«Η μέρα της γιορτής αυτής σε πολλά μέρη αποτελεί χρονικό σταθμό στις τοπικές αγροτικές και ποιμενικές εργασίες και λαμβάνεται ως η αρχή ή το τέρμα για τις σχετικές συμβάσεις. Αλλά σταθμό αποτελούσε παλαιότερα και για τους ναυτικούς, οι οποίοι τότε σταματούσαν τα μακρινά ταξίδια με ιστιοφόρα, όπως συμβούλευε η παροιμία: “Του Σταυρού, σταύρωνε και δένε”. Στις εκκλησίες μοιράζεται τη μέρα αυτή βασιλικός, εκκλησιαστική συνήθεια που πηγάζει από την παράδοση ότι στο μέρος όπου βρέθηκε ο Τίμιος Σταυρός είχε φυτρώσει το αρωματικό αυτό φυτό, που για το λόγο αυτό λέγεται και σταυρολούλουδο… Με το βασιλικό από την εκκλησία και με αγιασμό της ημέρας ετοιμάζεται το νέο προζύμι για όλη τη χρονιά».
Κυρίως, όμως, ο Σεπτέμβριος είναι γνωστός με την ονομασία «Τρυγομηνάς» ή «Τρυγητής». Όπως γράφει, με ιδιαίτερα παραστατικό τρόπο, η Αικατερίνη Πολυμέρου-Καμηλάκη:
«Την καθολική και πυρετώδη συμμετοχή της κοινότητας αποδίδει η παροιμιακή φράση “θέρος, τρύγος, πόλεμος”. Η συμμετοχή όλων των κατοίκων του οικισμού αναδείκνυε τον τρύγο σε ευχάριστη εργασία, που συχνά έπαιρνε το χαρακτήρα πανηγυριού… Η μεταφορά των σταφυλιών στο ληνό (πατητήρι, αργαστήρι, καρούτα, πατερό, τραπεζονιά, σκαφόνι κ.ά.) γίνεται με ζώα, με κάρα ή με μηχανικά μέσα, σήμερα πια στα πατητήρια. Το πατητήρι διαφέρει από περιοχή σε περιοχή ως προς το σχήμα και τη χωρητικότητα. Αλλού είναι κτιστή παραλληλεπίπεδη δεξαμενή με κλίση του δαπέδου προς την πλευρά απ’ όπου εξέρχεται ο μούστος, αλλού είναι ένας μεγάλος ξύλινος ή πλεχτός φορητός κάδος, που τοποθετείται κατά το πάτημα πάνω σε κτιστή δεξαμενή (υπολήνιο, αποδοχάρι, δοχειό κ.ά.), μέσα στην οποία ρέει ο μούστος. Το πάτημα των σταφυλιών γίνεται από τους “πατητάδες”. Το γλεύκος (μούστος, απόσταμα, βράσμα, λαγάρι, πρόσυρο κ.ά.) μεταφέρεται και αποθηκεύεται συνήθως σε μεγάλα βαρέλια, που έχουν πλυθεί με ειδικά αρωματικά φυτά (σχίνο, μυρτιά, δάφνη κ.ά.) κι έχουν απολυμανθεί με θειάφι ή έχουν ρετσινωθεί. Μέσα εκεί ο μούστος “βράζει”, ζυμώνεται και γίνεται κρασί».
Όπως γράφει και ο Κώστας Κρυστάλλης (1868-1894) στο «Τραγούδι του τρυγητού»: «Αμπέλι μου πλατύφυλλο/ και καλοκλαδεμένο,/ δέσε σταφύλια κόκκινα,/ να μπω να σε τρυγήσω,/ να κάμω αθάνατο κρασί,/ μοσχοβολιά γιομάτο». Ο τρυγητός των αμπελιών και η δημιουργία του κρασιού είναι, άλλωστε, μια πανάρχαια διαδικασία που ανάγεται στην περίοδο της γεωργικής επανάστασης πριν από περίπου 7.000 χρόνια, ενώ και οι αρχαίοι Έλληνες ασχολήθηκαν με την οινοποιία τουλάχιστον από το 1700 π.Χ. Η σχετική μάλιστα μυθολογία για το κρασί, και η σύνδεσή του με το θεό Διόνυσο, είναι ιδιαίτερα πλούσια. Γιατί το κρασί αντιμετωπιζόταν ανέκαθεν όχι μόνο ως βασικό συστατικό της διατροφής, αλλά και της θρησκείας, αφού οι Έλληνες πίστευαν ότι το αίμα του σταφυλιού είναι αίμα του θεού Διονύσου και ότι πίνοντας κρασί μεταλαμβάνουν από το αίμα του θεού.
Η λατρεία του Διονύσου συνάντησε αρκετές δυσκολίες. Αρχικά, μάλιστα, και μια κάποια καχυποψία απέναντι στο κρασί, όπως αποτυπώνεται σε πολλούς σχετικούς μύθους. Πάρτε, για παράδειγμα, έναν αττικό μύθο που συνδέει τον αστερισμό της Παρθένου με το κρασί. Σύμφωνα με το μύθο αυτό, ο αστερισμός της Παρθένου αντιπροσωπεύει την Ηριγόνη, την κόρη του Ικάριου που πρώτος υποδέχτηκε τον Διόνυσο στην Αττική και από τον οποίο έμαθε την τέχνη να φτιάχνει το κρασί. Στον τόπο που έγινε η συνάντηση εκείνη φυτεύτηκε το πρώτο αμπέλι και η περιοχή ονομάστηκε από τότε Διόνυσος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.