή δυνάμεις[4] που πρόσκεινται στο κίνημα των «Αδελφών Μουσουλμάνων» και παραδόξως αγγίζει μέχρι και το σιιτικό καθεστώς της Τεχεράνης. Οι περιφερειακές φιλόδοξες στοχεύσεις και εμπλοκές της Τουρκίας συνεπάγονται σημαντικό οικονομικό κόστος για αυτήν ενώ εγείρεται και το ερώτημα των ορίων και αντοχών της τουρκικής οικονομίας ειδικά σε περίπτωση εξωγενών στοχευμένων οικονομικών πιέσεων. Στο πλαίσιο αυτών των επιδιώξεων, η τουρκική εμπλοκή στη λιβυκή κρίση αποτελεί βασικό -ίσως και αναπόφευκτο- στοιχείο της στρατηγικής της Άγκυρας για την εκπλήρωση των πολλαπλών αλληλένδετων επιμέρους στόχων της. Επιδίωξη της παρούσας ανάλυσης είναι η παρουσίαση και εξέταση των στόχων και στρατηγικής της Άγκυρας στην περιοχή της Λιβύης, σε αντιπαράθεση με τους αντίστοιχους σχεδιασμούς και αντιδράσεις των λοιπών εμπλεκομένων και η εκτίμηση των πιθανών εξελίξεων, πάντα υπό το πρίσμα της επίδρασης τους (και ειδικά των μνημονίων Τουρκίας-Λιβύης) στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.[5] Ίσως η μεγαλύτερη δυσκολία του κειμένου που έχετε στα χέρια σας, είναι τα ταχέως εξελισσόμενα γεγονότα τα οποία συνεχώς ξεπερνούν τα διαρκώς αναθεωρούμενα προσχέδια των συντακτών της.

ΣΥΝΟΠΤΙΚΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ (προ 2020)
Η τουρκική εμπλοκή στη Λιβύη και πρωτίστως στην περιοχή της Τριπολίτιδας δεν προήλθε μόνο από επίπονες διπλωματικές διεργασίες και μακρόπνοους στρατηγικούς σχεδιασμούς, αλλά πηγάζει και από τους ισχυρούς ιστορικούς δεσμούς μεταξύ της Άγκυρας και Τρίπολης. Μέσα στα 360 χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας δημιουργήθηκε «η αναγκαία τουρκογενής μειονότητα», που χρησιμοποιεί σήμερα η Τουρκία για να δημιουργήσει νέα τετελεσμένα στην περιοχή.[6] Η τουρκική μειονότητα, είναι η τρίτη πληθυσμιακή κοινότητα μετά τις αραβικές φυλές και τους Βερβερίνους και διαβιεί στην βορειοδυτική Λιβύη και κυρίως στις πόλεις Μιστράτα και Τρίπολη.[7] Κατά τη διάρκεια της «κανταφικής περιόδου» η Τρίπολη προέβηκε σε ενέργειες «αραβοποιήσεως» των μειονοτήτων.[8] Παρά ταύτα, η τουρκική διπλωματία χρησιμοποιεί επιδέξια τους ομογενείς της[9] για να εμπλακεί με επιτυχία στην περιοχή, με σχετικά παραπλήσιο τρόπο που χρησιμοποίησε την τουρκική κοινότητα στην Κύπρο.
Το 2011, η Τουρκία ήταν από τις πρώτες χώρες που  διέκοψε τους δεσμούς της με τη Λιβύη και υποστήριξε τους στασιαστές.[10] Η -μάλλον άστοχη- εμπλοκή των δυτικών δυνάμεων το 2011, οδήγησε στην ανατροπή του Καντάφι αλλά απέτυχε στην εγκαθίδρυση ενός λειτουργικού κράτους και η χώρα παραδόθηκε σταδιακά στο χάος (1ος εμφύλιος πόλεμος) γινόμενη πηγή αστάθειας για την περιοχή (failed state). Την έκρυθμη αυτή κατάσταση θα εκμεταλλευτεί η τουρκική διπλωματία για να προωθήσει τις επιδιώξεις της, επηρεάζοντας την GNA στο δυτικό τμήμα (Τριπολίτιδα). Την ίδια περίοδο η ελληνική διπλωματία παρέχει περιορισμένη ανθρωπιστική βοήθεια[11] και αποφεύγει οποιαδήποτε ανάμειξη παρά την ενεργό εμπλοκή της στο διεθνή συνασπισμό που υποστήριξε δυναμικά την πτώση του καθεστώτος του Καντάφι.[12]
            Το 2014, σηματοδοτεί την έναρξη του δεύτερου εμφυλίου που συνεχίζεται μέχρι σήμερα, μεταξύ Τριπολίτιδας και Κυρηναϊκής[13].  Ο Sarraj [14] και ο Στρατάρχης Haftar[15] θα επιδοθούν σε ένα αγώνα επικράτησης και σε μια αναζήτηση προστατών, ελισσόμενοι άλλοτε πολιτικά και άλλοτε στρατιωτικά, ανάλογα με την εκάστοτε γεωστρατηγική κατάσταση και τις διεθνείς εμπλοκές. Η Άγκυρα άδραξε την ευκαιρία προμηθεύοντας οπλισμό και πυρομαχικά την Τρίπολη (η GNA πρόσκειται ευνοϊκά στους «Αδελφούς Μουσουλμάνους») αλλά και τους ισλαμιστές αντάρτες σε όλη τη διάρκεια του συνεχιζόμενου δεύτερου εμφυλίου με την εμπλοκή της να αυξάνεται δραματικά από τα τέλη του 2019.[16]
Για την Ελλάδα, από το 2014, αρχίζει μια περίοδος πλήρους απουσίας από τα δρώμενα της Λιβύης.[17] Η ελληνική διπλωματία ήταν ανενεργή και αδρανής καθώς οι ελληνικές κυβερνήσεις ήταν απορροφημένες με την οικονομική κρίση.[18] Ταυτόχρονα σε διεθνές επίπεδο οι όποιες προσπάθειες για εξεύρεση μιας πολιτικής και ειρηνικής επίλυσης των διαφορών ήταν άνευ αποτελέσματος, λόγω των αντιτιθεμένων στρατηγικών επιδιώξεων και συμφερόντων των πολλαπλών εμπλεκομένων.[19]
Μετά τον Μάρτιο του 2016, οι συγκρούσεις μεταξύ των δύο αντίπαλων κοινοβουλίων, House of Representatives (Tobruk) και General National Congress (GNC), στην Τρίπολη, εντάθηκαν. Παρά τη στήριξή της στο παρελθόν, η House of Representatives απέσυρε την αναγνώρισή της για την GNA ψηφίζοντας εναντίον της το καλοκαίρι του 2016 και έγινε ανταγωνιστής για τη διακυβέρνηση της χώρας. Καίτοι η GNA δεν διαθέτει πλέον την επίσημη έγκριση και στήριξη της House of Representatives (η οποία με τη σειρά της δεν αναγνωρίζεται ως νόμιμη από το General National Congress) εξακολουθεί να αναγνωρίζεται, από τα Ηνωμένα Έθνη ως νόμιμη κυβέρνηση.
Το ρήγμα μεταξύ ανατολικού και δυτικού τμήματος βάθυνε, μετά την μεγάλης κλίμακας επίθεση του στρατάρχη Haftar προς κατάληψη του συνόλου της λιβυκής επικράτειας, στις 4 Απριλίου 2019. Στις συγκρούσεις αμφότερες οι πλευρές χρησιμοποίησαν και ένα συνονθύλευμα Α/Φ επιφέροντας πλήγματα κυρίως ψυχολογικού αποτελέσματος και απώλειες αμάχων. Οι δυνάμεις GNA χρησιμοποίησαν Α/Φ που επισκεύασαν Ουκρανοί τεχνικοί, κυρίως MIG 23/25 αλλά και G-2 Galeb και  L-39ZO Albatros. Ανάλογα, ο αρχικά  υποδεέστερος αεροπορικά LNA ενισχύθηκε το 2017 από τους Ρώσους με MIG 23, από τους Αιγύπτιους με 8 MIG 21 και από ΗΑΕ-Αίγυπτο με ελικόπτερα Mi-8T και Mi-24. Υποστήριξη για να τεθεί σε ενέργεια το τελευταίο Mirage F-1 με ένα κινητήρα, δόθηκε από πηγές της Ελλάδας, σύμφωνα με δημοσιεύματα.[20] Τον Μάρτιο του 2019 και οι δύο πλευρές χρησιμοποίησαν περίπου από 15 μαχητικά Α/Φ [21] για αεροπορικούς βομβαρδισμούς. Δημοσιεύματα πιθανολογούν ότι  την περίοδο μεταξύ Ιουλίου-Νοεμβρίου 2019, μαχητικά αεροσκάφη (μάλλον Mirage 2000-9 των ΗΑΕ) προκάλεσαν μαζικές απώλειες σε πολίτες κατά τη διάρκεια βομβαρδισμών.[22] Παράλληλα, τον Απρίλιο του 2019, τα ΗΑΕ εφοδίασαν τον LNA με κινεζικά UCAV Wing Loong 2.[23]
Η δυσχερέστατη θέση της Τρίπολης ανάγκασε τον αρχικά διστακτικό Sarraj να ζητήσει απεγνωσμένα τη βοήθεια της Άγκυρας. Η Άγκυρα ανταποκρίθηκε πρόθυμα[24] και καθώς εξελίσσονταν η μάχη για τον έλεγχο της Τρίπολης, Μάιος 2019, προώθησε οχήματα kipri/MRAP, βουλγαρικά τυφέκια εφόδου, MANPADs, ATGMs και δύο σταθμούς ελέγχου  για UCAVs Bayraktar TB2 με σημαντικό αριθμό drones. Η τουρκική παρουσία στα περίχωρα της Τρίπολης έγινε ορατή μετά τον Ιούνιο του 2019 με την υποστήριξη των δυνάμεων του GNA μέσω των βομβαρδισμών των  Bayraktar TB2.[25] Κατά μία εκδοχή αυτοί οι βομβαρδισμοί απέτρεψαν την κατάληψη της Τρίπολης από τον LNA. Την περίοδο εκείνη, τα ΗΑΕ και η Τουρκία εκτέλεσαν πάνω από 850 και 250 επιθέσεις drones αντίστοιχα.[26] Ο πρώην απεσταλμένος του ΟΗΕ στη Λιβύη, Ghassan Salamé,[27] ανέφερε ότι πρόκειται για τον μεγαλύτερο πόλεμο με drones στον κόσμο. Στις 18 Ιουνίου 2019 τα ΗΑΕ ανέπτυξαν συστήματα αεράμυνας ρωσικής κατασκευής Pantsir S-1 στη δυτική Λιβύη. Τα εν λόγω συστήματα κατέρριψαν  21 τουρκικά[28] drones μέχρι 7 Ιουν 2020 (εκ των οποίων 19 Bayraktar/TB2, 1 IAI Harop και 1 STM Kargu) .
Οι συνεχόμενες εμπλοκές διαφόρων χωρών κυρίως με προμήθεια πολεμικών υλικών και μισθοφόρων οδήγησε το Συμβούλιο Ασφαλείας στη λήψη της Resolution 2486 (2019)/12 Sep 2019 για επιβολή embargo στη Λιβύη.[29] Η τουρκική συνδρομή ήταν καθοριστική Ο Erdoğan προσέφερε προστασία και η Τρίπολη «γη και ύδωρ». Η σημερινή ανατροπή της δυσμενούς για τον Sarraj κατάστασης οφείλεται κυρίως στην τουρκική συνδρομή με αποτέλεσμα την απόλυτη πλέον εξάρτηση της GNA από την Άγκυρα. Εύκολα πλέον η Άγκυρα επέβαλε στην εξαρτημένη Τρίπολη την υπογραφή και επικύρωση δύο συμφωνιών, με τις οποίες αλλάζει άρδην τα γεωπολιτικά δεδομένα σε Λιβύη και Ανατολική Μεσόγειο.[30]
Οι συμφωνίες αφενός του καθορισμού - οριοθέτησης των θαλασσιών ζωνών (ΑΟΖ) μεταξύ των δύο χωρών[31] και αφετέρου της στρατιωτικής συνεργασίας, που υπογράφηκαν στις 27 Νοεμβρίου 2019, μετέτρεψαν τη Τουρκία σε χώρα ρυθμιστή στην περιοχή και έθεσαν εν αμφιβόλω τα συμφέροντα του Ελληνισμού. Η όλη κατάσταση επιδεινώθηκε έτι περισσότερο με την κατάθεση  της πρώτης συμφωνίας (περί θαλασσίων ζωνών) στον ΟΗΕ από την Άγκυρα. Οι έντονες διαμαρτυρίες, ανακοινώσεις και ενστάσεις της Ελλάδος προς όλους τους φορείς περί ακυρότητας μιας καταφανώς παράνομης συμφωνίας, που αντίκειται στο διεθνές δίκαιο, στη λογική και στη γεωγραφία έχουν την αξία τους, αλλά δεν αναιρούν το τελικό αποτέλεσμα. Η χώρα μας εκ του αποτελέσματος αιφνιδιάστηκε (ή τουλάχιστον δεν στάθηκε ικανή να παρεμποδίσει μια ανάλογη αρνητική ενέργεια) και αναγκάστηκε να προβεί σε σπασμωδικές -αλλά επιβεβλημένες- κινήσεις στην εναγώνια προσπάθειά της να αναιρέσει τα τετελεσμένα.[32]

ΤΡΕΧΟΥΣΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ (2020)
Στις 8 Ιανουαρίου 2020, οι Ρώσοι και Τούρκοι πρόεδροι Putin και Erdoğan κατέθεσαν κοινή πρόταση για συμφωνία εκεχειρίας στη Λιβύη. Η αναβάθμιση της Άγκυρας σε μείζονα «στρατηγικό παίκτη», πλέον της αποφασιστικής στρατιωτικής εμπλοκής στην περιοχή, αποδείχτηκε και στις ενδολιβυκές συνομιλίες της Μόσχας, 13 Ιανουαρίου και στην διάσκεψη του Βερολίνου -υπό την αιγίδα του ΟΗΕ- για την Λιβύη, 19 Ιανουαρίου 2020.[33] Οι πρώτες ναυάγησαν λόγω της μη αναμενόμενης αποχώρησης του Haftar, ενέργεια που αποδίδεται από τον ίδιο στην «απληστία της Τουρκίας» και κατά άλλους στην παρέμβαση των αραβικών χωρών που τον υποστηρίζουν (Αίγυπτος και ΗΑΕ). Η δεύτερη προσπάθεια «για μια κυρίαρχη Λιβύη και για τον κατευνασμό στο εσωτερικό της χώρας» επίσης απέτυχε. Η συνδιάσκεψη του Βερολίνου απέδειξε και τον δευτερεύοντα ρόλο που διαδραματίζει η χώρα μας στα δρώμενα στην Βόρειο Αφρική και στην Ανατολική Μεσόγειο. Η επιδεικτική μη πρόσκλησή της ήταν αποτέλεσμα της διπλωματικής ανυπαρξίας του πρόσφατου παρελθόντος, αλλά κυρίως της γεωπολιτικής απομείωσης της Ελλάδος ως «ισχυρού παίκτη».
            Η αναζωπύρωση των συγκρούσεων από τις αρχές του 2020 και η αυξανόμενη εμπλοκή ξένων δυνάμεων οδήγησε το Συμβούλιο Ασφαλείας στη λήψη της Απόφασης 2510 (2020)/12 Φεβρουαρίου 2020[34] απαιτώντας από τα αντιμαχόμενα μέρη να δεσμευτούν για «διαρκή κατάπαυση του πυρός» σύμφωνα με τους όρους που είχαν συμφωνήσει οι στρατιωτικοί εκπρόσωποι (Joint Military Commission) και των δύο πλευρών στις συνομιλίες στη Γενεύη. Παράλληλα καλούσε όλες τις χώρες να απέχουν από την ενίσχυση των αντιμαχόμενων πλευρών και έκανε έκκληση για την απόσυρση όλων των μισθοφορικών δυνάμεων. Η Απόφαση  καταστρατηγήθηκε από όλες τις πλευρές.
Οι συνεχόμενες μεταφορές πολεμικού υλικού επέτρεψαν την Τουρκία, τον Φεβρουάριο 2020 να δημιουργήσει μια αντιαεροπορική ομπρέλα προστασίας[35] με συστήματα κατευθυνομένων βλημάτων μεσαίου βεληνεκούς MIM-23 Hawk, μικρού βεληνεκούς SAMs Hisar και αντιαεροπορικά πυροβόλα Korkut, πέριξ της πρωτεύουσας προστατεύοντας ζωτικούς στόχους μεταξύ των οποίων και οι εγκαταστάσεις χρήσης και ελέγχου των τουρκικών drones. Αυτή η προστασία συνδυασμένη με αυξημένη παρουσία Τούρκων χειριστών[36] και ανάλογου εξοπλισμού, επέτρεψαν τις δυνάμεις GNA να αυξήσουν τον αριθμό και την αποτελεσματικότητα των δικών τους επιχειρήσεων  drones.
Επιπρόσθετα, η χρήση (του δοκιμασμένου στη Συρία) του τουρκικής κατασκευής συστήματος ηλεκτρονικής αναγνώρισης και παρεμβολής Koral,[37] από το αεροδρόμιο Mitiga, υπήρξε καταλυτικής σημασίας.[38] Η χρήση του επέτρεψε την παρεμβολή των συστημάτων radars των Pantsir και των δικτύων (datalink) των Wing Loong drones. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τον εντοπισμό και «τύφλωση» των radars των Pantsir και στη συνέχεια τον ακριβή βομβαρδισμό και καταστροφή τους από τα Bayraktar TB2. Επιπλέον η παρεμβολή των datalink εξουδετέρωσε την πλοήγηση των Wing Loong drones περιορίζοντας τις επιχειρήσεις τους στην περιοχή της Τρίπολης. Ουσιαστικά, οι επιχειρήσεις των δυνάμεων της GNA -και ειδικά αυτές με την χρήση σύγχρονων οπλικών συστημάτων- σχεδιάζονται, οργανώνονται και συντονίζονται από Τούρκους αξιωματικούς και εκτελούνται από Τούρκους χειριστές ή εξειδικευμένους μισθοφόρους.[39] Αμφότερες οι πλευρές έχουν έλλειψη γηγενούς εκπαιδευμένου προσωπικού σε σύγχρονα οπλικά συστήματα ενώ χρησιμοποιούν γηρασμένους και με ανεπαρκή εκπαίδευση χειριστές (ειδικά στην αεροπορία). Κατά συνέπεια, συχνή είναι η χρήση μισθοφόρων πιλότων, τεχνικών,[40] πλέον των απλών μισθοφόρων μαχητών που ενισχύουν τις δυνάμεις των GNA και LNA.
Σημαντικότατη ήταν η συμβολή της Άγκυρας στην αλλαγή της πορείας του εμφυλίου με την μεταφορά πλήθους Σύριων ισλαμιστών μαχητών στην Λιβύη.[41] Ο ακριβής αριθμός τους, που παρουσιάζει αυξητική τάση, είναι άγνωστος, αλλά υπολογίζεται από 4 έως 8 χιλιάδες.[42] Η Τουρκία έχει αναλάβει την πληρωμή τους (περίπου 2.000 Ευρώ μηνιαίως), την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και τη μεταφορά των νεκρών στην γενέτειρά τους. Πληροφορίες αναφέρουν τη μη πλήρη τήρηση των δεσμεύσεων.
Τον τελευταίο μήνα, δεκάδες καθημερινές πτήσεις μεταγωγικών Α/Φ της Τουρκίας (C-130 και Airbus A-400M Atlas) και του Κατάρ μεταφέρουν εξοπλισμό, εφόδια και προσωπικό στην ελεγχόμενη από την GNA περιοχή παρακάμπτοντας το FIR Αθηνών (κίνηση κυρίως μέσω FIR Λευκωσίας και Καϊρου).[43] Ο συνολικός αριθμός και τύπος των δυνάμεων και μέσων που έχει εμπλέξει η Τουρκία δεν είναι δυνατόν να αποτυπωθεί με ακρίβεια, καθόσον οι πληροφορίες είναι διαβαθμισμένες και η ροή της υποστήριξης προς τη Λιβύη αδιάλειπτη.[44] Στο επιχειρησιακό πεδίο επιδίωξη της Άγκυρας είναι η εξασφάλιση της Τρίπολης (επετεύχθη), η απώθηση των δυνάμεων του LNA (σε εξέλιξη) και η κατάληψη του μεγαλυτέρου μέρους της βορειοδυτικής Λιβύης εξασφαλίζοντας πλεονεκτήματα για ενδεχόμενες διαπραγματεύσεις. Η κατάληψη της παραλιακής λωρίδας δυτικά της Τρίπολης (Sabrata και Al Zawiyah), καθώς και της στρατηγικής σημασίας αεροπορικής βάσης Al Watiyah[45] νοτιοδυτικά της πρωτεύουσας εντάσσονται σε αυτό το πλαίσιο.
Αξιοσημείωτη είναι και η εμπλοκή σημαντικού τμήματος του τουρκικού στόλου, ανοικτά των ακτών της Λιβύης, αποτελούμενο από φρεγάτες[46] και πλοία υποστηρίξεως. Την όλη εκστρατευτική επιχείρηση υποστηρίζει με ένα εκτεταμένο δίκτυο συλλογής, ερμηνείας και εκμετάλλευσης πληροφοριών, καθώς και ένα σύστημα επιμελητείας (Διοικητικής Μέριμνας) στηριζόμενο σε επιτόπιους πόρους και σε μεταφορά υλικών και εφοδίων από την Τουρκία. Επίσης από τον Μάιο, τουρκικά ιπτάμενα ραντάρ (E-7 Boeing 737 airborne early-warning and control-radar aircraft)[47] φαίνεται να ελέγχουν και να διεξαγάγουν ηλεκτρονική αναγνώριση στις βόρειες περιοχές της Λιβύης. Αντίστοιχες πτήσεις επιτήρησης ελληνικών ιπτάμενων ραντάρ θα πρέπει να θεωρούνται βέβαιες στην περιοχή νότια της Κρήτης.
Τον ίδιο μήνα και κατόπιν της αρνητικής τροπής που πήραν οι επιχειρήσεις για τον LNA, η Ρωσία μεταστάθμευσε 14 μαχητικά[48] (που τα πετούσαν μισθοφόροι) στην κεντρική Λιβύη προφανώς για να αποθαρρύνει την εξάπλωση των τουρκικών αεροπορικών επιχειρήσεων σε βάρος του LNA. Αντίστοιχα, από την πλευρά της Αιγύπτου, πρόσφατες πληροφορίες κάνουν λόγο για μετακινήσεις αιγυπτιακών δυνάμεων (άρματα Μ-60) προς τα σύνορα με τη Λιβύη. [49]
            Στηριζόμενη στις συμφωνίες με την Τρίπολη, η Άγκυρα απροκάλυπτα πλέον διεξαγάγει μια εκστρατεία στην βορειοαφρικανική χώρα με την εμπλοκή όλων των κλάδων των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων (ΤΕΔ). Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις που διεξήχθησαν μέχρι τώρα είναι υποδηλωτικές της αποτελεσματικότητας, του υψηλού επαγγελματισμού, της άρτιας εκπαίδευσης και του συντονισμού των ΤΕΔ. Η Τουρκία ουσιαστικά «εισέβαλε», προσκεκλημένη στην παρούσα συγκυρία, στην τέταρτη κατά σειρά χώρα, μετά την Κύπρο, το Ιράκ και τη Συρία.[50] Σε όλες τις «ειρηνικές και ανθρωπιστικές» επεμβάσεις της χρησιμοποίησε ως πρόσχημα (και) την προστασία των τουρκογενών και/ή των Μουσουλμάνων που διαβιούν στις συγκεκριμένες  χώρες.[51]
            Η ειδοποιός διαφορά με τις προηγούμενες στρατιωτικές επιχειρήσεις είναι ότι η τελευταία δεν διεξάγεται στον εγγύς γεωγραφικό της περιβάλλον, αλλά σε σημαντική απόσταση από αυτήν, γεγονός που απαιτεί την ύπαρξη ιδιαιτέρων στρατιωτικών και τεχνολογικών δυνατοτήτων αλλά συμπεριλαμβάνει και σημαντικό ρίσκο. Ο Erdoğan αποφάσισε να αναλάβει αυτήν την εκστρατεία υψηλού κινδύνου,[52] ένεκα της διαρκούς αύξησης της ισχύος της Τουρκίας, της αυτοπεποίθησης που προκαλούν οι προηγηθείσες εμπλοκές αλλά κυρίως διότι το διακύβευμα για τον ίδιο και την χώρα του είναι σημαντικό προς πολλές κατευθύνσεις. Ο ρόλος που θα διαδραματίσει η Τουρκία, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, στην περιοχή και ευρύτερα θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από το αποτέλεσμα της εμπλοκής της στη Λιβύη. Για την επίτευξη του τελικού σκοπού δεν θα διστάσει να υποστεί τις όποιες ανθρώπινες και οικονομικές θυσίες. Μια ενδεχόμενη αποχώρηση της Άγκυρας από την Λιβύη, χωρίς την υλοποίηση των στόχων της, θα αποτελέσει ανεπανόρθωτο πλήγμα και ανείπωτη ταπείνωση, που θα πλήξει τον ίδιο τον Erdoğan και το κυβερνόν κόμμα.[53]  
Αναμφίβολα η τουρκική ενεργός εμπλοκή στην εμφύλια σύρραξη της Λιβύης επέτρεψε τη σταθεροποίηση του καθεστώτος Fayez al-Sarraj και ανάγκασε τις δυνάμεις του Khalifa Haftar σε αναδίπλωση. Η αποτυχία της δεύτερης προσπάθειας του Libyan National Army (LNA) τον Απρίλιο του 2020 να καταλάβει την Τρίπολη φαίνεται ότι όχι μόνο εξήντλησε την δυναμική των στρατευμάτων του Haftar αλλά ενδεχομένως κλόνισε και την εμπιστοσύνη τοπικών φυλάρχων, ξένων πρωτευουσών και διαφόρων άλλων παραγόντων στο πρόσωπο του. Πάντα οι αποτυχίες γεννούν μεμψιμοιρίες και απελευθερώνουν υπάρχουσες αντιπαλότητες που μάλιστα ενισχύθηκαν και από τις πρόσφατες -άκαιρες-δηλώσεις αυτοανακήρυξης του στρατηγού σε «εκλεκτό του λιβυκού λαού» με αποστολή την κατάργηση της Skhirat Agreement.[54] Οι δηλώσεις αυτές της απροκάλυπτης απόρριψης της καταφανώς προβληματικής -αλλά διεθνώς αναγνωριζόμενης και ευρέως επικαλούμενης από όλους- συμφωνίας, προκάλεσαν ακόμη και την αντίθεση χωρών φιλικά προσκείμενων προς τον στρατηγό, όπως της Ρωσίας.
Παρά την πρόσφατη αδιαφιλονίκητη ενίσχυση των θέσεων της Government of National Accord (GNA), οι δύο πλευρές διακηρυκτικά κατέληξαν στις 01 Ιουνίου 2020,[55] σε συμφωνία επανέναρξης των συνομιλιών για κατάπαυση των εχθροπραξιών επί των προτάσεων που είχαν υποβληθεί από την United Nations Support Mission in Libya (UNSMIL)[56] κατά τη διάρκεια των συνομιλιών της Joint Military Commission (5 + 5) (JMC) στις 23 Φεβρουαρίου 2020.[57] Οι εξελίξεις αυτές καταδεικνύουν αφενός τη διεθνή προσπάθεια αποφυγής περαιτέρω κλιμάκωσης του επί της ουσίας «πολέμου δια αντιπροσώπων» (proxy war) που διεξάγεται στη Λιβύη αλλά αφετέρου και της αντίληψης, εκ μέρους των αμέσων εμπλεκομένων, της αντικειμενικής αδυναμίας πλήρους επικράτησης. Παρά ταύτα οι συγκρούσεις συνεχίζονται με τα στρατεύματα της GNA -εκμεταλλευόμενα την αμέριστη τουρκική υποστήριξη-να απωθούν ανατολικά τις δυνάμεις του LNA.
Εκτιμάται ότι η Άγκυρα δεν επιθυμεί την εμπλοκή σε μια ατέρμονη και κοστοβόρα στρατιωτική σύρραξη, αλλά αντίθετα αποσκοπεί στη δημιουργία μιας θετικής δυναμικής υπέρ της GNA στο πεδίο της μάχης που θα οδηγήσει σε μια συνολική πολιτική διευθέτηση του λιβυκού με τους δικούς της όρους. Αναμφίβολα δεν επιθυμεί να έρθει σε αντιπαράθεση με τη Ρωσία αλλά ούτε και με τη γειτονική Αίγυπτο. Σίγουρα αντιλαμβάνεται ότι η επιμήκυνση των γραμμών συγκοινωνιών και διασπορά των αεροναυτικών της δυνάμεων ελλοχεύουν κινδύνους σε περίπτωσης προσβολής τους από τμήματα που ενεργούν εξορμούμενα από εγγύτερους χώρους (Ελλάδα, Αίγυπτος).
            Η λιβυκή επιχείρηση, εκτός των άλλων, αποτελεί την καλύτερη διαφήμιση για τα τουρκικά οπλικά συστήματα και τον ευνοϊκότερο χώρο για την επιχειρησιακή, τακτική και τεχνική εκπαίδευση του προσωπικού των ΤΕΔ. Εάν αναλογιστούμε ότι οι ΤΕΔ διεξάγουν επιχειρήσεις σχεδόν ταυτόχρονα στη Συρία και στο Ιράκ, μπορούμε να αντιληφθούμε τον βαθμό εκπαίδευσης και ποιότητας των στελεχών της και αναπόφευκτα να κάνουμε συγκρίσεις και να θέσουμε προβληματισμούς.
            Η βιαιότητα των τελευταίων συγκρούσεων συνοδεύτηκε από αλληλοκατηγορίες των αντιπάλων περί συστηματικών εγκλημάτων πολέμου. Οι εκατέρωθεν κατηγορίες αλλά και η αποκάλυψη ανάλογων περιπτώσεων οδήγησαν τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ να προβεί σε έντονη καταδίκη αυτών των ειδεχθών πράξεων καλώντας τα αντιμαχόμενα μέρη να προχωρήσουν σε άμεσο τερματισμό των εχθροπραξιών και να σεβαστούν το ανθρωπιστικό δίκαιο. 
            Οι δύο τουρκολιβυκές συμφωνίες, κατά την άποψη τουλάχιστον της Τουρκίας, μετέτρεψαν και κατοχύρωσαν την εμπλοκή της στην Λιβύη σε «νόμιμη» και «αποδεκτή». Ο Erdoğan μετατράπηκε σε βασικό ρυθμιστή για την όποια μελλοντική λύση στην περιοχή. Για την υποστήριξη των σχεδιασμών της η Άγκυρα συνεχίζει να παραβιάζει συστηματικά το embargo όπλων του ΟΗΕ,[58] αδιαφορώντας για την νομιμότητα ή μη των ενεργειών της. Είναι γεγονός ότι ανάλογα πράττουν και άλλα κράτη που έχουν αναμειχθεί στη λιβυκή κρίση.[59] Οι όποιες ενέργειες νηοψίας πλοίων, που μεταφέρουν πολεμικό υλικό, είναι σπασμωδικές και εν πολλοίς αναποτελεσματικές, τουλάχιστον προ το παρόν.[60] Ενδεικτική είναι η πρόσφατη (09 Ιουνίου), εκ μέρους του κυβερνήτη τουρκικής φρεγάτας (συνόδευε εμπορικό πλοίο που θεωρήθηκε ύποπτο για μεταφορά πολεμικού υλικού στη Λιβύη), αρνητική απάντηση για διενέργεια νηοψίας -στο πλαίσιο της επιχείρησης «EUNAVFOR MED IRINI»[61]- από ελληνική φρεγάτα.
Υπενθυμίζουμε ότι οι συμμετέχοντες στη Διάσκεψη του Βερολίνου για τη Λιβύη στις 19 Ιανουαρίου 2020 δεσμεύτηκαν ιδίως να σεβαστούν πλήρως και να εφαρμόσουν το embargo όπλων που θεσπίστηκε με τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών (UNSCR) 1970 (2011), 2292 (2016) και 2473 (2019). Σε αυτό το πλαίσιο, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στις 17 Φεβρουαρίου κατέληξε σε πολιτική συμφωνία για την έναρξη της επιχείρησης «EUNAVFOR MED IRINI» στη Μεσόγειο (σε αντικατάσταση της επιχείρησης «SOPHIA»), με στόχο την εφαρμογή του embargo όπλων των Ηνωμένων Εθνών στη Λιβύη με χρήση εναέριων, δορυφορικών και θαλάσσιων πόρων. Επισημαίνεται ότι παρά τις δικαιολογημένες αναφορές στην αναποτελεσματική εμπλοκή της Ένωσης, η τελευταία έχει δεσμευθεί στην παροχή εστιασμένης υποστήριξης στη Λιβύη μέσω των αποστολών και επιχειρήσεων της Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας (ΚΠΑΑ): «EUNAVFOR Med Operation SOPHIA», «EUBAM Libya» και «EU Cell Liaison and Planning Cell (EULPC)». Οι δράσεις ΚΠΑΑ στη Λιβύη συμπληρώνονται και συντονίζονται με εκείνες που λειτουργούν στην περιοχή του Sahel.
Στις 06 Ιουνίου ο Πρόεδρος της Αιγύπτου Sisi και μετά τη διάρκεια συνομιλιών με τον στρατάρχη Haftar στο Κάιρο, ανήγγειλε μια πρωτοβουλία για την επίτευξη ειρηνευτικής συμφωνίας στη Λιβύη.  Η Τουρκία απέρριψε στις 11 Ιουνίου την πρόταση της Αιγύπτου για εκεχειρία στη Λιβύη, λέγοντας ότι το σχέδιο αυτό έχει στόχο να σώσει τον στρατάρχη Haftar μετά την αποτυχία της επιχείρησής του για την κατάληψη της Τρίπολης.[62] Αρνητική ήταν και η στάση της ΕΕ  στις 08 Ιουνίου με δήλωση του Ύπατου Εκπροσώπου για την Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Άμυνας ότι η Ένωση δεν μπορεί να δεχτεί καμία εναλλακτική λύση με αποκλεισμούς και εκτός της -υπό την αιγίδα του ΟΗΕ- «Διαδικασίας του Βερολίνου» για την κρίση της Λιβύης. [63] Επί του παρόντος μόνο η Ρωσία έχει λάβει θετική στάση έναντι της πρωτοβουλίας της Αιγύπτου.
Ενδιαφέρουσα και η πρόσφατη αμοιβαία ανακοίνωση περί αναβολής της επίσκεψης των Ρώσων Υπουργών Εξωτερικών και Άμυνας στην Κωνσταντινούπολη, προγραμματισμένη για τις 14 Ιουνίου, για εξέταση του θέματος της Λιβύης. Πιθανόν η αναβολή να αποτελεί ένδειξη αδυναμίας εξεύρεσης κοινών σημείων καίτοι ανακοινώθηκε εκ μέρους της Μόσχας ότι οι υπουργοί των δύο χωρών «εργάζονται ενεργά για την υποστήριξη μιας διευθέτησης στη Λιβύη». 

ΣΕΝΑΡΙΑ ΛΥΣΗΣ ΛΙΒΥΚΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΙΔΙΩΞΕΙΣ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ
            Η επίλυση του λιβυκού παρουσιάζει εξαιρετικές δυσκολίες, όχι μόνο λόγω των αγεφύρωτων αντιθέσεων μεταξύ Τρίπολης και Βεγγάζης και πλειάδας άλλων τοπικών φυλών, αλλά κυρίως λόγω των πολλών εμπλεκομένων τρίτων δυνάμεων που υποστηρίζοντας τους αντιμαχόμενους επιδιώκουν να εξυπηρετήσουν τα δικά τους στρατηγικά συμφέροντα.[64] Κατά την εκτίμηση μας τρία είναι τα πιθανά σενάρια μελλοντικής διευθέτησης του ζητήματος. Πρώτο η ύπαρξη μιας ενιαίας Λιβύης με ισχυρή κεντρική κυβέρνηση, στην οποία οι διάφορες φυλές-φατρίες θα μοιραστούν την εξουσία. Δεύτερο, η δημιουργία μια χαλαρής ομοσπονδίας ή συνομοσπονδίας δύο ημιαυτόνομων περιοχών/τμημάτων, με περιορισμένες εξουσίες της κεντρικής κυβέρνησης (κατά το πρότυπο του σχεδίου Ανάν). Το τρίτο σενάριο προβλέπει τη δημιουργία δύο ξεχωριστών ανεξαρτήτων κρατών, όπως συνέβη στο Σουδάν (διχοτόμηση). Για την Άγκυρα ευκταίο σενάριο είναι το πρώτο ή στην χειρότερη περίπτωση το δεύτερο, θεωρώντας ότι στις περιπτώσεις αυτές -πλέον της ισχυρής τουρκικής επιρροής- θα παραμείνει ενεργή η τουρκολιβυκή συμφωνία για τις θαλάσσιες ζώνες. Η τρίτη περίπτωση είναι απορριπτέα, παρά το γεγονός ότι δεν είναι βέβαιο εάν μια υποτιθέμενη μελλοντική κυβέρνηση στην Κυρηναϊκή θα ακύρωνε την επίμαχη συμφωνία (σε όσο τουλάχιστον μέρος θα την αφορά).[65]
            Η εμπλοκή της Τουρκίας στη Λιβύη αποσκοπεί στην εκπλήρωση μιας δέσμης επιδιώξεων, η εκπλήρωση των οποίων θα την αναβαθμίσει από μια τοπική περιφερειακή δύναμη σε μια οντότητα που θα επηρεάζει τις παγκόσμιες εξελίξεις στην Ευρασία. Η εκπλήρωση των μαξιμαλιστικών της θέσεων προϋποθέτει την υλοποίηση του δόγματος της «Γαλάζιας Πατρίδας», ήτοι την κυριαρχία της στην Ανατολική Μεσόγειο και την συνδιαχείριση ή το μοίρασμα του Αιγαίου.[66] Προς επίτευξη του μεγαλοϊδεατισμού της μια αναγκαία προϋπόθεση είναι η επιβίωση της παράνομης τουρκολιβυκής συμφωνίας των θαλασσίων ζωνών, η οποία εξασφαλίζεται μόνο με την επιτυχημένη παρουσία της στην Τρίπολη.
Η Τουρκία επιχειρεί μέσω Λιβύης να μπει «σφήνα» στις ενεργειακές εξελίξεις της Μεσογείου, τορπιλίζοντας έτσι τα σχέδια της Ελλάδας, της Κύπρου, του Ισραήλ και της Αιγύπτου, σχέδια τα οποία αποτυπώνονται και στην πορεία του προτεινόμενου αγωγού EastMed. Η εκφρασμένη αντίθεση της στην υλοποίηση του φιλόδοξου σχεδίου του EastMed φέρνει την Άγκυρα σε αντιπαράθεση με τον στρατηγικό σχεδιασμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης (σε απόλυτη σύμπνοια και με την Ουάσινγκτον) για την μείωση της ενεργειακής εξάρτησης της Ευρώπης από τη Ρωσία.
Τουρκική επιτυχία στη Λιβύη, συνεπάγεται όχι μόνο την αποδυνάμωση υλοποίησης του East Med αλλά καθιστά πλήρως εξαρτώμενο από την Άγκυρα οποιονδήποτε ενεργειακό σχεδιασμό στην Ανατολική Μεσόγειο. Σε τελευταία ανάλυση οι τουρκικές επιδιώξεις καίτοι συγκρούονται με αυτές της Μόσχας στα πεδία των μαχών της Λιβύης, στο στρατηγικό πεδίο συμπορεύονται σε ικανοποιητικό βαθμό. Η παρουσία αμφοτέρων στην Λιβύη, και κατ’ επέκταση στην Ανατολική Μεσόγειο -έστω και σε συνέχεια προβληματικών συμφωνιών όπως αυτές που αφορούν την συνδιαχείριση στη Συρία- εξυπηρετούν τα στρατηγικά συμφέροντα αμφοτέρων. Αν μάλιστα, η Τουρκία -για άλλη μια φορά κατορθώσει να πείσει την Δύση (και ειδικά τις ΗΠΑ[67])- ότι η συμπεφωνημένη με την Μόσχα παρουσία της στη Λιβύη αποτελεί τη βέλτιστη εγγύηση των δυτικών συμφερόντων, θα έχει επιτύχει στρατηγική επιτυχία πρώτης τάξεως.
 Παράλληλα, με την επέκταση των θαλασσίων διεκδικήσεων έως και τα νερά της Λιβύης, δυτικότερα της Ρόδου, Καρπάθου και του 28ου μεσημβρινού, η Τουρκία θεωρεί ότι ενισχύει και τη διαπραγματευτική της θέση έναντι της Ελλάδας για την υφαλοκρηπίδα, εγγράφοντας έτσι υποθήκες για μεγαλύτερα μελλοντικά οφέλη. Εκτός όμως από την επίτευξη των γεωπολιτικών της στόχων που αποβλέπουν στην συρρίκνωση κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδος και τη φινλανδοποίηση της, η Άγκυρα προσδοκά να αποτελέσει την χώρα πυλώνα σε μια συμμαχία μουσουλμανικών χωρών που θα διαδραματίσει κυρίαρχο ρόλο στον ισλαμικό-σουνιτικό κόσμο. Η συμμαχία της με Κατάρ, Πακιστάν, Μαλαισία, Serraj και «Αδελφούς Μουσουλμάνους», στοχεύει στη δημιουργία ενός νέου άξονα που θα κυριαρχήσει στο συντηρητικό σουνιτικό Ισλάμ. Αντίπαλός του ο αραβικός σουνιτικός άξονας Σαουδικής Αραβίας, ΗΑΕ και Αιγύπτου. Στη Λιβύη διεξάγεται ένας αγώνας επικράτησης των δύο «μουσουλμανικών στρατοπέδων», με έπαθλο την πρωτοκαθεδρία στον ισλαμικό κόσμο.  Επιπρόσθετα, η Τουρκία επιδιώκει με κάθε τρόπο να πλήξει τον επονομαζόμενο από την ίδια «άξονα του κακού», την Γαλλία, Αίγυπτο, ΗΑΕ, Ελλάδα και Κύπρο.[68]
Ο Erdoğan θεωρεί την λιβυκή επιχείρηση ως ευκαιρία προβολής ισχύος της χώρας του, μέσω της οποίας θα εδραιωθεί στην ευρύτερη περιοχή στρατιωτικά και διπλωματικά. Ταυτόχρονα πραγματοποιεί την περικύκλωση της Ελλάδος, της χώρας που αποτελεί ίσως το σημαντικότερο στόχο αλλά και εμπόδιο των επεκτατικών στόχων του. Επικράτηση φιλικών προς την Τουρκία δυνάμεων στη Λιβύη πιθανόν να οδηγήσει στην εγκατάσταση μόνιμων τουρκικών αεροναυτικών βάσεων στη χώρα αυτή.[69] Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα καθιστούσε ακόμη δυσχερέστερους τους ελληνικούς αμυντικούς σχεδιασμούς.[70]
Ένας ακόμα στόχος της γείτονος είναι η εκμετάλλευση των ενεργειακών κοιτασμάτων της Λιβύης και η ενίσχυση των ισχυρών εμπορικών σχέσεων των δύο χωρών. Τα τουρκικά συμβόλαια που εκκρεμούν σήμερα στη Λιβύη (υποδομές, κατασκευές, υπηρεσίες) ξεπερνούν τα 18 δις. δολάρια. Οι στοχεύσεις της Άγκυρας συμπληρώνονται και από το «καθήκον» της υπεράσπισης των Μουσουλμάνων αλλά και των «Τούρκων» αδελφών στη Λιβύη. Η προστασία των τουρκικών μειονοτήτων και των Μουσουλμάνων αναδεικνύεται σε άξονα της πολιτικής της Άγκυρας γεγονός που πρέπει να μας προβληματίζει ιδιαίτερα.
Αναμφίβολα, η επέμβαση στην Τριπολίτιδα είναι συνδεδεμένη και με τις προσωπικές φιλοδοξίες του ίδιου του Erdoğan, την υστεροφημία του και τη συνέχιση παραμονής του στην εξουσία. Η αυταρχικότητα και οι εμμονές του θα επηρεάσουν ως ένα βαθμό τις εξελίξεις. Ταυτόχρονα η επιδίωξη της νέας τουρκικής ελίτ για αναγέννηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, διέρχεται μέσα από την επιτυχία στην Λιβύη.
            Η Τουρκία «πήγε στη Λιβύη για να μείνει», αλλά από την άλλη πλευρά έχει εμπλακεί σε μια περιπέτεια υψηλού ρίσκου με ισχυρούς περιφερειακούς και διεθνείς δρώντες. Το εγχείρημά της έχει τεράστιο οικονομικό, στρατιωτικό και πολιτικό κόστος και ειδικά σε περίπτωση δημιουργίας αντισυσπειρώσεων ίσως υπερβεί κατά πολύ τις πραγματικές δυνατότητές της. Οι αντιδράσεις στην τουρκική εμπλοκή και οι αντοχές της τουρκικής ηγεσίας, κοινωνίας και οικονομίας θα προσδιορίσουν το τελικό αποτέλεσμα, σε συνδυασμό πάντα με τις επιδιώξεις και ενέργειες των ισχυρών «γεωπολιτικών παικτών».

ΘΕΑΤΡΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΛΙΒΥΚΟΥ ΠΕΛΑΓΟΥΣ
Η τουρκική εμπλοκή στη Λιβύη και κυρίως η δηλωμένη πρόθεση της να προχωρήσει σε έρευνες για αξιοποίηση υδρογονανθράκων σε περιοχές της ελληνικής υφαλοκρηπίδος -εκμεταλλευόμενη την πρόσφατη συμφωνία καθορισμού θαλασσίων ζωνών με την Τρίπολη- εμπεριέχει το σοβαρό κίνδυνο πρόκλησης θερμού επεισοδίου αγνώστου κλίμακος. Αντίστοιχες προθέσεις και κινήσεις διεξαγωγής ερευνών σε αμφισβητούμενες θαλάσσιες περιοχές στο παρελθόν (1976, 1987) έχουν φέρει τις δύο χώρες στα πρόθυρα της σύγκρουσης.
Η Τουρκία πλέον επικεντρώνει την αμφισβήτησή της σε τμήματα της ελληνικής υφαλοκρηπίδας που ορίζονται από το σύμπλεγμα του Καστελόριζου αλλά και νήσων του νοτιανατολικού Αιγαίου και αυτής της ίδιας της Κρήτης. Εκτιμάται ότι οποιαδήποτε τουρκική ενέργεια σύμφωνα με τις δηλώσεις της, πλέον των αναγκαίων διπλωματικών αντιδράσεων, θα πρέπει να οδηγήσει σε δυναμικές ενέργειες παρεμπόδισης των ερευνών. Ως εκ τούτου, το Λιβυκό Πέλαγος έχει πλέον προστεθεί στο ευρύ φάσμα των ελληνοτουρκικών διαφορών προσθέτοντας ένα ακόμη πιθανό θέατρο αεροναυτικών επιχειρήσεων σε στενή πάντα συνάφεια (και πλήρως συνδεδεμένο) με αυτό της Ανατολικής Μεσογείου και του Αιγαίου.